«Δεν φτάνει πια να ζητά κανείς συγγνώμη, κάποιος πρέπει να αναλάβει συγκεκριμένες ευθύνες» για τα προγράμματα οικονομικής εξυγίανσης που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα, στην Ισπανία, στην Ιρλανδία και στην Κύπρο, τονίζει ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Μάρτιν Σουλτς, σε άρθρο του στην εφημερίδα La Repubblica.
«Μας είχαν πει ότι η λιτότητα ήταν μονόδρομος, ότι δεν είχαμε άλλες επιλογές. Σήμερα όμως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο μάς λέει ότι οι επιπτώσεις της λιτότητας στις διάφορες οικονομίες εκτιμήθηκαν με λάθος τρόπο και ότι περιορίσθηκε η ανάπτυξη με απροσδόκητο τρόπο» σημειώνει ο Γερμανός σοσιαλδημοκράτης πολιτικός, προκαλώντας αίσθηση αφού για πρώτη φορά εκφράζεται με τέτοιο τρόπο αξιωματούχος της ΕΕ.
Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επισημαίνει ότι το ίδιο το ΔΝΤ έκρινε ότι η εσωτερική δομή της τρόικας ήταν αναποτελεσματική ως προς την επίλυση των προβλημάτων και ότι προκάλεσε περισσότερα προβλήματα από ό,τι θετικές συνέπειες.
«Όχι μόνον παρεμποδίστηκε η οικονομική ανάπτυξη, αλλά δεν επετράπη στην Ευρώπη, με τον τρόπο αυτό, να ανακτήσει εμπιστοσύνη» αναφέρει και προσθέτει:
«Δεν αρκεί πλέον να ζητούνται συγγνώμες. Κάποιος πρέπει να αναλάβει την ευθύνη για τα τραγικά αυτά λάθη, για το δράμα αυτό, κάποιος πρέπει να κριθεί υπαίτιος και να αντιμετωπίσει τις συνέπειες. Δεν μπορείς να ζητάς ένα παράλογο κούρεμα και στην συνέχεια να κατηγορείς το ψαλίδι για την ζημιά».
Στο άρθρο του σημειώνει επίσης ότι «η Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων του Ευρωκοινοβουλίου ξεκίνησε ήδη έρευνα με θέμα τα όσα έπραξε η τρόικα στην Ελλάδα, στην Ιρλανδία, στην Κύπρο και στην Πορτογαλία, ώστε να καταλάβουμε γιατί έγιναν τόσα πολλά λάθη. Για να καταλάβουμε πώς ήταν δυνατόν να αποδειχθούν εντελώς εσφαλμένες τόσες πολλές θεωρίες».
«Μετά από χρόνια αναστολής, ο δημοκρατικός έλεγχος μπορεί να ξαναρχίσει, επιτέλους, να λειτουργεί» καταλήγει ο Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος εκτιμά ότι «παρά τις λάθος επιλογές που επεβλήθησαν, οι ευρωπαϊκές χώρες, σιγά-σιγά, ξαναμπαίνουν στον σωστό δρόμο» και υπενθυμίζει ότι «η Ελλάδα αναμένει να επιστρέψει στην ανάπτυξη το επόμενο έτος».