Πενήντα ακριβώς χρόνια πέρασαν από την πρώτη παράσταση του ΚΘΒΕ -του νεοσύστατου τότε δεύτερου κρατικού θεάτρου της χώρας- που δόθηκε στο αρχαίο θέατρο των Φιλίππων στις 19 Αυγούστου του 1961 με το έργο του Σοφοκλή «Οιδίπους τύρρανος».
Πενήντα χρόνια, 628 θεατρικές παραγωγές, 37 μετακλήσεις, 38 συνπαραγωγές, 300 εκδόσεις, 23 φιλοξενίες, 382 συγγραφείς, 207 μεταφραστές, 250 σκηνοθέτες 190 συνθέτες, 230 σκηνογράφοι, 230 ενδυματολόγοι, 130 χορογράφοι, 2.300 ηθοποιοί, χιλιάδες παραστάσεις και περισσότερα από πέντε εκατομμύρια θεατές είναι οι αριθμοί που δίνουν τον πρόχειρο (Εξάλλου δεν έχει επιχειρηθεί καν ο επίσημος από τις εκάστοτε διοικήσεις του θεάτρου) απολογισμό ενός ιστορικού πλέον θεατρικού οργανισμού.
Σε πείσμα όσων αδιαφόρησαν γι αυτόν -ή ακόμα τον χρησιμοποίησαν για την προσωπική τους και μόνο προβολή ή απλώς επαγγελματική εξασφάλιση- κρατά «ανεβασμένα τα κιοπέγκια»(κατεβασμένα ρολά) κατά την «ιστορική» ρήση του καθηγητή Δ.Ν. Μαρωνίτη που διετέλεσε για μόλις ενάμιση χρόνο διευθυντής του την περίοδο 1989-1990).
Υπήρξε το πρώτο θέατρο στην Ελλάδα που καθιέρωσε εναλλασσόμενο δραματολόγιο. Παράλληλα οργάνωσε σειρά λογοτεχνικών πρωινών με διακεκριμένους ομιλητές. Από το 1973 λειτουργεί και η Δραματική Σχολή του Κρατικού Θεάτρου, που παρέχει δωρεάν πλήρη θεατρική και γενικότερα καλλιτεχνική παιδεία και αποτελεί φυτώριο για νέους ηθοποιούς. Από το Νοέμβριο του 1977 άρχισε να λειτουργεί το "Θέατρο της Θράκης" με έδρα την Κομοτηνή. Στην αποκεντρωτική αυτή προσπάθεια προστέθηκε ύστερα από μια διετία και το "Θέατρο Ανατολικής Μακεδονίας" με έδρα τις Σέρρες. Οι δύο αυτές σκηνές διέκοψαν τη λειτουργίας τους το 1984.
Από τον Δεκέμβριο του 1977 λειτουργεί και η Παιδική Σκηνή, η οποία από το Δεκέμβριο του 1984 πήρε -κατά καιρούς- τη μορφή ενός πρωτότυπου είδους κουκλοθεάτρου. Το Δεκέμβριο του 1982 στο καλλιτεχνικό δυναμικό του Κ.Θ.Β.Ε. ενσωματώθηκε η χορευτική ομάδα "Αέναον Χοροθέατρο" του Ντανιέλ Λομέλ κι έτσι, για πρώτη φορά η πόλη της Θεσσαλονίκης απέκτησε μόνιμη σκηνή με τακτικές παραστάσεις χορού, τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και σε άλλες πόλεις.
Τέλος, το 1997 ιδρύθηκε ως αυτοτελές τμήμα του Κ.Θ.Β. Ε η Όπερα Θεσσαλονίκης που σήμερα αναζητά ακόμη τους τρόπους και τη μορφή συνέχισης της λειτουργίας ή κατάργησής της.
