«Η ιστορία κάθε άνδρα είναι ο χαρακτήρας του». Γκαίτε. Το οικειοποιείται, δικαίως, ο Χουμπ Στέφενς για να ανοίξει τη βιογραφία του. Απαιτητικός, (συχνά υπερβολικά) σκληρός, αλλά κι ευαίσθητος – αν καταφέρεις να περάσεις το τείχος ασφαλείας που υψώνει γύρω του -, πρόθυμος να θυσιαστεί για όσους είναι δίπλα του, ο χαρακτήρας του Ολλανδού νέου προπονητή του ΠΑΟΚ «σκαλίστηκε» μέσα από μια σειρά ατυχών γεγονότων. Μέσα από τον ανείπωτο πόνο και το αίσθημα της απώλειας.
Ο χρόνος γυρίζει πίσω. Στις 4 Μαίου 1971. Ο 17χρονος τότε Χουμπ παίζει αμέριμνος ποδόσφαιρο στη φάρμα των γονιών του στην Κολωνία κι έπειτα καθαρίζει τον περιστερώνα για να τον βρει καθαρό ο πατέρας του μόλις γυρίσει απ' τη δουλειά. Μάταια περιμένει. Η κραυγή της μητέρας του σπάει την ησυχία της επαρχίας. «Σκοτώθηκε ο μπαμπάς» την ακούει να φωνάζει. Η περιγραφή ανήκει στην μητέρα του, τη Μία: «Ο Ζόσεφ μαζί με άλλους οκτώ άνδρες επιβιβάστηκε σ' ένα βαν και έφυγε για τη δουλειά. Στο δρόμο ανάμεσα στο Ντούρεν και το Ααχεν ένα φορτηγό έφυγε από την πορεία του, έπεσε πάνω τους και τους έριξε στο προστατευτικό κιγκλίδωμα. Οι πέντε από τους εννιά πέθαναν ακαριαία. Ενας ήταν ο Ζόσεφ. Ηταν μόλις 48».
Ο Στέφενς δεν ξεπερνά ποτέ αυτή την απώλεια. Ακόμα και σήμερα που έχει αποδεχτεί το γεγονός, επιτίθεται στους Γερμανούς. Τους θεωρεί υπεύθυνους για το ατύχημα λόγω της κακής κατάστασης του αυτοκινητοδρόμου που οδήγησε στο δυστύχημα.
Με τους δύο μεγάλους του αδερφούς, τον Νίκο και τον Γιαν να έχουν ανοίξει δικά τους σπιτικά, είναι εκείνος που αναλαμβάνει το φορτίο να φροντίσει την πολυαγαπημένη του μητέρα και τα δύο μικρά του αδέρφια, τον Τζον και τον Πολ. Εκείνη η μέρα ορίζει όλη του τη ζωή.
«Ο σκληρός σκύλος», τον περιγράφει πολλά χρόνια αργότερα η Bild και συμπληρώνει το πλήρες προφίλ του «Φανατικός, πειθαρχημένος, δίκαιος, ειλικρινής, εγκάρδιος, μαχητής. Ενας άνθρωπος που είναι σκληρός απέναντι στον εαυτό του και μπορεί να γίνει σκληρός απέναντι στους άλλους. Ο τέλειος άνθρωπος για τη δύσκολη δουλειά».
Τα ατίθασα παιδικά χρόνια
Η αντιδιαστολή με τον Στέφενς πριν τον θάνατο του πατέρα του έρχεται πάλι μέσα από τα λόγια της μητέρας του: «Ηταν ένα απείθαρχο κι ατρόμητο παιδί. Δεν σταματούσε πουθενά, δεν ένιωθε κανέναν φόβο». Αυτή του η απερισκεψία κόντεψε να του κόψει νωρίς το νήμα της ζωής. Δύο φορές.
