Δεκαέξι κτίσματα με συγκλονιστική ιστορία από τις αρχές του 19ου αιώνα αποκαθίστανται με γοργούς ρυθμούς και θα επιστρέψουν στην ζωή της πόλης με νέα χρήση, αφού θα στεγάσουν το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης.
Το έργο πρέπει να έχει ολοκληρωθεί το 2015 οπότε λήγει και το ΕΣΠΑ. Η πρώτη φάση των έργων που αφορούσε τον καθαρισμό του χώρου και των ερειπίων ολοκληρώθηκε, ενώ ο εργολάβος της δεύτερης με αντικείμενο την αποκατάσταση των κτιρίων είναι έτοιμος να πιάσει δουλειά, αναφέρει στο αναλυτικό ρεπορτάζ του ο Δημήτρης Ρηγόπουλος στην Καθημερινή. Οι εργασίες θα διαρκέσουν δύο χρόνια.. Σημειώνει το ρεπορτάζ:
«Η πρόθεση τόσο των αρμόδιων αρχαιολόγων του υπουργείου Πολιτισμού όσο και των μελετητών (πρόκειται για τον Γιάννη Βεντουράκη και τον Παναγιώτη Ταβανιώτη του γνωστού αρχιτεκτονικού γραφείου «Betaplan») ήταν να μη «μουσειοποιηθεί» αυτό το τόσο σπάνιο κομμάτι αθηναϊκής ιστορίας. Αντίθετα, ο χώρος με την αυθεντική πλακόστρωση και τη χαρακτηριστική μουριά στο κέντρο της θα παραμένει ανοιχτός και εκτός του συμβατικού ωραρίου του μουσείο. Οι επισκέπτες θα μπορούν ελεύθερα να ξεκουράζονται στις μεταλλικές καρέκλες που θα υπάρχουν στη διάθεσή τους ακόμα κι αν δεν θέλουν να δουν το μουσείο.
Επίκεντρο της λεγόμενης «Αυλής των Θαυμάτων» ήταν η οικία Χωματιανού-Λογοθέτη, μιας από τις σημαντικότερες αθηναϊκές οικογένειες την περίοδο της Τουρκοκρατίας με ρίζες στο Βυζάντιο. Εκτός από την πύλη που οδηγούσε στην κεντρική λιθόστρωτη αυλή, διασώζονται ακόμα μια τοξωτή εσοχή με τη βρύση δίπλα της, μια λίθινη σκάλα, ένα καμαροσκεπές κατώι προσαρμοσμένο σε νεότερη οικία και το πηγάδι της κεντρικής αυλής. Ο Αγιος Ελισαίος ήταν η εκκλησία της οικογένειας. Εδώ έψαλλαν ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και ο εξάδελφός του Αλέξανδρος Μωραϊτίδης. Στην πραγματικότητα επιβιώνουν ολόκληρα ή στοιχεία οικιστικών χώρων (σπίτια, αρχοντικά), χώροι λατρείας και κοινωνικών εκδηλώσεων (εκκλησίες, πλατείες) και χώροι οικονομικής και εμπορικής δραστηριότητας (μαγαζιά, παλαιοπωλεία).
Το σύνολο, σε δύο επίπεδα, είναι συναρπαστικό. Στη μελέτη δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη διατήρηση του κελύφους και του περιγράμματος των κτισμάτων, και με την αποκατάσταση του συγκροτήματος προβάλλεται η ιδιαιτερότητα της ρυμοτομίας του τετραγώνου που συνδέεται με την έννοια της «γειτονιάς» της παλιάς Αθήνας. Στις νεότερες κατασκευές συγκαταλέγεται η οικία Δραγούμη στην οδό Κλάδου 8 που οικοδομήθηκε το 1835, για λογαριασμό του Νικολάου Μ. Δραγούμη (1809-1879). Το έργο έχει ενταχθεί στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Αττική 20072013» (ΕΣΠΑ) με συνολικό προϋπολογισμό 12.060.647 ευρώ.»