Σε εξαιρετικά σοβαρό οικονομικό/φορολογικό ζήτημα αναδεικνύεται ο τρόπος λειτουργίας της Ελληνικής Εταιρείας Προστασίας της Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΑΕΠΙ), οι μεθοδεύσεις της οποίας για την είσπραξη των πνευματικών δικαιωμάτων των δημιουργών, ομοιάζουν με αυτές που μπορεί να ασκήσει μία οικονομική απολυταρχική (δικτατορική) υπερεξουσία.
Αυτό καταγγέλλει με ερώτησή του προς τους υπουργούς Πολιτισμού Κωνσταντίνο Αρβανιτόπουλο, Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα και Δικαιοσύνης Αντώνη Ρουπακιώτη ο βουλευτής Επικρατείας των Ανεξαρτήτων Ελλήνων Τέρενς Κουίκ.
Διευκρινίζοντας προκαταβολικά ότι τα όσα αναφέρει στην Ερώτησή του, σε καμία περίπτωση δεν αφορούν στη μη προάσπιση των δικαιωμάτων των πάσης φύσεως δημιουργών, ο Τέρενς Κουίκ μεταφέρει επιστολή του Πολιτευτή του Κινήματος στην Ξάνθη, Χαράλαμπου Ευστρατίου, στην οποία τονίζεται ότι «η ανωτέρω εταιρεία, όχι μόνο τιμολογεί μονομερώς και αυτοβούλως χωρίς την προηγούμενη συμφωνία με τους χρήστες των έργων πνευματικής ιδιοκτησίας, αλλά οποιαδήποτε αστική διαφορά που ενδεχομένως προκύπτει ανάμεσα στην ΑΕΠΙ και στους χρήστες των πνευματικών δικαιωμάτων, αντί να οδηγείται στα αστικά δικαστήρια, οδηγείται στα ποινικά!»
Ακολουθεί το κείμενο της Ερώτησης.
Μετά από σχετική πληροφόρηση που έλαβα από τον κ. Χαράλαμπο Ευστρατίου Πολιτευτή των Ανεξάρτητων Ελλήνων στην Ξάνθη, διαφαίνεται ότι υφίσταται σοβαρό ζήτημα στην λειτουργία της Ελληνικής Εταιρείας Προστασίας της Πνευματικής Ιδιοκτησίας (ΑΕΠΙ).
Διευκρινίζω, προκαταβολικά, ότι τα όσα αναφέρονται στη συγκεκριμένη Ερώτηση, σε καμία περίπτωση δεν αφορούν στην μη προάσπιση των δικαιωμάτων των πάσης φύσεως δημιουργών.
Αλλά άλλο η αυτονόητη προάσπιση των δικαιωμάτων των δημιουργών και άλλο μεθοδεύσεις είσπραξής τους από τους χρήστες, που ενδεχομένως να παρομοιάζουν με μεθοδεύσεις που μπορεί να ασκήσει μια οικονομική απολυταρχική (δικτατορική) υπερεξουσία.
Όπως τονίζει ο κ. Ευστρατίου σε ηλεκτρονική επιστολή που μου απέστειλε:
«Ειδικότερα, η ανωτέρω εταιρεία λειτουργεί με κριτήρια της ιδιωτικής οικονομίας, αλλά απολαμβάνει το μοναδικό ίσως προνόμιο σε όλη την ελληνική Επικράτεια, να τιμολογεί μονομερώς και αυτοβούλως χωρίς την προηγούμενη συμφωνία με τους χρήστες έργων πνευματικής ιδιοκτησίας.
Η οποιαδήποτε αστική διαφορά που ενδεχομένως να προκύπτει ανάμεσα στην ΑΕΠΙ και στους χρήστες των πνευματικών δικαιωμάτων, αντί να οδηγείται σε αστικά δικαστήρια, ποινικοποιείται και οδηγείται στα ποινικά δικαστήρια.
Δοθέντος του γεγονότος ότι η ΑΕΠΙ είναι Ανώνυμη Εταιρεία που λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια με αποκλειστική αρμοδιότητα την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων, οφείλει σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Π.Δ. 186/1992) να εκδίδει πιστωτικό τιμολόγιο «επί πιστώσει» επ' ονόματι της εκμετάλλευσης, δηλαδή του χρήστη των πνευματικών δικαιωμάτων και από την οποία ζητάει την καταβολή ανταλλάγματος.
Με την έκδοση παραστατικού «επί πιστώσει» οι Έλληνες επιτηδευματίες θα ήταν σε θέση να γνωρίζουν τις οφειλές τους άμεσα και εμπρόθεσμα ώστε να είναι σε θέση να προγραμματίσουν και να υλοποιήσουν την όποια εκροή χρηματικών ποσών από το ταμείο των επιχειρήσεων τους, έχοντας επί πλέον τα κατά τον νόμο προβλεπόμενα παραστατικά.
