Με τίτλο σε διάλεκτο Ρομά «Μπέλκι σίμαν άκος;» που σημαίνει «μήπως έχω δίκιο;» ο δημοσιογράφος Σταύρος Θεοδωράκης καταγγέλλει τα ζόμπι και τους δράκουλες, όπως τους αποκαλεί, της ελληνικής τηλεόρασης για την περίπτωση της μικρής Μαρίας.
Γράφει στο protagon.gr
Τελικά, η ξανθιά Μαρία είναι Τσιγγάνα. Και αυτοί που τη μεγάλωσαν στα Φάρσαλα δεν ήταν έμποροι παιδικών οργάνων, αλλά μικροαπατεώνες. Πλαστογραφούσαν χαρτιά για να παίρνουν επιδόματα. Όπως κάνουν και άλλοι εκατό χιλιάδες Έλληνες, αν συνυπολογίσουμε αυτούς που παίρνουν παράνομα αναπηρικές συντάξεις, αυτούς που δεν δηλώνουν τον θάνατο των γονιών τους για να εισπράττουν τη σύνταξή τους, αυτούς που παρουσιάζουν πλαστά πτυχία για να διοριστούν, αυτούς που χωρίζουν για να πάει ο κανακάρης τους μειωμένη θητεία ή για να αλλάξει ΑΕΙ η κόρη τους... Αλλά όλοι αυτοί γιατί δεν είναι πρώτη μούρη στα αστυνομικά δελτία; Γιατί, δηλαδή, οι τυφλοί στη Ζάκυνθο -που δεν είναι τυφλοί- δεν προφυλακίσθηκαν; Γιατί δεν μοιράστηκαν οι φωτογραφίες τους; Να σας πω εγώ το γιατί: Γιατί όλοι αυτοί δεν ήταν «σκατόφατσες». Αυτός ήταν ο χαρακτηρισμός για το αντρόγυνο των Φαρσάλων - και μην το αρνηθείτε. Πολιτικά ζόμπι και τηλεοπτικοί δράκουλες κοίταξαν τις φωτογραφίες τους και αποφάνθηκαν: «Μα φαίνονται από τις φάτσες». Και μετά συμφώνησαν: «Την έχουν στο αίμα τους την παρανομία».
Προσπάθησα την πρώτη μέρα που «έσκασε το θέμα» να πω στα «ζόμπι» και τους «δράκουλες» ότι «πριν μιλήσεις για τους Τσιγγάνους» μάθε ποιοι είναι και σκέψου γιατί κάνουν αυτά που κάνουν. Είναι γεγονός ότι αρκετοί Τσιγγάνοι – κυρίως στους καταυλισμούς – είναι παραβατικοί. Κλέβουν τον χαλκό, πουλάνε χασίσι, διακινούν «μαϊμούδες» και τα τελευταία χρόνια, κάποιοι, εκδίδουν τα κορίτσια τους στα στενά της Μάρνης. Αλλά αυτή είναι όλη κι όλη η συμβολή των Τσιγγάνων στο έγκλημα. Οι Ρομά δεν έχουν συμμετοχή στο «βαρύ έγκλημα» (ανθρωποκτονίες, ένοπλες ληστείες, απαγωγές, οικονομικά κακουργήματα). Δες και τις φυλακές, είναι γεμάτες από «ψιλικατζήδες» Τσιγγάνους.
Τι έγινε, όμως, τα τελευταία 20-30 χρόνια και οι «σκηνίτες Τσιγγάνοι» από «πολύχρωμα μπουλούκια» έγιναν «εφιάλτης για τις τοπικές κοινωνίες» (ο χαρακτηρισμός ανήκει σε δήμαρχο που περιηγήθηκε αυτές τις μέρες σε όλα τα «εθνικά κανάλια»); Οι αιτίες σχετίζονται με τις δουλειές (ή, μάλλον, τις αναδουλειές) και την... τηλεόραση. Δεν αστειεύομαι και θα σας το κάνω λιανά. Τα παραδοσιακά επαγγέλματα των «περιπλανώμενων Τσιγγάνων» - καρεκλάδες, γανωτήδες, καλαθάδες - εξαφανίστηκαν τη δεκαετία του '80. Η είσοδος εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών τη δεκαετία του '90 έφερε την «ολοκληρωτική χρεοκοπία» των καταυλισμών. Οι «γύφτοι» και οι «γύφτισσες» που μέχρι τότε μάζευαν ελιές, πορτοκάλια, φράουλες, κεράσια, αντικαταστάθηκαν από Αλβανούς, Ινδούς, Μπαγκλαντεσιανούς, Βούλγαρους. Αρκετοί Τσιγγάνοι βγήκαν στη γύρα, παράνομα όμως, αφού η πολιτεία δεν ήθελε να δώσει «καμία άδεια μικροπωλητή». Λίγα χρόνια αργότερα βέβαια, οι βουλευτές μας μοίρασαν διακομματικά δεκάδες χιλιάδες άδειες μικροπωλητών στους Έλληνες που ήρθαν από τον Πόντο – καταστρέφοντάς τους, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Κάπως έτσι διδάχτηκαν οι Ρομά τη νεοελληνική αρχή «όλα είναι παράνομα και όλα επιτρέπονται». Ταυτόχρονα, γαλάζιοι και πράσινοι κομματάρχηδες άρχισαν να πουλάνε προστασία στους καταυλισμούς. Πεντοχίλιαρα στις εκλογές -που μετά έγιναν πενηντάευρα- και στη συνέχεια διευκολύνσεις για «καμιά αναπηρική» ή «κανένα επίδομα». Ο παρασιτισμός, σε πολλές περιπτώσεις, έγινε ο κανόνας. «Οι πολιτικοί, λοιπόν, φταίνε», μπορούμε να ομονοήσουμε, αλλά το κομμάτι δεν τελειώνει εδώ.
