Κάλεσμα για «κοινό μέτωπο απέναντι στο νεοναζισμό» απηύθυνε ο πρόεδρος της Δημοκρατικής Αριστεράς Φώτης Κουβέλης, τονίζοντας την ανάγκη για «δημοκρατική εγρήγορση και συμπαράταξη σε ό,τι αφορά στο πολιτικό σκέλος».
Ο κ. Κουβέλης, μιλώντας στην εκδήλωση της ΔΗΜΑΡ για την Δημοκρατία και την αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής με τίτλο «Η Δημοκρατία δεν απειλείται», επεσήμανε πως αποτελεί προτεραιότητα η «συνεννόηση όλων των κομμάτων της δημοκρατίας και η συγκρότηση μετώπου αντιμετώπισης του φασιστικού κινδύνου».
«Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ οφείλουν να υποχωρήσουν από τις επικοινωνιακές προσεγγίσεις και να επωμιστούν το βάρος που τους αναλογεί», υπογράμμισε ο κ. Κουβέλης συμπληρώνοντας πως «μικροκομματικές συμπεριφορές και μικροκομματικές ενέργειες βλάπτουν. Είναι άλλο πράγμα η πολιτική διαπάλη μέσα στη δημοκρατία, που είναι όχι μόνο σεβαστή, αλλά και αναγκαία και άλλο πράγμα η αντιπαλότητα της δημοκρατίας με τους εχθρούς της».
«Στη Νέα Δημοκρατία, οφείλουν να θυμούνται ότι η ανοχή που επέδειξαν στο φαινόμενο της Χρυσής Αυγής – και η παράλληλη υιοθέτηση μιας συντηρητικής ατζέντας, δεν τους βγήκε», είπε ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, προσθέτοντας πως «τροφοδότησε τη θεσμική αδράνεια και χαλάρωση και την ανοχή στο επίπεδο της κοινωνίας».
Σε ότι αφορά στον ΣΥΡΙΖΑ υπογράμμισε πως «η αξιωματική αντιπολίτευση κάνει λάθος να είναι επιφυλακτική στην αναγκαία δημοκρατική συμπαράταξη για την αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής, φοβούμενη ότι θα θολώσει η πολιτική της πρόταση για την καταγγελία του μνημονίου και θα αποδυναμωθεί ο πολιτικός στόχος της για την ανάληψη κυβερνητικής εξουσίας. Κάνει λάθος. Το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής έχει την προτεραιότητα και την αυτονομία του».
Μιλώντας τέλος, για τον αντιρατσιστικό νόμο, σημείωσε πως «δεν υποκαθίσταται από τον ποινικό κώδικα. Αντιθέτως, λειτουργούν συμπληρωματικά».
«Υποστηρίξαμε τότε, τη σχετική νομοθετική πρωτοβουλία, μαζί με τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, που, δυστυχώς όμως, για συγκεκριμένους και γνωστούς λόγους δεν κατέστη δυνατό να προωθηθεί. Περιμένουμε να δούμε τώρα τι θα πράξει η κυβέρνηση. Έστω και εκ των υστέρων πρέπει να κατανοεί την ανάγκη περαιτέρω θεσμικής θωράκισης. Επίσης το ζήτημα της χρηματοδότησης από τον κρατικό προϋπολογισμό οργανώσεων με εγκληματική δράση, δεν μπορεί να αποτελεί πεδίο αντιπαράθεσης των δημοκρατικών πολιτικών δυνάμεων».