Ταξιδεύοντας στη Βενεζουέλα, ταξιδεύω στο εσωτερικό του Τρίτου Κόσμου: εμείς οι Έλληνες ξέρουμε καλά τον Τρίτο Κόσμο, γράφει η Σώτη Τριανταφύλλου στο protagon και ψάχνει τα κοινά ανάμεσα στην υπανάπτυξη του Καράκας και την Ελλάδα.
Ταξιδεύοντας στη Βενεζουέλα, ταξιδεύω στο εσωτερικό του Τρίτου Κόσμου: εμείς οι Έλληνες ξέρουμε καλά τον Τρίτο Κόσμο,– σε πολλούς από μας αρέσει, ανθίζουμε μέσα του, τον βρίσκουμε ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο, μολονότι είναι απάνθρωπος. Τίποτα δεν μας εντυπωσιάζει όπως ακούω ότι εντυπωσιάζει τους Γερμανούς που μένουν στο ίδιο ξενοδοχείο εδώ στο Καράκας.
Να μερικά από τα χαρακτηριστικά αυτού του λατινοαμερικανικού Absurdistan: 1) η έλλειψη αξιοπιστίας του κράτους, η έλλειψη αξιοπιστίας των πολιτών έναντι του κράτους καθώς και στις σχέσεις μεταξύ τους. Το ελλεμματικό κοινωνικό συμβόλαιο, τα νομικά κενά, η σχέση των πολιτών με τους νόμους μοιάζουν με την ελληνκή κατάσταση – κι αν ταξιδεύω στην άλλη όχθη του Ατλαντικού είναι για να παρηγορηθώ («Υπάρχουν και χειρότερα») και για να ανησυχήσω λίγο περισσότερο για την τόσο αργή πρόοδο της ανθρωπότητας. Η έλλειψη αξιοπιστίας, δηλαδή, εν κατακλείδι, η απουσία οργάνωσης, συστήματος, αυστηρών κανονισμών καθιστά δύσκολη την καθημερινότητα• τις προσδοκίες μάταιες – το αν θα λειτουργήσουν τα πράγματα επαφίεται στην τύχη, στους θεούς: «Το αεροσκάφος θα απογειωθεί στις 2μμ αλλά ίσως και να μην απογειωθεί. Θα σας ειδοποιήσουμε.» «Θα σας επιστρέψουμε τα χρήματά σας αλλά ίσως και να μην σας τα επιστρέψουμε. Θα σας ειδοποιήσουμε.» «Περιμένετε στο ακουστικό σας για τον επόμενο αιώνα». Τα ταξί δεν έχουν ταξίμετρο και παρότι υπάρχει, όπως παντού, κώδικας οδικής κυκλοφορίας, κανείς δεν τον σέβεται. Νόμιζα ότι το Κάιρο είναι το κατ' εξοχήν σκηνικό της αχαλίνωτης οδήγησης αλλά το Καράκας δεν πάει πίσω. Εξάλλου, εδώ η βενζίνη είναι φτηνή, όλοι παριστάνουν ότι οδηγούν – κι εγώ ελπίζω να βγω ζωντανή από την βενεζουελάνικη οδική εμπειρία. 2) Τα κρατικά όργανα, που συχνά μοιάζουν καρικατούρες βγαλμένες από κινηματογραφικές μπανανίες, αυθαιρετούν• η συμπεριφορά τους θυμίζει τον χωριάτη μπασκίνα στην Ελλάδα της δεκαετίας του '50. Οι περισσότεροι Βενεζουελάνοι αστυνομικοί και τελωνειακοί δωροδοκούνται με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, κάνουν τα στραβά μάτια (π.