Κάντε με το μυαλό σας ένα πείραμα. Σκεφτείτε τον εαυτό σας μικρό στο χωριό του παππού σας, να μεγαλώνει χωρίς σχολείο, χωρίς βιβλία, χωρίς θεάματα, μόνο με την τηλεόραση ανοιχτή. Σε αυτή την κατάσταση ανατρέφονται οι Έλληνες Τσιγγάνοι τα τελευταία 30 χρόνια. Θα μου πεις, παλιά πώς μεγάλωναν; Πήγαιναν στα ΑΕΙ; Όχι, οι Τσιγγάνοι δεν είχαν ποτέ καλή σχέση με το εκπαιδευτικό σύστημα, άλλωστε η γλώσσα τους η Ρομανί είναι προφορική, δεν γράφεται, άρα δεν υπάρχει και ανάγνωση. Παλιά όμως τον ρόλο της εκπαίδευσης έπαιζε η «φυλή», η κοινότητα. Το χώμα είχε τις δικές του αξίες. Όποιοι δούλευαν πρόκοβαν – αυτοί ήταν το πρότυπο. Τώρα οι αξίες νοθεύτηκαν και αυτή η άγνωστη που προστέθηκε στην παρέα -η τηλεόραση- άρχισε να διδάσκει νέα πρότυπα. Το ίδιο που συνέβη και στα χωριά της «ανατολικής» Ευρώπης. Θα έχετε ακούσει για τη συμβολή της τηλεόρασης στην απόφαση των κοριτσιών της Τσεχίας, της Ρωσίας, να γίνουν πόρνες στη φανταχτερή Ευρώπη. Δεν μιλώ για τις ειδήσεις – αφήστε τα αυτά και σκεφτείτε τα μηνύματα που περνάει «το κουτί» σε ανθρώπους που δεν έχουν καμία άλλη πηγή παιδείας. Σκεφτείτε εν ανάγκη την «καμένη» γειτόνισσά σας. «Και τι να κάνουμε;», θα μου πείτε. «Να πάρουμε τις τηλεοράσεις από τους καταυλισμούς;». Όχι (αν και δεν θα ήταν κακή ιδέα). Να πάρουμε τα παιδιά από τους καταυλισμούς και να τα στείλουμε σχολείο. Αυτή ήταν η μεγάλη μάχη που χάσαμε τις περασμένες δεκαετίες. Κάπου, κάποτε, υπήρξαν βέβαια ορισμένοι φωτισμένοι δάσκαλοι, αλλά εδώ μιλάμε για τον κανόνα. Τα παιδιά των σκηνιτών δεν πηγαίνουν σχολείο. Εγώ είμαι υπέρ των «σχολείων του δρόμου» (το έκαναν και στην Ισπανία), οι ξερόλες της Ευρώπης θα σου πουν ότι πρέπει να τα βάλουμε στα δημόσια σχολεία της περιοχής τους. Αλλά δεν θα μαλώσουμε (τώρα) γι' αυτό. Σημασία έχει ότι αποτύχαμε και αφήσαμε τους Ρομά στο έλεος των λαθών μας. Αλλά πολύ μακρηγόρησα...
*«Μπέλκι σίμαν άκος;» σημαίνει «μήπως έχω δίκιο;».
Υ.Γ.: Από τις ειδήσεις έμαθα ότι «η Μαρία αναμένεται να μεταφερθεί σε ένα ίδρυμα της Βουλγαρίας και στη συνέχεια να δοθεί σε ανάδοχη οικογένεια». Και έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Δηλαδή, θα τη χωρίσουν από τους ανθρώπους που τη μεγάλωσαν; Οι παιδοψυχολόγοι δεν διδάσκουν ότι «η χειρότερη οικογένεια είναι καλύτερη από το καλύτερο ίδρυμα»; Αλλά, ξέχασα - αυτά αφορούν εμάς τους Ευρωπαίους, όχι και τους «κωλόγυφτους».