Νέο-Οθωμανό σουλτάνο χαρακτηρίζει τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν άρθρο των Financial Times, που επικρίνει έντονα τον Τούρκο ηγέτη, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι η ύβρις ταπεινώνει ακόμα και τους ισχυρούς.
Οι εικόνες των Τούρκων αστυνομικών να προσπαθούν δίχως έλεος να επιβάλλουν την τάξη στην πλατεία Ταξίμ, αμαυρώνουν το προφίλ ενός ηγέτη που μετά από μία δεκαετία στην πρωθυπουργία της Τουρκίας και τρεις θριαμβευτικές εκλογικές νίκες, κλίνει προς απολυταρχικές πρακτικές.
«Όσο ισχυρός κι αν είναι ο Ερντογάν, αυτή είναι μία δύσκολη στιγμή», γράφει το άρθρο, που αναλύει ότι ναι μεν η αφορμή της οργής είναι η καταστροφή του πάρκου Γκεζί, μία μικρή πράσινη όραση στην πλατεία Ταξίμ στο χάος του κέντρου της Κωνσταντινούπολης, ωστόσο η γενεσιουργός αιτία της λαϊκής εξέγερσης που φτάνει μέχρι την Αγκυρα αφορά προφανώς κάτι βαθύτερο.
Το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) που δημιουργήθηκε από τις στάχτες δύο απαγορευμένων ισλαμικών κομμάτων σε μία μουσουλμανική εκδοχή της ΧριστιανοΔημοκρατίας, έχει αποδώσει πολλά από όσα υπόσχεται το όνομά του. Ο Ερντογάν υπερδιπλασίασε το κατά κεφαλήν εισόδημα, διένειμε πλούτο, έδωσε πρόσβαση στην υγεία, στα σχολεία και σε νέους δρόμους.
Υπάρχει, ωστόσο, κι η άλλη οπτική. Οτι το ΑΚΡ είναι ένα κόμμα των εργολάβων οι οποίοι έχτισαν ό,τι ήθελαν να χτίσουν και που έχουν συνηθίσει να ισοπεδώνουν ό,τι βρίσκεται στο δρόμο τους. Μόνο στην Κωνσταντινούπολη, υπάρχουν σχέδια για νέο αεροδρόμιο, νέα γέφυρα στο Βόσπορο και κανάλι για πλοία όπως επίσης και ένα τεράστιο τζάμι πάνω στο λόφο.
Οι επικριτές του Ερντογάν επίμονα τον κατηγορούν ότι έχει μετατραπεί σε νέο-Οθωμανό σουλτάνο, «αλλά και ο χαρακτηρισμός του Φαραώ δεν είναι πολύ μακριά», γράφουν οι Financial Times. «Το νέο κατεστημένο του οποίου ηγείται ο Ερντογάν έχει παραμερίσει πολιτικά την κοσμική ελίτ που κυριαρχούσε στη δημοκρατία που δημιουργήθηκε από τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, έχει παραγκωνίσει τον στρατό». Η πρόσφατη δε, ποτοαπαγόρευση πρόσθεσε μια ακόμα αφορμή λαϊκής δυσαρέσκειας.
«Το πραγματικό δράμα της Τουρκίας του Ερντογάν δεν είναι το κοσμικό φάσμα της υφέρπουσας θεοκρατίας, αλλά ότι η κεμαλική αντίσταση αποδεικνύεται μη εκλέξιμη, παγιδευμένη στο παρελθόν και εξαρτώμενη από στρατηγούς και δικαστές για να κερδίσει ό,τι συνεχίζει να χάνει στην εκλογική κάλπη», αναλύει ο αρθρογράφος.
Και καταλήγει ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, «η πιο επιβλητική φιγούρα της Τουρκίας μετά τον Ατατούρκ, προτίθεται να υπογράψει ειρήνη με την πιο ανήσυχη κουρδική μειονότητα της χώρας και στη συνέχεια να γλιστρήσει τον επόμενο χρόνο στην προεδρική θητεία με ενισχυμένες εξουσίες. Με τόσο φιλόδοξη ατζέντα θα ήταν ανόητος να ανοίξει ένα νέο μέτωπο. Η ύβρις μπορεί να μην έρχεται με τη μορφή μίας καλά οργανωμένης αντιπολίτευσης, αλλά έχει τον τρόπο να ταπεινώσει τους ισχυρούς».