χ. στη μαύρη αγορά συναλλάγματος) ή εμπλέκονται οι ίδιοι σε παράνομες υποθέσεις. Αν δεν προσέχεις μπορείς να βρεθείς άσχημα μπελγμένος και η δικαιοσύνη να μη λάμψει ποτέ. 3) Ένας από τους πρωταρχικούς δείκτες της υπανάπτυξης είναι η μεταχείριση των παιδιών: στη Βενεζουέλα τα παιδιά φαίνονται εγκαταλελειμμένα στην τύχη τους. Όχι μόνο στη Βενεζουέλα: προ ημερών, στο κέντρο της Αθήνας, είδα μια τσιγγάνα που θήλαζε το μωρό της καταμεσής στο πεζοδρόμιο: ο θηλασμός στο πεζοδρόμιο απαγορεύεται – τα παιδιά έχουν ανάγκη από στέγη κι όποιος δεν έχει στέγη πρέπει πρώτα να βρει κι ύστερα να γίνει γονιός. Θεωρητικά. Στη Βενεζουέλα, οι άνθρωποι των λαϊκών τάξεων κάνουν παιδιά χωρίς να έχουν εξασφαλίσει τις βασικές συνθήκες με αποτέλεσμα οκτάχρονα να περιφέρονται στους δρόμους και, όχι σπάνια, να προσχωρούν σε συμμορίες. 4) Υπερβολικές κοινωνικές και οικονομικές αντιθέσεις που ενισχύουν την εγκληματικότητα (το Καράκας θεωρείται ένα από τα πιο επικίνδυνα μέρη στον κόσμο – πρώτο σε απαγωγές), η οποία, ωστόσο, δεν οφείλεται αποκλειστικά σ' αυτές τις ανισότητες. Εκδοχές της εγκληματικότητας είναι ο παρασιτισμός, η παράλληλη οικονομία, το λαθρεμπόριο, η εκμετάλλευση των γυναικών. Οτιδήποτε μπορεί να πουληθεί, διατίθεται τόσο στην επίσημη αγορά, όσο και στη μαύρη. 5) Υπερπατριωτισμός, προσωπολατρία: στην περίπτωση της Βενεζουέλας καλλιεργείται θρησκευτική αφοσίωση για τον Μπολίβαρ και, δευτερευόντως, για τον Τσάβες. Οι Βενεζουελάνοι δεν φαίνονται ιδιαίτερα φανατικοί Καθολικοί, φαίνονται όμως αποφασισμένοι να αποκτήσουν εθνική ιστορία και ήρωες: αναρτούν πορτρέτα του Τσάβες και του Μαντούρο στα μπαλκόνια, ενώ, στις συζητήσεις, αναφέρονται στον Μπολίβαρ ως ένα είδος Μεσσία. Δεν ξέρουν λέξη αγγλικά: δεν εννοώ ότι δεν μιλούν αγγλικά• εννοώ ότι, ακόμα και στον τομέα του τουρισμού, δεν μιλούν λέξη αγγλικά, πράγμα που οφείλεται, νομίζω, σ' αυτόν τον ιδιότυπο πατριωτισμό. 6) Κανείς δεν διαβάζει σε δημόσιο χώρο. Τα βιβλιοπωλεία είναι λιγοστά• το μεγαλύτερο βιβλιοπωλείο του Καράκας είναι το αμερικανικό. 7) Η σεξουαλική παρενόχληση των γυναικών στους δρόμους δεν εξαντλείται στα κλισέ («Πάμε για καφέ;» «Κούκλααα...») αλλά αποκτά διαστάσεις επίθεσης. Τέλος, το κατ' εξοχήν χαρακτηριστικό του Τρίτου Κόσμου, που σχετίζεται με τις δομές και τα ήθη, είναι ότι επικρατεί τέτοια γραφειοκρατία, τέτοια σύγχυση αρμοδιοτήτων, οκνηρία και αποποίηση ευθύνης, ώστε, ενώ φαίνεται ότι πολλοί άνθρωποι ασχολούνται με κάποιο καθήκον, τελικά δεν το φέρνουν σε πέρας. Τα καταστήματα είναι ανοιχτά εκτός αν δεν είναι: συχνά, υπερβολικά συχνά, στην κλειστή πόρτα υπάρχει η ταμπελίτσα: «Επιστρέφω αμέσως». Ίσως επιστρέψει, ίσως δεν επιστρέψει.
Για μένα που προέρχομαι από τον Τρίτο Κόσμο, όλα τούτα, και κάμποσα ακόμα, είναι θλιβερά• στερούνται εξωτικού ενδιαφέροντος. Ό,τι αποτελεί εξαίρεση, ό,τι αποτελεί παραβίαση στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική, εδώ είναι ο κανόνας. Χωρίς όλ' αυτά να σημαίνουν ότι το Καράκας δεν έχει ενδιαφέρον: απλώς αναμοχλεύει τις αναμνήσεις της ελληνικής υπανάπτυξης, μιας κατάστασης από την οποία δεν μπορούμε ή δεν θέλουμε να απαλλαγούμε.