Επιπροσθέτως, η ΑΕΠΙ κατά την συνήθη πρακτική της, δεν κοινοποιεί στους χρήστες έργων πνευματικής ιδιοκτησίας την σχετική πληροφόρηση, ούτε δια την τυπικής διαδικασίας αλλά ούτε και εξωδίκως. Αλλά αντίθετα μετά από καθυστέρηση δύο ή τριών ετών, από το χρόνο λήξης του δικαιώματος έκδοσης ανάλογου φορολογικού παραστατικού και διεκδίκησης είσπραξης του, υποβάλει μηνυτήριες αναφορές για τα προγενέστερα έτη ποινικοποιώντας την όποια αστική διαφορά.
Τονίζεται ιδιαίτερα το γεγονός, ότι η χρήση έργων πνευματικής ιδιοκτησίας γίνεται κατά πλειοψηφία από επιχειρήσεις του τριτογενή τομέα της οικονομίας. Η ανωτέρω νομική πρακτική και μεθοδολογία ποινικοποίησης των όποιων αστικών διαφορών που εφαρμόζεται από την ΑΕΠΙ αποτελεί σοβαρό εμπόδιο στην επιβίωση και άνθηση της επιχειρηματικότητας.
Είναι άξιο λόγου το γεγονός ότι η ΑΕΠΙ κατά την όποια δικαστική της αντιπαράθεση με τους χρήστες έργων πνευματικών δικαιωμάτων, επιχειρεί να αναδείξει την ύπαρξη δόλου για αντισυμβατική συμπεριφορά του εκάστοτε κατηγορούμενου ο οποίος όφειλε με δική του πρωτοβουλία στην ΑΕΠΙ. Αντίθετα, σύμφωνα με το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο που διέπει την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων δεν υφίσταται νομική ρύθμιση κατά την οποία να είναι υποχρεωμένος ο εκάστοτε επιτηδευματίας να απευθύνεται στην ΑΕΠΙ.
Εκ των ανωτέρω είναι ολοφάνερο ότι η όποια αστική διαφορά ανάμεσα στην ΑΕΠΙ και στους χρήστες προϊόντων πνευματικής ιδιοκτησίας, θα έπρεπε να αποτελεί αντικείμενο απόδειξης για το ύψος των ποσών. Αντίθετα η ΑΕΠΙ μονομερώς επιβάλλει ποσά για την κατ' έτος αμοιβή της, αν ο αντισυμβαλλόμενος επιχειρήσει να τα πληρώσει δεν μπορεί διότι ζητεί αμοιβολόγιο για προηγούμενα χρόνια για τα όποια (α) έχει ήδη επέλθει παραγραφή (β) δεν υπήρξε προηγούμενη αγωγή.
Επειδή, η όποια συμφωνία ανάμεσα στην ΑΕΠΙ και στους αντισυμβαλλόμενους θα πρέπει να γίνεται υποχρεωτικά εντός του εκάστοτε ημερολογιακού έτους.
Επειδή, δεν είναι δυνατή η καταβολή χρηματικών ποσών από τους επιτηδευματίες χωρίς την έκδοση φορολογικών παραστατικών.
Επειδή, δεν είναι δυνατή η καταβολή χρηματικών ποσών για προγενέστερα έτη – χρήσεις, αφού δεν μπορούν να εκδοθούν φορολογικά παραστατικά για προγενέστερες χρήσεις».
Ερωτάσθε κύριοι Υπουργοί:
- Είναι σε γνώση σας η νομική πρακτική που εφαρμόζεται από την ΑΕΠΙ;
- Σε ποιες ενέργειες προτίθεστε να προχωρήσετε για την θεραπεία των ανωτέρω;
- Αντιλαμβάνεστε ότι με τον τρόπο που λειτουργεί η ΑΕΠΙ οδηγεί σε απόγνωση την πλειοψηφία των Ελλήνων επιτηδευματιών και χρηστών έργων πνευματικής ιδιοκτησίας;
- Πώς είναι δυνατόν να επιβάλλονται ποινές, χωρίς να έχει προηγηθεί έναρξη ή και ολοκλήρωση διαπραγματεύσεων, ώστε να διαπιστωθεί η δυστροπία του αντισυμβαλλομένου; Πρέπει να σημειωθεί ότι η επίτευξη συμφωνίας θα πρέπει να λαμβάνει χώρα υποχρεωτικά εντός του εκάστοτε ημερολογιακού έτους.
- Πώς είναι δυνατό να ζητείται από επιχείρηση-δραστηριότητα η καταβολή χρηματικών ποσών, χωρίς την έκδοση φορολογικών παραστατικών;
- Πώς είναι δυνατή η καταβολή χρηματικών ποσών για προγενέστερα έτη-χρήσεις, όταν είναι αδύνατη η έκδοση φορολογικών παραστατικών που να τη νομιμοποιούν;