Για την ελληνική κρίση χρέους και τον τρόπο αντιμετώπισης της μιλά η επικεφαλής του Συμβουλίου της Ομοσπονδίας Βαλεντίνα Ματβιένκο, η οποία παράλληλα εκφράζει τον θαυμασμό της για το «κουράγιο» της ελληνικής κυβέρνησης. Ενδιαφέρεται ακόμη η Gazprom για την ΔΕΠΑ, υποστηρίζει.
Σε συνέντευξη της στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, η κ. Ματβιένκο υπογραμμίζει πως «οι πιστωτές και οι άλλες χώρες της Ευρωζώνης πρέπει να αναλάβουν τμήμα της ευθύνης και του κόστους για την έξοδο της Ελλάδας και της Κύπρου από την κρίση χρέους, γιατί δεν μπορεί να πληρώσει όλο το κόστος αυτής της κρίσης μόνο ο ελληνικός λαός», ενώ επιπρόσθετα εκφράζει τον θαυμασμό της για την ελληνική κυβέρνηση και όλα όσα έχει καταφέρει.
Αναφερόμενη ωστόσο στο μέλλον της Ευρωζώνης, η κ. Ματβιένκο υποστηρίζει πως «αν φύγει έστω και μια χώρα, τότε θα είναι η αρχή του τέλους για την Ευρωπαϊκή Ενωση».
Τι δηλώνει για την Gazprom
Οσον αφορά την προοπτική επενδύσεων στην Ελλάδα, η κ. Ματβιένκο σημείωσε πως ο Βλαντιμίρ Πούτιν είναι υπέρ των επενδυτικών κινήσεων στη χώρα, ενώ σχολίασε και την παρ' ολίγον πώληση της ΔΕΠΑ στην Gazprom, υποστηρίζοντας πως «δεν υπήρξε η επαρκής νομική διατύπωσή της και η Gazprom δεν μπορούσε, υπό αυτές τις συνθήκες, να υπογράψει». Ωστόσο όπως αναφέρει, η Gazprom εξακολουθεί να έχει «θερμό» ενδιαφέρον για την ΔΕΠΑ και την επέκταση του South Stream, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση της τιμής του φυσικού αερίου που προμηθεύεται η Ελλάδα, ωστόσο την ίδια στιγμή ζητά από την ελληνική κυβέρνηση να πάρει η ίδια αποφάσεις για το συγκεκριμένο θέμα με οικονομικά κριτήρια.
Ακολουθεί η πλήρης συνέντευξη:
Ερ. Πώς εκτιμάτε τα αποτελέσματα των επαφών σας στην Αθήνα;
Απ. Πολύ θετικά. Εξετάσαμε όλο τον κύκλο των θεμάτων, που τίθενται στην ημερήσια διάταξη, ανταλλάξαμε απόψεις, μεταφέραμε την πολιτική θέση της ρωσικής ηγεσίας στην ελληνική. Τέτοιες συναντήσεις είναι πολύ σημαντικές για την εμβάθυνση και επέκταση της στρατηγικής σχέσης με την Ελλάδα, που είναι από τους σημαντικότερους εταίρους μας στην Ευρώπη. Και η ελληνική ηγεσία μου μετέφερε την επιθυμία της για διεύρυνση της στρατηγικής συνεργασίας με τη Ρωσία. Αυτό είναι βασικό.
Ερ. Υπήρξαν αρκετά δημοσιεύματα, ακούστηκαν απόψεις ότι ζούμε μια περίοδο χειροτέρευσης των ελληνορωσικών σχέσεων, ιδιαίτερα μετά την υπόθεση της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΠΑ. Πώς βλέπετε αυτό το ζήτημα; Τι πιστεύετε ότι πρέπει να γίνει για τη βελτίωση των ελληνορωσικών σχέσεων;
Απ. Το αντίστροφο συμβαίνει. Μετά από ορισμένες αναγκαίες παύσεις, το τελευταίο διάστημα ενεργοποιήθηκαν οι επαφές σε όλα τα επίπεδα. Διεξάγεται ενεργός πολιτικός διάλογος στο ανώτερο επίπεδο, γίνονται διαρκείς επαφές εργασίας μεταξύ των ηγεσιών των κρατών μας, υπάρχει συνεργασία μεταξύ Υπουργείων, δραστηριοποιήθηκε η διακυβερνητική επιτροπή για την οικονομική συνεργασία, Σήμερα, έχουν δημιουργηθεί συνθήκες για το πέρασμα της ελληνορωσικής συνεργασίας σε ποιοτικά ανώτερο επίπεδο.
Σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα, ξανά θέλω να υπογραμμίσω ότι ο Πρόεδρος και η ρωσική κυβέρνηση υποστηρίζουν τη συμμετοχή ρωσικών εταιρειών στις ελληνικής ιδιωτικοποιήσεις και πάρθηκε επίσημα σχετική πολιτική απόφαση. Υπήρξε συμφωνία με τη ΓΚΑΖΠΡΟΜ για την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ, αλλά δεν υπήρξε η επαρκής νομική διατύπωσή της και η ΓΚΑΖΠΡΟΜ δεν μπορούσε, υπό αυτές τις συνθήκες, να υπογράψει. Αλλά οι συνομιλίες δεν τέλειωσαν, συνεχίζονται, η ΓΚΑΣΠΡΟΜ ενδιαφέρεται για την συμμετοχή της στην ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ, χρειάζεται όμως η αμοιβαία ικανοποιητική προετοιμασία των νομικών όρων. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι αυτά τα ζητήματα να λυθούν σε διμερές επίπεδο. Αντιλαμβανόμαστε ότι η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης και πρέπει να συμφωνήσει με τους εταίρους της τους όρους της ιδιωτικποποίησης. Το καταλαβαίνουμε αυτό. Αλλά όταν οι όροι συμφωνηθούν και γίνει ο διαγωνισμός, την τελική απόφαση για το ποιος θα τον κερδίσει πρέπει να την πάρει η ελληνική κυβέρνηση, χωρίς πολιτικές πιέσεις, ξεκινώντας από το ποιές είναι οι καλύτερες προσφορές. Η ΓΚΑΖΠΡΟΜ δεν είχε μόνο καλή προσφορά, αλλά είχε επίσης πολύ σοβαρή πρόθεση, όχι μόνο να συμμετάσχει στην ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ, αλλά και να επενδύσει πολύ σημαντικά μέσα στην ανάπτυξη του ελληνικού ενεργειακού συμπλέγαμτος. Όπως ξέρετε, η ΓΚΑΖΠΡΟΜ είναι η μεγαλύτερη εταιρεία αερίου στον κόσμο, προτίθεται να αλλάξει το σύστημα παροχής αερίου στην Ελλάδα και με την κατασκευή διακλάδωσης του South Stream μέσω Ελλάδας να μειώσει και την τιμή του αερίου για την Ελλάδα. Η ΓΚΑΖΠΡΟΜ είναι, επίσης, έτοιμη να συμμετάσχει στην κατασκευή σταθμών ηλεκτρικής ενέργειας για την παραγωγή φτηνότερου ηλεκτρικού ρεύματος κλπ. Τα σχέδια της ΓΚΑΖΠΡΟΜ έχουν μεγάλη σημασία για την ελληνική οικονομία, σημαίνουν νέες θέσεις εργασίες, σύγχρονη ανάπτυξη του ενεργειακού τομέα στην Ελλάδα και φυσικά είναι συμφέροντα και για την Ρωσία. Σημαίνουν εμβάθυνση της ενεργειακής συνεργασίας μας με την Ελλάδα, που είναι στρατηγικός μας εταίρος. Εφόσον προετοιμάσουμε από κοινού τους όρους του διαγωνισμού, ασφαλώς η ΓΚΑΖΠΡΟΜ θα συμμετάσχει σε αυτόν. 'Οσοι τώρα λένε τα αντίθετα είτε δεν γνωρίζουν το θέμα, είτε θέλουν να το πολιτικοποιήσουν. Δεν χρειάζεται πολιτικοποίηση.
Ερ. Πιστεύετε επομένως ότι είναι πιθανό τελικά να φτάσουμε στην κατασκευή ενός κλάδου του South Stream που θα περνάει από την Ελλάδα, δεν ξέρω αν θα μπορούσαμε να ελπίσουμε και σε μια αναγέννηση του σχεδίου Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη που συζητάμε σχεδόν είκοσι χρόνια.
