Ο Γιώργος Νινιός μιλάει στην iefimerida.gr για όσα τον θυμώνουν και όσα αγαπάει.
Το βραβευμένο (και ανατριχιαστικά προφητικό) έργο του Λένου Χρηστίδη «Δύο Θεοί» παίζεται εδώ και λίγο καιρό στο Studio Μαυρομιχάλη, σε σκηνοθεσία Φώτη Μακρή. Είναι μια παράσταση που δεν πρέπει να χάσετε, αν θέλετε να γελάσετε (μ’ αυτό το γέλιο που καταλήγει σε μια γκριμάτσα πίκρας), να προβληματιστείτε, να τρομάξετε λίγο ακόμα για το πού οδεύει η ανθρωπότητα, αλλά και αν δεν θέλετε να χάσετε την ευκαιρία να δείτε τον Γιώργο Νινιό να αναπτύσσει όλη την υποκριτική του γκάμα, σε έναν ρόλο έξω από το στερεότυπο του γοητευτικού, «βαρύ» άντρα. Αστείος, υπαινικτικός, τρυφερός, ο Γιώργος Νινιός παίζει αυτή την εποχή έναν απ’ τους καλύτερους ρόλους του.
Μίλησέ μας λίγο για το έργο. Για τι πράγμα μιλάει ακριβώς;
Για όλα μιλάει. Για όλα, με αφορμή την καταστροφή του κόσμου που έρχεται από μια πυρηνική σύρραξη. M’ αυτή την ευκαιρία οι ήρωες, που ζουν έγκλειστοι σ’ ένα ίδρυμα για απεξάρτηση απ’ τα κομπιούτερ, σαν άλλοθι, πιστεύω, για να ασχοληθούν μ’ αυτό απ’ το οποίο είναι εξαρτημένοι και που το έχουν κρυμμένο μέσα στο ίδρυμα, το κομπιούτερ δηλαδή, αποφασίζουν να το βγάλουν για να το χρησιμοποιήσουν. Λένε ότι θα καταχωρήσουν μέσα στο κομπιούτερ, στο σκληρό δίσκο, όλη την ιστορία της ανθρωπότητας, οπότε όλοι αυτοί που θα ‘ρθουνε μετά από χιλιάδες χρόνια θα τη βρουν για να ξέρουν ποιοι είναι, από πού προέρχονται... Σιγά σιγά, όμως τους στρίβει η βίδα, καταλαβαίνουν ότι μπορούν να κάνουν και μια παραποίηση, γιατί ο Γαλιλαίος να μην είμαι εγώ, γιατί εσύ να μην είσαι ο Κοπέρνικος, ποιος ξέρει ποια είναι η αλήθεια και ποιο είναι το ψέμα... Κι όσο περνάει η ώρα το χοντραίνουν κι άλλο και γίνονται «θεοί», φτιάχνοντας τα πράγματα έτσι όπως αυτοί θέλουνε - μες στην τρέλα τους και μέσα στην εξάρτησή τους και στη γλύκα που έχουν γι’ αυτό το εργαλείο.
Τι σε τράβηξε σ’ αυτό το ρόλο, στο ρόλο του Πάτρικ;
Δεν ξέρω, δεν είμαι ικανός να κάνω και πολλές αναλύσεις, λέω σκέτα και ξάστερα κάθε φορά που με ρωτάει κάποιος «γιατί κάνεις αυτό;» ότι μ’ αρέσει. Μ’ άρεσε, απλώς μ’ άρεσε.
Η σχέση σου με την τεχνολογία ποια είναι;
Άσχετος. Τελείως. Δεν έχω κομπιούτερ στο σπίτι.
Κι από πού ενημερώνεσαι; Τηλεόραση, εφημερίδες;
Ναι, ό,τι ενημέρωση έχω, την έχω από την τηλεόραση, από κουβέντες, από τις εφημερίδες.