Από την ίδρυσή του έως σήμερα στο Κ.Θ.Β.Ε. διετέλεσαν καλλιτεχνικοί διευθυντές οι εξής:
Σωκράτης Καραντινός 1961 - 1967
Γεώργιος Κιτσόπουλος 1967 - 1974
Μίνως Βολανάκης 1974 - 1977
Σπύρος Ευαγγελάτος 1977 - 1980
Νίκος Μπακόλας 1980 - 1983
Νίκος Χουρμουζιάδης 1984 - 1985
Μίνως Βολανάκης 1986 - 1989
Δημήτρης Μαρωνίτης 1989 - 1990
Νίκος Μπακόλας 1991 - 1993
Βασίλης Παπαβασιλείου 1994 - 1998
Κώστας Τσιάνος 1998 (5/2-13/7)
Διαγόρας Χρονόπουλος 1998 - 2001
Βίκτωρ Αρδίττης 2001 - 2004
Νικήτας Τσακίρογλου 2004 - 2009
Σωτήρης Χατζάκης 2009
Το νέο θεσμικό πλαίσιο του ΚΘΒΕ ψηφίστηκε το 1994 και σύμφωνα με αυτό, το θέατρο διοικείται από επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο και τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή. Το ΚΘΒΕ εποπτεύεται και επιχορηγείται από το υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού.
Ως προς τον καλλιτεχνικό του προγραμματισμό, το ΚΘΒΕ παρουσιάζει σε ετήσια βάση, ένα πρόγραμμα που συνδυάζει τις εσωτερικές παραγωγές του θεάτρου (συμπεριλαμβανομένων των παραγωγών χοροθεάτρου και όπερας), συμπαραγωγές με άλλους θεατρικούς οργανισμούς, αφιερώματα, καθώς και μετακλήσεις παραστάσεων από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Από τον Μάιο του 1996, το ΚΘΒΕ είναι μέλος της Ένωσης των Θεάτρων της Ευρώπης (www. ute-net. org). Τον Οκτώβριο του 1997 πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 6o φεστιβάλ της Ένωσης των Θεάτρων της Ευρώπης και το 2001 διοργανώθηκε το «Μικρό Φεστιβάλ» της Ενωσης Θεάτρων της Ευρώπης.
Από το 2006 το θέατρο δραστηριοποιείται στην περιοχή των Βαλκανίων. Η συνεργασία του με τα θέατρα των όμορων χωρών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης εδραιώθηκε με τη διοργάνωση του 1ου Φεστιβάλ Νοτιοανατολικής Ευρώπης, το 2007 και ενισχύθηκε με ανταλλαγές παραστάσεων μεταξύ των θεάτρων της περιοχής στα χρόνια που ακολούθησαν.
Η διοργάνωση και φιλοξενία για δύο χρόνια (2007 και 2008) των εκδηλώσεων του Ευρωπαϊκού Βραβείου Θεάτρου αποτέλεσε σημαντική συμβολή στην αναζωογόνηση της καλλιτεχνικής ζωής της Θεσσαλονίκης αλλά και πόλο έλξης για καλλιτέχνες, δημοσιογράφους και θεατές από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Σήμερα -πενήντα ακριβώς χρόνια από την ίδρυσή του- το ΚΘΒΕ διαθέτει πέντε κλειστές σκηνές (Θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Βασιλικό θέατρο, Μονή Λαζαριστών - σκηνή «Σωκράτης Καραντινός» και Πειραματική σκηνή) και δύο θερινές (Θέατρο Δάσους και Θέατρο Γης) συνολικής χωρητικότητας 10.000 και πλέον θεατών.
Η πρώτη θεατρική αποκέντρωση
Το Κρατικό Θέατρο Βόρειας Ελλάδας ιδρύθηκε στις 13 Ιανουαρίου του 1961 με απόφαση του τότε υπουργικού συμβουλίου. Η «ιδέα» είχε αρχίσει λίγους μήνες πριν - τον Νοέμβριο του 1960- όταν ο Γιώργος Θεοτοκάς και ο Σωκράτης Καραντινός, σε μια... δεξίωση, εισηγήθηκαν στον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή την αναγκαιότητα ίδρυσης ενός κρατικού θεάτρου στη Θεσσαλονίκη.
Ο προϋπολογισμός δεν ξεπερνούσε το ένα εκατομμύριο δραχμές.