Απ. Σε ό,τι αφορά το πρώτο τμήμα της ερώτησής σας, ναι, τέτοια εκδοχή, η κατασκευή κλάδου του South Stream μέσω Ελλάδας, εξετάζεται, εφόσον ευοδωθεί η επενδυτική προσπάθεια της ΓΚΑΖΠΡΟΜ στην Ελλάδα. Σε ό,τι αφορά τον Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη, σήμερα, στα πλαίσια των συνομιλιών, η ελληνική πλευρά εκ νέου επιβεβαίωσε το ενδιαφέρον της. Και η Ρωσία, επίσης, ενδιαφέρεται για την πραγματοποίηση αυτού του σχεδίου. Τώρα, μαζί με την Ελλάδα, πρέπει να επιχειρήσουμε να πείσουμε την κυβέρνηση της Βουλγαρίας, ώστε να υποστηρίξει ενεργά αυτό το σχέδιο και να πραγματοποιηθεί.
Ερ. Η Ελλάδα και η Κύπρος περνούν ίσως τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση που σημειώθηκε στη δυτική, καπιταλιστική Ευρώπη, μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ποιά είναι η άποψή σας, η άποψη της Ρωσίας για την κρίση χρέους που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή 'Ενωση;
Απ. Πριν απ' όλα, η κατάσταση στην Ελλάδα και την Κύπρο είναι τμήμα της πανευρωπαϊκών οικονομικών και χρηματοπιστωτικών προβλημάτων. Μπορεί η Ελλάδα και η Κύπρος να υφίστανται σε μεγαλύτερο βαθμό τις συνέπειες της οικονομικής-χρηματοπιοστωτικής κρίσης απ΄ότι άλλες χώρες, αλλά πρόκειται για τμήμα γενικού προβλήματος. Η οικονομία των ευρωπαϊκών χωρών βρίσκεται σε άσχημη κατάσταση, είτε μιλάμε για ύφεση, είτε για μείωση του ρυθμού ανάπτυξης. Η Ευρωπαϊκή 'Ενωση πρέπει να βρει τη λύση αυτών των προβλημάτων γιατί αν έστω και μία χώρα αν φύγει από την 'Ενωση, από την ευρωζώνη, αυτό θα είναι η αρχή του τέλους για την Ευρωπαϊκή 'Ενωση, αυτό δεν μπορεί να το επιτρέψει η 'Ενωση. Οι συνομιλίες με τους πιστωτές, με την τρόικα είναι πάντα πολύ δύσκολες. Θα πρέπει να επισημάνουμε εδώ τη συνέπεια, το κουράγιο της ελληνικής κυβέρνησης που αναγκάζεται να λάβει μέτρα που επιδεινώνουν το βιοτικό επίπεδο του ελληνικού λαού, για να βγάλει τη χώρα από αυτή την βαθειά κρίση. Ωστόσο, η κυβέρνηση επιδεικνύει μια ικανότητα σε συνθήκες θα έλεγα force majeure, έκτακτης ανάγκης, και να συγκρατήσει την οικονομική-πολιτική κατάσταση και τη σταθερότητα στη χώρα. Πιστεύω όμως ότι ένα διακριτό τμήμα της ευθύνης για τα προβλήματα πρέπει να αναληφθεί και από τους πιστωτές και από τις χώρες της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, Δεν πρέπει ο ελληνικός λαός να πληρώσει τόσο μεγάλο τίμημα για την έξοδο από την κρίση.
