Μέχρι εκείνο το απόγευμα του Απρίλη, οπότε και αυτοκτόνησε μαζί με την Εύα Μπράουν – η Μάχη του Βερολίνου είχε πλέον κριθεί και η γερμανική πρωτεύουσα βρισκόταν στα χέρια των Συμμάχων – ο Αδόλφος Χίτλερ δεν είχε δει το φως της ημέρας επί δέκα συναπτές ημέρες, καθώς επί μήνες πριν από την πτώση του Βερολίνου ζούσε στο υπόγειο καταφύγιό του 9 μέτρα κάτω από το έδαφος.
Υπήρχαν βέβαια κάποιες φορές όπου ο Φύρερ έβρισκε την ευκαιρία να βγάλει βόλτα τον Γερμανικό Ποιμενικό του, την γνωστή Μπλόντι, στους επίγειους κήπους της Καγκελαρίας. Εκείνες όμως τις τελευταίες δέκα ημέρες, η προέλαση του ρωσικού στρατού καθιστούσε την όποια έξοδό του αδύνατη.
Η τελική σκηνή του δράματος είναι γνωστή: πρώτη «έφυγε» η Μπλόντι έπειτα από χορήγηση κυανίου, για να ακολουθήσουν την επόμενη ημέρα οι αυτοκτονίες του ιδίου και της Μπράουν.
Εν συνεχεία, τα πτώματά τους μεταφέρθηκαν στο χώρο ακριβώς μπροστά από την είσοδο του υπόγειου καταφυγίου, όπου αποτεφρώθηκαν μέσα σε ένα χωμάτινο λάκκο.
Εξήντα οκτώ χρόνια αργότερα, το Βερολίνο είναι σχεδόν αγνώριστο. Τη θέση της Καγκελαρίας καταλαμβάνουν σήμερα ένα νηπιαγωγείο και ένα κινέζικο εστιατόριο, το υπόγειο καταφύγιο είναι μισοκατεδαφισμένο και σφραγισμένο, ενώ στο σημείο της απόθεσης και αποτέφρωσης των νεκρών σωμάτων υψώνεται πλέον μία πολύχρωμη μοντερνιστικού στυλ (που τόσο απεχθανόταν ο Χίτλερ) τσουλήθρα, τμήμα παιδικής χαράς.
Ειρωνεία ή εσκεμμένη κίνηση αυτή η αρχιτεκτονική διευθέτηση του χώρου; Κανείς από τους κατοίκους της συνοικίας δεν φαίνεται να γνωρίζει την απάντηση.
Το σίγουρο είναι ότι, όπως και στα γνώριμά μας θρίλερ, η απειλή, αιχμαλωτισμένη στα τρίσβαθα της γης, ναι μεν δεν φαίνεται πια, ναι μεν τα ίχνη της έχουν απαλειφθεί, ωστόσο είναι υπαρκτή, εν υπνώσσει...