Στο σπίτι του τότε υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως, Κωνσταντίνου Τσάτσου, σε συγκέντρωση πνευματικών ανθρώπων, τέλη Νοεμβρίου του '60, ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής ρώτησε τον Γιώργο Θεοτοκά τι μπορεί να κάνει για την προαγωγή της πνευματικής ζωής του τόπου. Ο Γιώργος Θεοτοκάς απάντησε: «Να κάνετε θέατρο στη Θεσσαλονίκη». Αντέκρουσε τους ενδοιασμούς τού πρωθυπουργού κυρίως όσον αφορά το κόστος ενός τέτοιου εγχειρήματος και του ανέφερε δύο τρία ονόματα ανθρώπων του θεάτρου που θα μπορούσαν να αναλάβουν το έργο.
Ο πρωθυπουργός ζήτησε σχέδιο οργανώσεως και προϋπολογισμού από τον σκηνοθέτη και διευθυντή τότε της δραματικής σχολής του εθνικού θεάτρου, Σωκράτη Καραντινό, με εντολή να του προσκομιστούν όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Σε δέκα μέρες υποβλήθηκε το σχέδιο και ο προϋπολογισμός και με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου που δημοσιεύτηκε στις 13 Ιανουαρίου 1961 ιδρύθηκε το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Η διοίκησή του, προσωρινά και έως ότου δημοσιευτεί ο νόμος, ανατέθηκε σε «Επιτροπή Οργανώσεως Θεάτρου Βορείου Ελλάδος», της οποίας την προεδρία παρακλήθηκε με επιμονή να αναλάβει ο Γιώργος Θεοτοκάς. Ο καθηγητής Αλέξανδρος Συμεωνίδης ανάλαβε αντιπρόεδρος, ο ποιητής Γιώργος Θέμελης γενικός γραμματέας, οι καθηγητές Στίλπων Κυριακίδης, πρόεδρος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Λίνος Πολίτης, πρόεδρος της μακεδονικής καλλιτεχνικής εταιρίας «Τέχνη» και οι Βασ. Χατζηκυριακού, διευθυντής της Εθνικής Τραπέζης και Γ. Γεωργιάδης, πρόεδρος της ΔΕΘ, μέλη της επιτροπής.
Ο γενικός διευθυντής ως πρόεδρος, ο καθηγητής Λίνος Πολίτης και ο ποιητής Γ. Θέμελης αποτέλεσαν την καλλιτεχνική επιτροπή.
Η υπουργική πράξη της ίδρυσης του θεάτρου περιόριζε σε 20 τον αριθμό των ηθοποιών που θα προσλαμβάνονταν. Η σύνθεση του πρώτου θιάσου του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος ήταν: Θάλεια Καλλιγά, Μαίρη Λαλοπούλου, Κλειώ Νικολάου, Σούλα Δημητρίου, Κυβέλη Μυράτ, Αντιγόνη Γλυκοφρύδη, Νίνα Κούλη, Ηλίας Σταματίου, Ιορδάνης Μαρίνος, Γιώργος Δαμασιώτης, Θάνος Τζενεράλης, Ηλίας Γαλανόπουλος, Κώστας Ματσακάς, Μπάμπης Γιωτόπουλος, Θάνος Αρώνης, Βασίλης Γκόπης, Νέλσων Μωραϊτόπουλος, Δημήτρης Βάγιας, Μιχ. Ρωμανός, Κώστας Γκίνης. Για τη συμπλήρωση των διανομών χρησιμοποιήθηκαν ηθοποιοί εκτάκτως την πρώτη χρονιά και ήταν οι Γ. Γακίδης, Τ. Γακίδου, Β. Γανιτόπουλος, Κ. Βασίλα, Στ. Δελαβίνιας, Ν. Δηλαδέρη, Φ. Δωδόπουλος, Γ. Ιορδανίδης, Χρήστος Καλαβρουζιώτης, Διονύσης Καλός, Ρ. Καλτσά, Ανθή Καριοφύλλη, Ιωάννης Κόκκινος, Στέφανος Κυριακίδης, Ερωφ. Λάλου, Γ. Μπάρτης, Μ. Οικονομίδου, Π. Ποράβου, Κων. Πυρπασόπουλος, Γ. Τσάβαλος, Ευστράτιος Τσαλίκης, Αγγελική Τριανταφυλλίδη, Νίκος Χαραλαμπίδης και Αδ. Ψαρράκης.