Ερ. Το τελευταίο διάστημα η ρωσική διπλωματία έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στο θέμα της Συρίας. Είδαμε με ιδιαίτερη ικανοποίηση τη συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Πιστεύετε ότι με αυτή τη συμφωνία, που επιτεύχθηκε, πάμε σε μια διακοπή αυτής της σειράς πολέμων, ή θα βρεθεί μετά από ένα διάστημα ένα καινούριο πρόσχημα για να συνεχιστεί αυτή η πολιτική;
Απ. Η Ρωσία δεν επεδίωξε ποτέ τη σύγκρουση. Ενδιαφερόμαστε για την επεξεργασία λύσεων στα πλαίσια του Συμβουλίου Ασφαλείας και με τον μείζονα στρατηγικό μας εταίρο, τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Κι από την αρχή της συριακής κρίσης υιοθετήσαμε πολύ συνεπή και αυστηρή θέση ότι η λύση της συριακής κρίσης μπορεί να επιτευχθεί μόνο με πολιτικές, διπλωματικές μεθόδους. Ο ίδιος ο συριακός λαός πρέπει να αποφασίσει ποιος θα κυβερνάει τη χώρα του, χωρίς εξωτερικές βίαιες αναμείξεις στις υποθέσεις μιας κυρίαρχης χώρας, κατά παράβαση ή χωρίς απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Γιατί αυτό είναι πολύ επικίνδυνη μέθοδος που μπορεί να καταστρέψει όλη την παγκόσμια τάξη και τον ΟΗΕ, όπως στον καιρό της διαλύθηκε η Κοινωνία των Εθνών. Ακολουθήσαμε αυτή την πολιτική και είμαστε τώρα ευτυχείς γιατί η πρωτοβουλία που ανέλαβε η Ρωσία για να θέσει τα χημικά όπλα της Συρίας υπό διεθνή έλεγχο υποστηρίχθηκε από τις ΗΠΑ και τη συριακή κυβέρνηση που ανέλαβε την δέσμευση αυστηρής τήρησης της συμφωνίας. Η συμφωνία στη Γενεύη περιέχει την παραίτηση των Ηνωμένων Πολιτειών από τις απειλές αεροπορικών επιδρομών κατά της Συρίας και την από κοινού προετοιμασία της ειρηνευτικής διάσκεψης «Γενεύη 2», για μια πολιτικο-διπλωματική λύση στο συριακό πρόβλημα.
Eρ. Πιστεύετε, δηλαδή, ότι βρισκόμαστε ίσως προ ενός τέρματος της πολιτικής αυτής των διαρκών πολέμων στη Μέση Ανατολή, που άρχισε πριν από δεκαπέντε χρόνια; Γιατί έχουμε και το θέμα του Ιράν.
Απ. Θα καταβάλουμε κάθε προσπάθεια στην κατεύθυνση ακριβώς που είπατε. Ακούστε, τα δικά μας στοιχεία λένε ότι τα χημικά δεν τα χρησιμοποίησε ο 'Ασαντ, αλλά οι αντάρτες για να προσκαλέσουν την ξένη επέμβαση και γι' αυτό ζητήσαμε έρευνα των Ηνωμένων Εθνών. Τώρα, αν γίνει τελικά επίθεση στη Συρία, αυτό θα έβαζε σταυρό σε όλη την ειρηνική παγκόσμια τάξη, θα οδηγούσε στις πιο άσχημες συνέπειες για αυτή την περιοχή, σε πολύ άσχημη ανθρωπιστική καταστροφή, σε μια περιοχή που είναι η πυριτιδαποθήκη του κόσμου. Η κατάσταση θα ήταν απρόβλεπτη, η Συρία θα έπαυε να υπάρχει ως χώρα, η εξουσία θα πέρναγε στα χέρια εξτρεμιστών και τρομοκρατών. Τα είδαμε και στο Ιράκ, στη Γιουγκοσλαβία, στη Λιβύη, στην Αίγυπτο. Αυτά όλα δεν οδηγούν σε καμία ειρήνη, καμία δημοκρατία, καμία ασφαλή ζωή για τους ανθρώπους. Γι' αυτό, όσο κι αν είναι δύσκολο, πρέπει να αναζητούμε πολιτικο-διπλωματικές λύσεις των διενέξεων. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει. Κι αυτή τη θέση σε σχέση με τη Συρία, την υποστήριξαν πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας και είδαμε στον κόσμο την ανάπτυξη ισχυρού φιλειρηνικού κινήματος. Κανείς δεν πρέπει να αγνοεί την κοινή γνώμη. Γι' αυτό και είναι πολύ καλό προηγούμενο όταν δύο υπερδυνάμεις συμφωνούν και ελπίζω να συνεχίσουμε έτσι και στο μέλλον.