Η πρώτη σε ηλικία οκτώ ετών, στο πατρικό του στο Σιτάρντ της Ολλανδίας. Οι γονείς του έπειτα από πολλές θυσίες βρίσκουν τα χρήματα να του πάρουν το πρώτο του καινούριο ποδήλατο. Ιστορικό γεγονός. «Στην εποχή μου δεν υπήρχαν χρήματα για τέτοια πράγματα», λέει σε μια συνέντευξή του και συνεχίζει: «Το καλύτερο που μπορούσες να περιμένεις ήταν να πάρεις κάποιο ποδήλατο από δεύτερο ή τρίτο χέρι. Και πάλι πετούσες από τη χαρά σου. Να σου πάρουν καινούριο ποδήλατο ήταν όνειρο».
Ονειρο που παραλίγο να γίνει εφιάλτης. Ο μικρός Χουμπ καβαλάει το δώρο του και όλο περηφάνεια ξεχύνεται για κόντρες στην οδό Γιόζεφστραατ. Ενας κακός υπολογισμός κι ο ατίθασος πιτσιρικάς βρίσκεται μέσα στον ποταμό Κέτελμπικ. Δίχως να ξέρει κολύμπι. Για καλή του τύχη περνάει από το σημείο ένας γείτονας που τον βλέπει και βουτάει να τον σώσει.
Μέσα από τις περιπέτειές του ο Χουμπ Στέφενς αναπτύσσει μηχανισμό που αποκλείει τις δυσάρεστες αναμνήσεις και κρατά τη θετική πλευρά των πραγμάτων. «Ακόμα κι από το περιστατικό του παρολίγον πνιγμού μου, αυτό που έχω κρατήσει είναι η στιγμή που ο γείτονάς μου ήρθε και μ' έσωσε», λέει.
Η φτώχια και το καλό κρασί
Μαθαίνει, επίσης, να αναγνωρίζει αυτά που έχει. Να εκτιμά τα μικρά πράγματα, διότι ποτέ δεν ξέρεις πότε ο Θεός θα σου στερήσει τα πιο σημαντικά. Τα χρήματα εξασφαλίζουν ασφάλεια στην οικογένειά του, αλλά δεν αποτελούν προτεραιότητα για εκείνον. «Υπάρχουν φορές που θέλω να πιω ένα ποτήρι καλό κόκκινο κρασί, αλλά ποτέ δεν πρόκειται να πάω να πάρω το μπουκάλι που κάνει 100 ευρώ», δηλώνει χαρακτηριστικά.
Τουλάχιστον, τώρα δεν χρειάζεται να κάνει πλιάτσικο για να φάει φρούτα. Διότι, κι αυτή η ένοχα ευχάριστη συνήθεια στην ξεγνοιασιά του Σιτάρντ κόντεψε να τον σκοτώσει. Μερικά χρόνια μετά την πτώση του στο ποτάμι, ο Χουμπ πάει μ' ένα φίλο του να μαζέψουν αχλάδια. Ο φίλος του πετάει μια κοτρώνα στο δέντρο για να πέσουν οι καρποί. Η κοτρώνα προσγειώνεται στο κεφάλι του Χουμπ. Του προκαλεί ακατάσχετη αιμορραγία. Πέφτει σε κώμα για μία μέρα. Οι γιατροί φοβούνται μήπως έχει μηνιγγίτιδα. Την επομένη συνέρχεται.
«Ο πατέρας μου έμαθε γρήγορα να αναλαμβάνει ευθύνες και να επιλύνει προβλήματα», λέει ο γιος του, ο Μάικελ. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό του. Με όλα αυτά που του έχουν συμβεί στη ζωή του, έχει μάθει να μην βλέπει το πρόβλημα, αλλά μόνο τη λύση. Τη λύση που φιλοδοξεί να δώσει και στον ΠΑΟΚ.