Το ΚΘΒΕ εγκαινίασε τις παραστάσεις του με την τραγωδία του Σοφοκλή «Οιδίπους Τύραννος» σε μετάφραση Φώτου Πολίτη, που δόθηκε στα αρχαία θέατρα Φιλίππων και Θάσου το καλοκαίρι του 1961. Από τότε καθιερώθηκε περίοδος παραστάσεων αρχαίου δράματος Φιλίππων - Θάσου (χαρακτηρίστηκε ως η Επίδαυρος της Βόρειας Ελλάδας), που άρχιζε κάθε χρόνο το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Ιουλίου και διαρκούσε έως τις 15 Αυγούστου. Οι παραστάσεις δίνονταν πάντα στα αρχαία θέατρα Φιλίππων και Θάσου.
Το ΚΘΒΕ επρόκειτο να στεγαστεί στο υπό αποπεράτωση τότε κτίριο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών. Με συμφωνία της πολιτείας μάλιστα και της ΕΜΣ παραχωρήθηκε το νέο θέατρο επί έξι μήνες το χρόνο για δέκα χρόνια στη νεοϊδρυθείσα δεύτερη επίσημη κρατική σκηνή της Ελλάδας. Αλλά, το θέατρο της ΕΜΣ δεν αποπερατώθηκε εγκαίρως κι έτσι η πρώτη χειμερινή παράσταση του ΚΘΒΕ στεγάστηκε στο παλιό Βασιλικό Θέατρο Θεσσαλονίκης. Το πρώτο διοικητικό συμβούλιο του ΚΘΒΕ διορίστηκε τέσσερα χρόνια αργότερα (30 Ιανουαρίου 1965) με πρόεδρο τον καθηγητή του ΑΠΘ Βασίλη Τατάκη και γενικό γραμματέα τον λογοτέχνη Γιώργο Βαφόπουλο (οι πέντε τόμοι των «Σελίδων αυτοβιογραφίας» του αποτελούν μοναδικά κείμενα για την ιστορία του ΚΘΒΕ, μια που ούτε το ίδιο το θέατρο δεν εξέδωσε έκτοτε και μέχρι σήμερα κάποιο λεύκωμα για το σύνολο των δραστηριοτήτων του). Ως μέλη της καλλιτεχνικής επιτροπής διορίστηκαν έναν μήνα αργότερα ο Παύλος Ζάννας, ο Γιώργος Δέλιος και ο ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης.
«Η θεατρική ζωή της Θεσσαλονίκης μπορεί να χωριστεί σε δύο περιόδους: πριν και μετά το 1961, οπότε ιδρύεται το ΚΘΒΕ», σημειώνει ο θεατρολόγος, ομότιμος σήμερα καθηγητής Θεατρολογίας του ΑΠΘ, Νικηφόρος Παπανδρέου. «Πριν, η θεατρική κίνηση ήταν κυρίως εισαγόμενη. Η πόλη πέραν από κάποιες σποραδικές προσπάθειες δεν παράγει θέατρο, αλλά φιλοξενεί αθηναϊκούς θιάσους. Από το 1961 αρχίζει να υπάρχει εγχώρια θεατρική παραγωγή σε μόνιμη βάση».
Το πρώτο κρατικό θέατρο Θεσσαλονίκης:
Το ΚΘΒΕ δεν έχει ζωή μόνο 50 χρόνων, αλλά 70. Το πρώτο κρατικό θέατρο ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1943, μέσα στο σκοτάδι της γερμανικής κατοχής, ως αντίδραση αρχικά στην πρόθεση του Βούλγαρου αντιπροσώπου - συνεργάτη των Ναζί να εγκαταστήσει στη Θεσσαλονίκη κλιμάκιο του εθνικού θεάτρου της Βουλγαρίας και της όπερας της Σόφιας. Οι σκοποί του προκάλεσαν την άμεση αντίδραση των Ελλήνων, οι οποίοι επιστράτευσαν σε χρόνο ρεκόρ το γερμανομαθή Λέοντα Κουκούλα, το σκηνογράφο Γιώργο Βακαλό και το νέο συνθέτη Κωστή Μιχαηλίδη, οι οποίοι αποτέλεσαν τα πρώτα στελέχη του νεοσύστατου θεάτρου.