Το έργο ξαφνικά απέκτησε μια πολύ τρομακτική επικαιρότητα με όλα αυτά που έγιναν στην Ιαπωνία. Το αισθάνεστε αυτό την ώρα της παράστασης;
Δεν νομίζω ότι θα πρέπει να καταστραφεί μια χώρα για να νιώσουμε αυτό το σφίξιμο που έχει δημιουργήσει η πυρηνική ενέργεια. Αυτό πλανιέται στα κεφάλια μας αρκετά χρόνια τώρα κι όσο νομίζουμε ότι είναι μακριά από μας ίσως είμαστε λίγο ήσυχοι, αλλά δεν είναι μακριά. Ξέρεις, μέσα σ’ όλα αυτά μ’ ενοχλούν όλοι αυτοί οι υπάλληλοί μας -γιατί για υπαλλήλους μας πρόκειται, τους εκλέγουμε γιατί εμείς δεν μπορούμε να ασχοληθούμε και βάζουμε κάποιους άλλους στη θέση μας- που τον τελευταίο καιρό, επειδή εγώ είμαι ένας βλάκας ο οποίος καπνίζει, ας πούμε, αποφασίζουν να μου πουν «επειδή είσαι βλάκας θα σε προστατεύσω εγώ, μην καπνίζεις». Θα προτιμούσα να έχουν λυθεί πρώτα όλα τα υπόλοιπα, το θέμα της υγείας, το θέμα των δρόμων, το θέμα της ατμόσφαιρας, το οικονομικό, το φορολογικό, το συνταξιοδοτικό. Προστάτεψε την υγεία μου και την ησυχία μου και την ψυχολογία μου, και μετά βάλε και το φερετζέ του τσιγάρου, γιατί για έναν φερετζέ πρόκειται. Και γι’ αυτό έχω εκνευριστεί με το τσιγάρο. Δεν λέω «α, δεν μ’ ενδιαφέρει ότι ο διπλανός μου δεν υποφέρει τον καπνό». Τον σέβομαι, αλλά για να τον σεβαστείς δεν είναι ανάγκη να βγει κανένας νόμος. Ξαφνικά βρήκαμε το θέμα αυτό για να δείξουμε πόσο προστατεύουμε τον πολίτη και την υγεία του. Ρώτα όμως τώρα τους Ιάπωνες αντικαπνιστές πώς περνάνε, και τους καπνιστές βέβαια και όλους...
Αξίζει να διασωθεί το ανθρώπινο είδος ή μήπως θα ‘πρεπε τελικά να το αφήσουμε να πάει από κει που ήρθε; Πιστεύεις ότι έχει νόημα αυτό που κάνουν οι ήρωες στο έργο; Τόσος κόπος και τόση προσπάθεια;
Δεν πάνε να σώσουν τίποτα. Μην το χοντραίνουμε τόσο πολύ. Είναι πυροβολημένοι, είναι εξαρτημένοι, και μέσα σ’ όλη αυτή την αγωνία τους γι’ αυτό που χάνεται, αποφασίζουν ν’ αλλάξουν την ιστορία. Κάποιος κάποτε θα βρει μια δισκέτα, έναν σκληρό, και θα πει ότι αυτός που ανακάλυψε την πυρίτιδα λεγόταν Φώτης.
Πιστεύεις ότι και στην πραγματικότητα η ιστορία γράφεται κατά πώς συμφέρει κάποιους;
Ε, ναι, εντάξει, αυτό κι από ντοκιμαντέρ μπορείς να το δεις, κι από αναλύσεις ιστορικών μπορείς να το δεις, με στοιχεία. Η ιστορία η δικιά μας δεν έχει καμία σχέση με την ιστορία της Τουρκίας, για παράδειγμα.
Το παρακολούθησες το «1821»;
Πολύ σκόρπια, γιατί την ώρα που έπαιζε δεν μπορούσα πάντα να είμαι σπίτι. Αλλά, τέλος πάντων, κι απ’ όταν πήγαινα γυμνάσιο υπήρχαν βιβλία που έλεγαν την «πραγματική» ιστορία, το πώς έγιναν τα πράγματα και πώς θα έπρεπε να διδάσκονται.
Σε στεναχωρεί το γεγονός ότι το θέατρο δεν μένει, ότι είναι θνησιγενές;
Είναι ένα καλό του αυτό, ότι είναι κάτι που πλανιέται, το έκανες και δεν υπάρχει γραμμένο. Βέβαια, τα τελευταία χρόνια βάζεις μια κάμερα και το γράφεις. Το γεγονός ότι δεν μένει για τον πολύ τον κόσμο, ότι δεν μένει για να λένε όλοι «αχ, αυτός έπαιξε στο έργο τάδε», αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Κι αν θέλεις να μείνει, κάτι μένει. Πλανιέται. Υπάρχει κάπου, σε μια κουβέντα, σ’ ένα πρόγραμμα, σε μια συζήτηση... Όταν κλείσει ο κύκλος σου ίσως κάποιοι αναφέρουν κάποια πράγματα για σένα, αν ήσουν πραγματικά ικανός. Τώρα, αν θα μείνει όπως μείνανε οι ελληνικές ταινίες, που τις ξαναβλέπουμε μετά από τόσα χρόνια, ε, φαντάζομαι ότι κι αυτές κάποια στιγμή θα σταματήσουμε να τις βλέπουμε, κάποιες γενιές αργότερα. Γιατί, η τηλεόραση που μας έχει και μας δείχνει, μέχρι πότε θα μας δείχνει και τι θα δείχνει; Πώς θα μείνουμε τηλεοπτικά; Στον κινηματογράφο, ίσως, το σελιλόιντ είναι...
