Εταιρεία για την εκμετάλλευση και την αξιοποίηση της εκκλησιαστικής ακίνητης περιουσίας συστήνει το Ελληνικό Δημόσιο με την Εκκλησία της Ελλάδος. Οι δύο πλευρές θα μοιράζονται τα έσοδα.
Η ίδρυση της συγκεκριμένης εταιρείας περιλαμβάνεται σε τροπολογία που κατατέθηκε στο νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών «Κώδικας Κοινοφελών Περιουσιών, Σχολαζουσών Κληρονομιών και λοιπές διατάξεις» και είναι προϊόν κοινής απόφασης των υπουργών Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα και Παιδείας Κωνσταντίνου Αρβανιτόπουλου.
Με τη συγκεκριμένη τροπολογία προβλέπει η ίδρυση ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Εταιρεία Αξιοποίησης Ακίνητης Εκκλησιαστικής Περιουσίας Α.Ε.» (ΕΑΕΑΠ), μοναδικοί μέτοχοι της οποίας θα είναι το Ελληνικό Δημόσιο και η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών.
Το Δ.Σ. της εταιρείαςθα είναι πενταμελές και θα ορίζεται με απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων για θητεία πέντε ετών. Σε αυτό θα συμμετέχουν ένα μέλος υποδεικνύεται από το υπουργείο Οικονομικών, ένα από το υπουργείο Παιδείας και τα υπόλοιπα τρία από την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών.
Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΕΑΕΑΠ θα προέρχονται πάντα από τα τρία μέλη του Δ.Σ. που θα υποδεικνύει η Εκκλησία.
Οι βασικοί τρόποι εκμετάλλευσης των ακινήτων της Εκκλησίας θα είναι η εκμίσθωση και η παραχώρηση, ολιγόχρονη ή μακροχρόνια, της χρήσης ή της εκμετάλλευσής τους σε τρίτους. Αντιθέτως, απαγορεύεται η εκμετάλλευση των ακινήτων μέσω της μεταβίβασης εμπράγματων δικαιωμάτων επ' αυτών, όπως για παράδειγμα είναι η κυριότητα.
Τα έσοδα από την εκμετάλλευση θα αποδίδονται κατά το ήμισυ στο Ελληνικό Δημόσιο και τα ύπολοιπο ποσοστό την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών.
Για το θέμα της εκμετάλλευσης της ακίνητης περιουσίας της Εκκλησίας είχε συσταθεί επιτροπή πριν από περίπου δύο χρόνια προκειμένου να αρθεί το αδιέξοδο που δημιουργήθηκε από τη δέσμευση των αποθεματικών της Εκκλησίας από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Η απόφαση της ΤτΕ στηρίχθηκε σε αναγκαστικό νόμο του 1960 περί δέσμευσης των καταθετικών λογαριασμών των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, με αντάλλαγμα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου. Η Ιερά Σύνοδος είχε αποστείλει επιστολή στη διοίκηση ΤτΕ με την οποία υποστήριζε ότι τα Εκκλησιαστικά ΝΠΔΔ είναι «προδήλως εξαιρετέα». Η απάντηση της Τράπεζας στις αιτιάσεις της Εκκλησίας ήταν αρνητική.
Εκτιμάται ότι μόνο τα αποθεματικά της Κεντρικής Οικονομικής Υπηρεσίας ανέρχονται σε περισσότερα από 45 εκατομμύρια ευρώ. Τα δεσμευμένα ακίνητα της Εκκλησίας ανέρχονται σε περισσότερα από 123 και βρίσκονται κυρίως στην Αττική.