Το «Κρατικό Θέατρο Θεσσαλονίκης» εγκαταστάθηκε πρόχειρα στο κτίριο - παράγκα του Λευκού Πύργου. Βασικοί πρωταγωνιστές του ήταν οι: Μάνος Κατράκης, Ντόρα Βολανάκη, Έλλη Ξανθάκη, Γιάννης Αυλωνίδης κ.α. Οι παραστάσεις του («Τρισεύγενη» του Παλαμά, «Βαβυλωνία» του Βυζάντιου, «Λουίζα Μίλερ» του Σίλλερ) αποτέλεσαν μόνιμα μηνύματα αντίστασης στη γερμανική κατοχή.
Η τελευταία παράσταση του Κρατικού Θεάτρου Θεσσαλονίκης δόθηκε αμέσως μετά την απελευθέρωση με το έργο του Βασίλη Ρώτα «Ρήγας Βελενστινλής» με το Μάνο Κατράκη. Με το κατέβασμα της ιστορικής παράστασης το θέατρο έκλεισε για πάντα και οι αλλεπάλληλες προσπάθειες για επαναλειτουργία του απέβησαν άκαρπες για 15 και πλέον χρόνια.
Η πρεμιέρα:
Το καλοκαίρι του 1961 το ΚΘΒΕ είναι γεγονός. Στις 19 Αυγούστου δόθηκε στο αρχαίο θέατρο των Φιλίππων η πρώτη παράστασή του με τον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή, σε μετάφραση του Φώτου Πολίτη και σκηνοθεσία του ιδρυτή του θεάτρου, διευθυντή του, του «δασκάλου», όπως απαιτούσε να τον αποκαλούν οι ηθοποιοί και οι συνεργάτες του, του Σωκράτη Καραντινού. Τους ρόλους ερμήνευαν οι Ηλίας Σταματίου, Ιορδάνης Μαρίνος, Θάλεια Καλλιγά και Κώστας Ματσακάς.
Η χειμερινή περίοδος του πρώτου χρόνου λειτουργίας του ΚΘΒΕ εγκαινιάστηκε με τον «Παπαφλέσσα» του Σπύρου Μελά, που σκηνοθέτησε ο Πέλος Κατσέλης. Οι παραστάσεις δόθηκαν στο Βασιλικό Θέατρο.
Την άνοιξη του 1962 το ΚΘΒΕ έκανε τα πρώτα του βήματα προς τη θεατρική αποκέντρωση, πραγματοποιώντας την πρώτη του μεγάλη περιοδεία σε 15 πόλεις του βορειοελλαδικού χώρου, όπου και παρουσίασε όλα τα έργα της χειμερινής περιόδου («Η κυρία με τα άσπρα γάντια» του Άγγελου Τερζάκη, «Η προξενήτρα» του Ουάιλντερ, «Φλωρεντινή τραγωδία» και «Σαλώμη» του Οσκαρ Γουάιλντ και «Ιωάννης Γαβριήλ Μπόργκμαν» του Ερρίκου Ίψεν). Οι ανοιξιάτικες αυτές περιοδείες συνεχίστηκαν όλα τα χρόνια της διεύθυνσης του Καραντινού και πλουτίστηκαν μάλιστα με θερινές περιοδείες (από το 1964) και φθινοπωρινές (από το 1966), τηρώντας έτσι την υπόσχεση για ένα θέατρο της Βόρειας Ελλάδας κι όχι της Θεσσαλονίκης,
Οι «ιστορικές» παραστάσεις:
Το ΚΘΒΕ χαρακτηρίστηκε -στα πρώτα τουλάχιστον χρόνια της λειτουργίας του - ως «πρωτοποριακό», ακόμα και «πειραματικό» λόγω των επιλογών ρεπερτορίου αλλά και των συνεργατών - σκηνοθετών του, σε αντίθεση με το χαρακτηρισμένο ως «κλασσικό» Εθνικό θέατρο.