Μια ζωή στο πλευρό της άρρωστης γυναίκας του
Ενα χρόνο μετά την απώλεια του πατέρα του, o Χουμπ Στέφενς πάει στο στέκι του, το Καφέ Ντε Χέρμπεργκ στο Σιτάρντ και γνωρίζει την Τόος. Εκείνη είναι 16 κι αυτός 18. Είναι η μόνη που τον βγάζει από τον συναισθηματικό λήθαργο. Που προσπερνά το δίχτυ ασφαλείας και φτάνει στην καρδιά του. Τον ακούει να της μιλά για τα δύσκολα παιδικά του χρόνια. Ερωτεύονται. Από εκείνη τη μέρα είναι αχώριστοι.
Ακόμα κι αυτή η ιστορία αγάπης, όμως, κρύβει πόνο. Πολύ πόνο. Εκείνο που αγνοούν και οι δυο τους τον πρώτο καιρό της σχέσης τους είναι πως η Τόος πάσχει από τη νόσο του Crohn. Μια ιδιοπαθή φλεγμονώδη νόσο του εντέρου που η αιτιολογία και η παθογένειά της δεν έχει πλήρως διευκρινιστεί και η οποία της παρουσιάστηκε το 1978, δύο χρόνια μετά το γάμο τους.
Ο Στέφενς είναι πάντα δίπλα της. Ακόμα κι όταν ο υπόλοιποι συμπαίκτες του – τότε – στην Αϊντχόβεν πανηγυρίζουν την πρόκριση στον τελικό του Κυπέλλου UEFA σε βάρος της Μπαρτσελόνα, εκείνος βρίσκεται στο νοσοκομείο δίπλα στην καλή του.
Το 1982 γίνονται γονείς. Ερχεται στη ζωή ο Μάικελ. Λίγα χρόνια αργότερα η οικογένεια αποκτά και τέταρτο μέλος τη Λόρα. Τα προβλήματα είναι μπροστά τους, όμως. Η Τόος έχει μάθει να ζει με το πρόβλημά της, αλλά η νόσος κατά διαστήματα γίνεται πολύ επιθετική.
Η κατάστασή της χειροτερεύει το 2005. Ο Στέφενς αφήνει τη δουλειά του στη Κολωνία και γυρίζει στην Ολλανδία για να είναι κοντά της. Το 2007 επιστρέφει στη Γερμανία κι αναλαμβάνει το Αμβούργο. Το μυαλό του, όμως, είναι πίσω στην πατρίδα, στη γυναίκα του. Είναι συνεχώς είτε στο γήπεδο είτε στο δρόμο. Μετά την προπόνηση επιστρέφει οδικώς στην Ολλανδία. Κάνει 12.000 χλμ. το μήνα για να μπορεί να είναι σωστός προπονητής και καλός σύζυγος. «Είχα δύο προβλήματα», λέει σήμερα κυνικά και προσθέτει: «Επρεπε να παλέψω μαζί με τα παιδιά μου για τη ζωή της γυναίκας μου και ταυτόχρονα να σώσω το Αμβούργο από τον υποβιβασμό».
Την άνοιξη του 2007 η γυναίκα του μπαίνει στο νοσοκομείο. Του τηλεφωνεί η κόρη του. Του εξηγούσε ότι η μητέρα της είναι πολύ άρρωστη και οι γιατροί δεν ξέρουν τι να κάνουν. Αναχωρεί άμεσα. Οδηγεί όλη τη νύχτα και το πρωί είναι εκεί. «Στο στομάχι της γυναίκας σου υπάρχουν τόσα βακτήρια που σε συνδυασμό με την χαμηλή πίεση και την κατάσταση της καρδιακής λειτουργίας, καθιστούν δύσκολο το να τα καταφέρει», του λένε οι γιατροί. Είναι κι εκείνη μαχήτρια, όμως. Ο οργανισμός της ανταποκρίνεται στη θεραπεία κι έπειτα από μια εβδομάδα διαφεύγει τον κίνδυνο. Εξακολουθεί να έχει τα σκαμπανεβάσματά της, αλλά βγαίνει πάντα νικήτρια. Και είναι το στήριγμα του Χουμπ Στέφενς. Εκείνη κι ένα γκόλντεν ριτρίβερ που τους κρατά συντροφιά.
Πηγή: Live Sport