Με καλάσνικοφ και παράνομα τροποποιημένες καραμπίνες, Αλβανοί και Ελληνες λαθροθήρες σκοτώνουν τα απειλούμενα -με εξαφάνιση- αγριόγιδα της Πίνδου, πουλώντας τα για το κρέας τους. Επιστήμονες, φορείς και κάτοικοι των ορεινών περιοχών, που συνορεύουν με την Αλβανία, καταγγέλλουν πως οι παράνομοι κυνηγοί έχουν αποδεκατίσει τον πληθυσμό της «ελληνικής αντιλόπης», όπως έχει χαρακτηριστεί το σπάνιο ζώο.
Ο πληθυσμός του αγριόγιδου σε όλη την Ελλάδα αριθμεί λιγότερα από 800, όταν πριν από μία δεκαετία υπήρχαν κάποιες χιλιάδες. Σήμερα, σε αρκετούς συνοριακούς με την Αλβανία πληθυσμούς υπάρχουν κοπάδια με λιγότερα από 20 ζώα. Επιστήμονες υποστηρίζουν πως αυτοί οι πληθυσμοί είναι καταδικασμένοι να εξαφανιστούν μέσα στα επόμενα χρόνια, ενώ τα αρμόδια δασαρχεία και οι ομοσπονδιακοί θηροφύλακες κάνουν λόγω για ανάγκη μεγαλύτερης και εντατικότερης φύλαξης των ορεινών όγκων που συνορεύουν με την Αλβανία.
«Οποτε κι αν ανέβω στο βουνό, κάτι δυσάρεστο θα δω. Κάλυκες από καλάσνικοφ, αίμα, αλλά και υπολείμματα των αγριόγιδων, καθώς οι λαθροθήρες αφήνουν πίσω το δέρμα και τα κεφάλια των ζώων. Αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, είναι πολύ πιθανό οι πληθυσμοί τους να οδηγηθούν σε εξαφάνιση μέσα σε λίγα χρόνια» αναφέρει στη Real, ο βιολόγος άγριας ζωής και επί σειρά ετών ερευνητής των αγριόγιδων, Χαρητάκης Παπαϊωάννου.
«Μέχρι πρόσφατα, κάποιοι μπορούσαν να βγάλουν ένα επιπλέον εισόδημα, αφού πουλούσαν το κρέας των αγριόγιδων έως και 50 ευρώ το κιλό. Σήμερα η τιμή έχει πέσει, αλλά η ζήτηση συνεχίζεται» δηλώνει ο Χαρ. Παπαϊωάννου, προσθέτοντας πως πριν από λίγα χρόνια ένας σεφ από εστιατόριο στην Κηφισιά τού είχε πει ότι ανά καιρούς του έφερναν κρέας αγριόγιδου. «Αλλά και να το καταγγείλεις, θα σου πουν ότι είναι κρέας από αγριοκάτσικο και μόνο με τεστ DNA θα μπορείς να ξέρεις από τι ζώο προέρχεται. Κανένας φορέας, όμως, δεν κάνει τέτοια τεστ».
Ο προϊστάμενος της Δασικής Υπηρεσίας Κόνιτσας Κωνσταντίνος Τριάντης λέει πως «οι λαθροκυνηγοί γνωρίζουν την περιοχή, τα μονοπάτια και τα κατατόπια και δεν είναι εύκολο να εντοπιστούν». Και παραδέχεται ότι, παρά τις αρμοδιότητες του δασαρχείου για προστασία και περιπολίες, αφενός η ευρύτερη περιοχή είναι δύσκολη και δύσβατη και αφετέρου δεν υπάρχει το απαραίτητο προσωπικό για συνεχείς ελέγχους.
Τον δασάρχη επιβεβαιώνει και σχετική μελέτη που εκπονήθηκε πρόσφατα για λογαριασμό του Φορέα Διαχείρισης Εθνικών Δρυμών Βίκου - Αώου και Πίνδου, στην οποία επισημαίνεται πως από το πλήθος των περιστατικών λαθροθηρίας που συμβαίνουν μόνο λίγα γίνονται γνωστά. Σύμφωνα με τη μελέτη «Πρόγραμμα Παρακολούθησης (monitoring) Εθνικού Πάρκου Βόρειας Πίνδου», οι λαθροκυνηγοί χωρίζονται στους «επαγγελματίες», που σκοτώνουν συστηματικά και πωλούν το κρέας του ζώου στους γύρω οικισμούς, και στους «παραδοσιακούς», που κυνηγούν παράνομα συνήθως για χόμπι ή για την προσωπική τους κατανάλωση.