Έτσι, πέρα από την «ιστορική» πρώτη παράσταση του «Οιδίποδα» έχουν ξεχωρίσει παραστάσεις όπως αυτή της Σίβυλλας του Άγγελου Σικελιανού σε σκηνοθεσία Σωκράτη Καραντινού με τη Θάλεια Καλλιγά στον ομώνυμο ρόλο του 1964, «το μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας» του Γρηγορίου Ξενόπουλου με την κυρία Κυβέλη, η λεγόμενη «παράσταση-σταθμός» για το νεότερο ελληνικό θέατρο (όπως τη χαρακτήρισαν κριτικοί) με το έργο του Σάμουελ Μπέκετ «Περιμένοντας τον Γκοντό» (Δεκέμβριος 1965) σε σκηνοθεσία Μίνωα Βολανάκη με τους Νικήτα Τσακίρογλου, Κώστα Ματσακά και Αλέκο Πέτσο.
Ακολούθησαν παραστάσεις όπως αυτή με το έργο του Γ. Θέμελη «το ταξίδι» που σκηνοθέτησε ο καραγκιοζοπαίχτης Ευγένιος Σπαθάρης (Φεβρουάριος 1966).
Τις δυο πρώτες δεκαετίες λειτουργίας του το ΚΘΒΕ ανέδειξε νέους -τότε- ηθοποιούς όπως ο Νικήτας Τσακίρογλου (διευθυντής του θεάτρου στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα), ο Δημήτρης Καρέλλης («ιστορικός» πρωταγωνιστής του θεάτρου και από τους λίγους που παρέμεινε πιστός στη Θεσσαλονίκη, ο Δημήτρης Βάγιας, Θάλεια Καλλιγά, Ανδρέας Ζησιμάτος, Χρήστος Καλαβρούζος, Αλέκα Παίζη, Στέφανος και Νίκος Κυριακίδης, Διονύσης Καλός, Σοφία Λάππου, αλλά και συνεργασίες με την Αλεξάνδρα Λαδικού, Κατερίνα Χέλμη, Τίτο Βανδή, Κώστα Ματσακά, Άννα Συνοδινού, Μελίνα Μερκούρη, Δημήτρη Παπαμιχαήλ κ.α
Ακολούθησαν στις δεκαετίες του ΄80 και ΄90, η συνεργασία με τον Ανδρέα Βουτσινά και η «σχολή» που δημιούργησε αναδεικνύοντας νέους ηθοποιούς όπως η Λυδία Φωτοπούλου, Φιλαρέτη Κομνηνού, Νίκος Σεργιανόπουλος, Γιώργος Λέφας, Δέσπω Διαμαντίδου κ.α
Ιστορικές παραμένουν απ΄ αυτές τις δεκαετίες (80 και ΄90) οι παραστάσεις της «Τρελλής του Σαγιώ» του Ζυροντύ με τη Δέσπω Διαμαντίδου (1981), το ποιητικότατο «Χάρολντ και Μώντ» του Κόλιν Χιγγινς (1984) του Ανδρέα Βουτσινά με τη Δέσπω Διαμαντίδου, η αμφιλεγόμενη «΅Ελένη» του Ευριπίδη (1985) με την Αλεξάνδρα Λαδικού, το άνοιγμα του επί ένα μόλις χρόνο διευθυντή του -καθηγητή Δημήτρη Μαρωνίτη σε χώρους εκτός του θεάτρου της ΕΜΣ όπως η πρώτη λειτουργία ως θεάτρου των υπαίθριων χώρων των πρώην φυλακών Επταπυργίου (έκλεισαν το 1989) με παραστάσεις όπως της «Ερωφίλλης» του Χορτάτζη, αναγνώσεις έργων και «ιδιαίτερες» παραστάσεις με φυσικό σκηνικό τα πολυθρύλητα κάστρα του Γεντί Κουλέ.
