Τον μεγαλύτερο αριθμό ισοβιτών από κάθε άλλη χώρα της Ευρώπης καταγράφουν οι ελληνικές φυλακές, καθώς, ανάμεσα στους 12.912 κρατούμενους, οι 1.000 εκτίουν ποινές ισόβιας κάθειρξης.
Αιτία αυτού του φαινομένου είναι η ευκολία με την οποία επιβάλλεται η ποινή των ισοβίων στη χώρα, κάτι που, όπως αναφέρει η «Καθημερινή», έχει αυξηθεί ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια για αδικήματα οικονομικής φύσης.
Χαρακτηριστικό είναι ότι σε χώρες με αντίστοιχο πληθυσμό οι αριθμοί είναι εντυπωσιακά μικρότεροι: Η Ολλανδία διαθέτει 90 ισοβίτες, η Γερμανία 14, ενώ μόνο η Ιταλία έχει περισσότερους (1.600) αλλά με πενταπλάσιο πληθυσμό από την Ελλάδα.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, η συχνή επιβολή ισοβίων είναι κάτι που προβληματίζει εδώ και χρόνια πανεπιστημιακούς, δικαστικούς και νομικούς, οι οποίοι επισημαίνουν ότι η ανώτατη των ποινών πρέπει να επιβάλλεται μόνο σε σοβαρές περιπτώσεις όπως ανθρωποκτονίες, ληστείες κλπ.
Δεδομένου, άλλωστε, πως στην πλειοψηφία τους όσοι καταδικάζονται σε ισόβια παραμένουν στη φυλακή το πολύ 15 χρόνια, δεν είναι λίγοι εκείνοι που προτείνουν τον περιορισμό στην επιβολή της ανώτατης ποινής.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η διάταξη που περιλαμβάνεται στον νέο Ποινικό Κώδικα ο οποίος αναμένεται να κατατεθεί προς ψήφιση στη Βουλή μέχρι το τέλος του μήνα.
Ο νέος Κώδικας προβλέπει περιορισμό στην επιβολή ισόβιας κάθειρξης με το δικαστήριο να έχει στο εξής δικαίωμα να επιβάλλει ποινές 15 έως 20 ετών και όχι μόνο την ανώτατη.
Σημαντικές είναι επίσης οι ρυθμίσεις σύμφωνα με τις οποίες για τα κακουργήματα, τα περισσότερα, στο εξής οι προβλεπόμενες ποινές θα είναι από 5 έως 15 χρόνια ( το ανώτατο ήταν 20) και για τα πλημμελήματα από ένα μήνα έως 5 χρόνια.
Με άλλη διάταξη του νέου Κώδικα καταργείται το μέτρο της μετατροπής των ποινών σε χρηματικές, κάτι που ήδη προκαλεί συζητήσεις και μέσα στη Δικαιοσύνη, ενώ διευρύνεται ο κατάλογος των ελαφρυντικών και προβλέπονται ως ελαφρυντικά και άλλες καταστάσεις, όπως για παράδειγμα η εξάρτηση από συγκεκριμένες ουσίες, η συνδρομή που παρέχει κάποιος στις δικαστικές αρχές για την εξιχνίαση μιας εγκληματικής δράσης.