Πιο πραγματικό;
Ναι, γι’ αυτό λέω καμιά φορά ότι ο κινηματογράφος και η τηλεόραση είναι δύο τελείως διαφορετικά πράγματα. Τελείως διαφορετικά. Το μόνο κοινό που έχουν είναι ένα μάτι που έχει τη μορφή του φακού. Κατά τ’ άλλα, είναι άλλη η πλαστικότητα του κινηματογράφου, άλλα τα βάθη του, άλλη η γοητεία του, δεν ξέρω πώς γίνεται αυτό. Δηλαδή ξέρω, αλλά...
Έχει να κάνει και με τις συνθήκες κάτω απ’ τις οποίες γίνεται η τηλεόραση στην
Ελλάδα;
Ανάλογα με αυτό που θέλουμε και ψάχνουμε, αυτό κάνουμε. Έχει κάποιες συγκεκριμένες ταχύτητες κι αυτές υπηρετείς. Ο κινηματογράφος έχει άλλες, το θέατρο έχει άλλες. Θα μπορούσε ποτέ κανείς να κάνει πρόβες τρεις μήνες για ένα επεισόδιο; Και μετά να το γυρίσει σε είκοσι μέρες; Δεν γίνεται. Στο θέατρο κάνεις τρεις μήνες πρόβες για ένα έργο 150 σελίδων.
Εσένα θα σ’ ενδιέφερε να σκηνοθετήσεις, όπως πολλοί ηθοποιοί που περνάνε στη θέση του σκηνοθέτη;
Αν κάποια στιγμή υπάρξουν οι συνθήκες, η κατάσταση, οι συνεργάτες, το έργο, είναι πολύ πιθανό να το κάνω. Δεν σκέφτομαι «α, πρέπει να το κάνω για να το κάνω». Μόνο του λειτουργεί, μέσα στη δουλειά είναι και αυτό, δεν είναι κάτι ξένο. Δεν είναι να πεις ότι θα αναλάβω, ας πούμε, να κάνω τους φωτισμούς, ότι θα ‘θελα να κάνω τα ρούχα ή τα σκηνικά.
Σε ποια περιοχή μένεις;
Στο Μπραχάμι.
Τι σου αρέσει στην Αθήνα;
Η Αθήνα μου αρέσει πάρα πολύ. Αν είναι κάτι που μπορώ να πω ότι δεν μου αρέσει είναι οι συμπεριφορές. Αγχώνεσαι, ανησυχείς γιατί δεν υπάρχει πια η νύχτα που περπάταγες κάποτε άφοβα, αλλά είναι όλα αυτά που λέγαμε πριν... προστάτεψέ με από χιλιάδες άλλα και άσε τον φερετζέ. Γιατί είναι φερετζές, είναι ενοχλητικό, μ’ ενοχλεί πάρα πολύ.
Οι απαγορεύσεις;
Ναι. Ειδικά του τσιγάρου μ’ έχει ενοχλήσει πάρα πολύ.
Δεν σ’ ενοχλεί που είναι ένας νόμος του κράτους αλλά κανένας δεν τον εφαρμόζει;
Μ’ ενοχλεί που είναι δήθεν! Ξαφνικά λες, περίμενε! Κάνε με να νιώσω λίγο ασφαλής και μετά αυτό θα ‘ρθει μόνο του. Φυσικά κάνει κακό το τσιγάρο, εννοείται, και φυσικά ενοχλείται κι ο άλλος που δεν καπνίζει άμα είσαι δίπλα του, δεν είναι αυτό το ζητούμενο, δεν είναι εκεί το θέμα, αλλά ότι βρέθηκε κάποιος σοφός που είπε «α, τώρα κατάλαβα τι φταίει και καταστρέφονται οι πολίτες μας: το τσιγάρο!». Και οι συνταξιούχοι οι ταλαίπωροι περιμένουν πότε θα πάνε να πάρουν το φάρμακο. Ένας άνθρωπος που έχει δουλέψει εξήντα χρόνια, έχει ματώσει και δεν έχει σύνταξη! Είναι φοβερό αυτό.