Το ΚΘΒΕ «άνοιξε» πολύ περισσότερο μετά τη μετατροπή του σε Ν.Π.Ι.Δ. τις αλλαγές του νόμου λειτουργίας του (1994) αλλά και την μαξιμαλιστική λογική που επικράτησε όσον αφορά το κτιριακό και τη μεγιστοποίηση των σκηνών του (το ΚΘΒΕ «προικοδοτήθηκε» με κονδύλια του Οργανισμού Πολιτιστικής Πρωτεύουσας 1997) με νέες ογκώδεις θεατρικές αίθουσες (Ανακαίνιση και μεγιστοποίηση του θεάτρου της ΕΜΣ, επανανέγερση του Βασιλικού Θεάτρου, ίδρυση των δυο σκηνών της Μονής Λαζαριστών ) με αποτέλεσμα να περάσει στη νέα φάση λειτουργίας του από το 2000 και μέχρι σήμερα.
Το άνοιγμα στην Ευρώπη, οι μεγάλες σκηνές, ο νέος τρόπος διοίκησης και λειτουργίας έδωσαν νέο προφίλ στο θέατρο και το καλλιτεχνικό του προϊόν.
«Ιστορικές» χαρακτηρίζονται πλέον οι παραστάσεις - προκλήσεις όπως αυτή των «Βακχών» του Ευριπίδη υπό τη σκηνοθετική ματιά του Γερμανού Ματίας Λάνχοφ το 1997, λίγο νωρίτερα (1992) η «Ηλέκτρα» του Ανδρέα Βουτσινά με τη Φιλαρέτη Κομνηνού, οι 12ωρης διάρκειας παράσταση των «Δαιμονισμένων» του Ντοστογιέφκσι από το θέατρο «Μάλι» της Αγίας Πετρούπολης (στο πλαίσιο του φεστιβάλ της Ένωσης Θεάτρων της Ευρώπης που φιλοξενήθηκε το 1997 στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης), η μετάκληση του Ρουμανο-Αμερικανού πολυσυζητημένου σκηνοθέτη Αντρέι Σερμπάν που σκηνοθέτησε τον «Ηρακλή» το καλοκαίρι του 2002 (με τον Στέφανο Κυριακίδη και τη Λυδία Φωτοπούλου) κι ένα ...σαξόφωνο που έδωσε την πλέον έντονη σκηνή-ήχο της παράστασης.
Η οικονομική κρίση των τελευταίων χρόνων (που άρχισε να διαφαίνεται και με τη μορφή της κοινωνιολογικής - ηθικής κρίσης αρκετά νωρίτερα) δεν άφησε ανεπηρέαστο και το κρατικό θέατρο.
Φέτος, το ΚΘΒΕ γιορτάζει τη συμπλήρωση του μισού αιώνα ζωής του με τα «Μικρά Διονύσια» - μια παραγωγή -φόρο τιμής στην ιστορία των 74 παραστάσεων αρχαίου δράματος που ανέβασε η δεύτερη κρατική σκηνή της χώρας στα 50 καλοκαίρια της λειτουργίας της.
Η προσπάθειες οργανωμένης καταγραφής της ιστορίας του ΚΘΒΕ άρχισαν από 2000 (επί διευθύνσεως του σκηνοθέτη Διαγόρα Χρονόπουλου- για τα 40 τότε χρόνια λειτουργίας του) απέβησαν μάλλον άκαρπες.
Η φετινή παράσταση των «Μικρών Διονυσίων» αποφασίστηκε να δώσει την πρεμιέρα της στην Επίδαυρο στις 8 και 9 Ιουλίου, ματαιώθηκε όμως λόγω των κινητοποιήσεων των ηθοποιών.
Το ΚΘΒΕ δεν μετείχε στο φεστιβάλ αρχαίου δράματος του αργολικού θεάτρου μέχρι και το 1974 καθώς έως τότε το θέατρο της Επιδαύρου θεωρούνταν η θερινή σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Ως «Επίδαυρος» της Βόρειας Ελλάδας είχε ορισθεί άτυπα το αρχαίο θέατρο των Φιλίππων όπου το ΚΘΒΕ έδωσε την πρεμιέρα της θεατρικής του ύπαρξης στις 19 Αυγούστου του 1961.
Στους Φιλίππους τα επετειακά «Μικρά Διονύσια» θα παρασταθούν την ερχόμενη Πέμπτη 21 και Παρασκευή 22 Ιουλίου ενώ για την Επίδαυρο (μετά τη ματαίωση της πρεμιέρας τους εκεί) ορίστηκαν νέες ημερομηνίες, στις 12 και 13 Αυγούστου.