Για να γυρίσουμε όμως στην Αθήνα, μ’ αρέσει πάρα πολύ η πόλη. Έχω μάθει να είμαι αυτό που λέμε «το ποντίκι της πόλης». Ένα συγκεκριμένο πράγμα όμως που δεν μ’ αρέσει είναι η Ομόνοια. Η Ομόνοια έπρεπε να είναι αρχαία Αθήνα. Δεν είναι η Αθήνα αυτό το πράγμα. Εγώ τη γνώρισα την Ομόνοια κι αλλιώς. Μα είναι δυνατόν να μην υπάρχει μια γοητεία ελληνική στην Ομόνοια; Να μυρίζει λίγο χώμα, ρε παιδί μου, να έχει ένα ρομαντικό στοιχείο, κάτι, να αντιμετωπιστεί σαν πλατεία. Έστω και για πλάκα, να κάνανε κάτι, μια αντιγραφή του 1900, κάτι, να βάλουνε ελιές, ξέρω ‘γω; Όχι αυτή την τσιμενταρία, αυτό το σίχαμα. Θα μου πεις, βέβαια, όταν είσαι απ’ έξω πολλά τραγούδια ξέρεις...
Υπάρχει κάτι που να σε κάνει χαρούμενο αυτό τον καιρό;
Έχουμε φτάσει να χαιρόμαστε με πράγματα που εννοούνται. Εννοείται, έχω την υγεία μου. Αυτό που λέμε «τουλάχιστον έχω την υγειά μου» είναι πολύ δυνατό, αλλά εννοείται! Διαπραγματεύεται αυτό, παζαρεύεται; Να σου πούνε «θες λεφτά ή υγεία;»; Δεν έχεις τίποτα άλλο να πιαστείς για να χαρείς. Μόνο το ότι οι άνθρωποι που αγαπάς είναι ζωντανοί. Αλλά κι αυτό δεν θα είναι για πάντα...
Τι άλλο σχεδιάζεις αυτή τη στιγμή;
Έχω κάποια πράγματα που με τριβελίζουνε, αλλά είναι τόσο περίεργοι καιροί... είναι τόσο ίσωμα όλα, που είναι αστείο να νομίζεις ότι έφτασε η στιγμή, θέλεις να κάνεις κάτι και το οργανώνεις, το μεθοδεύεις να συμβεί... Δεν είναι όπως παλιά. Τέτοια περίοδο, ας πούμε, ξέραμε λεπτομέρειες για όλη τη σεζόν. Τώρα είναι όλα τόσο ρευστά και τόσο ίσωμα. Όχι ρευστά, ίσωμα, δηλαδή είναι σαν να πέρασε μια μπουλντόζα, κι εμείς κοιτάμε το ίσωμα και λέμε εδώ έχει μια καρέκλα, εκεί έχει ένα τραπέζι και δεν μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν υπάρχουν πια... δεν φτάνει η φαντασία μας.
Είναι γνωστό ότι ασχολείσαι και με τη μουσική, ετοιμάζεις τώρα κάτι;
Κάτι υπάρχει στο μυαλό μας με τους μουσικούς με τους οποίους γενικά συνεργάζομαι, υπάρχουν διάφοροι. Κάποιους τους «χρησιμοποιώ» για να με βοηθάνε να ξεμπλοκάρω, κάποιους για να διαβάζω, με κάποιους άλλους κάνουμε παρέα και περνάμε κάποια τραγούδια και με κάποιους άλλους κάποιες φορές στήνουμε «θέμα», όπως το λέω, γιατί δεν είναι κάτι παραπάνω, απλώς και μόνο γιατί είναι ωραία... Πάντα το έχω στο μυαλό μου, κι όταν στήνεται κάτι και η παρέα και ο χώρος είναι απ’ αυτά που μου μυρίζουν καλά, είμαι μέσα. Έτσι κι αλλιώς δεν είναι η δουλειά μου αυτή, είμαι πάντα της προσκολλήσεως και επειδή ξέρουν πώς είμαι, κατά καιρούς με ειδοποιούν για διάφορα. Κάποιες φορές μου έχουν πει και δεν έχω πάει, είτε γιατί δεν είμαι προετοιμασμένος είτε γιατί δεν είμαι στα κέφια μου. Η μουσική είναι κάτι που έχει σχέση με κέφια και με χρόνο. Γιατί εγώ δεν είμαι ούτε τραγουδιστής ούτε μουσικός, απλώς μ’ αρέσει, μ’ αρέσει όπως τραγουδάει κάποιος που είναι στο σπίτι του και πίνει κάτι με τους φίλους του. Απλώς επειδή στη φάση τη δικιά μου είναι και κόσμος μπροστά, θέλω να το κάνω σωστά και παλεύω να είμαι σωστός.
Οι "Δύο Θεοί"¨παίζουν κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 9:15 και κάθε Κυριακή στις 7:00, στο Studio Μαυρομιχάλη, Μαυρομιχάλη 134, Εξάρχεια, τηλ.: 2106453330, ως τις 17/4.