Πολύ καλά αντανακλαστικά πρέπει να έχει κανείς για να προλάβει τις συνεχείς και αντικρουόμενες απόψεις των κομμάτων για το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο. Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ και ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθούν να «σφάζονται» μέσω ανακοινώσεων.
Εν τάχει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Σίμος Κεδίκογλου υπερασπίστηκε την πρόταση της ΝΔ, απορρίπτοντας τα σχόλια περί light νομοσχεδίου. Το ΠΑΣΟΚ μιλά μεγάλες ιδεολογικές διαφορές με τη ΝΔ και κάνει λόγο για ασέβεια του Συντάγματος και του κράτους δικαίου. Η ΔΗΜΑΡ θεωρεί πως η τροποποίηση του αντιρατσιστικού του 1979 συνιστά κατάθεση νέου νόμου κι ο ΣΥΡΙΖΑ εκμεταλλευόμενος αυτή την ασυνεννοησία των τριών κομμάτων χαρακτηρίζει την όλη κατάσταση ως «κυβερνητικό τραγέλαφο».
Κεδίκογλου: «Δεν πρέπει να θυματοποιείται η Χρυσή Αυγή»
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά, όμως. Ο κ. Κεδίκογλου με δηλώσεις του σχετικά με την κρίση που έχει ξεσπάσει στην κυβέρνηση λόγω του αντιρατσιστικού, επεσήμανε πως επί της ουσίας δεν υπάρχει διαφωνία ανάμεσα στα κόμματα. Δικαιολόγησε την άποψή του λέγοντας πως η ΝΔ θεωρεί επαρκέστατο το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο αρκεί αν γίνουν κάποιες προσθήκες, ενώ ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ διαφωνούν και πρόσθεσε πως κατά τη συζήτηση στη Βουλή τα δύο κόμματα «θα έχουν την ευκαιρία, νηφάλια να δουν ποιο είναι το αποτελεσματικότερο εργαλείο».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δικαιολόγησε αυτές τις διαφωνίες στην διαφορετική ιδεολογία που εκφράζουν τα τρία κόμματα της συγκυβέρνησης, τόνισε πως το νομοσχέδιο «δεν είναι καθόλου light σε ό,τι αφορά τις ποινές» και στη συνέχεια πέρασε στην αντεπίθεση μιλώντας περί ναζισμού και θυματοποίησης της Χρυσής Αυγής.
«Δεν ρίχνουμε νερό στο κρασί μας, λειτουργούμε συντεταγμένα βάσει των νόμων και των κανονισμών, δεν λειτουργούμε παρορμητικά, δεν λειτουργούμε με βάση την επικαιρότητα και μόνο», είπε ο Κεδίκογλου και πρόσθεσε: «Επειδή η οικογένειά μου έχει δυστυχώς πληρώσει τίμημα για το ναζισμό -ο παππούς μου ο Γιώργος Διαμαντόπουλος ήταν επί ένα και πλέον χρόνο στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπέργκεν Μπέλσεν - δεν δέχομαι από κανέναν να μου κάνει μαθήματα. Εμείς ξέρουμε πώς αντιμετωπίζεται ο ναζισμός και αυτός είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος. Δεν πρέπει να φανεί ότι θυματοποιείται η Χρυσή Αυγή».
Ζήτημα σχέσεων των κυβερνητικών εταίρων θέτει το ΠΑΣΟΚ
Η άποψη του ΠΑΣΟΚ επί του θέματος απείχε (πολιτικά) έτη φωτός από την τοποθέτηση του Σίμου Κεδίκογλου. Διότι, στην Ιπποκράτους θεωρούν πως υπάρχει κρίση σχέσεων στην κυβέρνηση και σαφείς ιδεολογικοπολιτικές διαφορές με τη ΝΔ. Το ΠΑΣΟΚ χαρακτήρισε την πρόταση της ΝΔ ή απίστευα πρόχειρη ή ασεβέστατη προς το Σύνταγμα και το κράτος δικαίου.
Το κόμμα του Ευάγγελου Βενιζέλου θεωρεί «ακατανόητη και αντιφατική τη στάση της ΝΔ» και εκτιμά ότι «η ΝΔ εγκλωβίστηκε στην άρνησή της να συμφωνήσει σε μια ολοκληρωμένη νομοθετική πρωτοβουλία, με το πολιτικό επιχείρημα ότι δεν εναρμονίζεται με τους εκλογικούς στόχους της η μετωπική σύγκρουση με την ΧΑ και το νομικό ισχυρισμό ότι η ισχύουσα νομοθεσία του 1979, όπως συμπληρώθηκε, είναι επαρκής».
Καταλογίζει δε στη ΝΔ ότι «προκάλεσε έτσι μια εσωτερική σύγκρουση στην κυβερνητική πλειοψηφία, που προσέλαβε αξιακά χαρακτηριστικά και οδήγησε το ΠΑΣΟΚ στην από κοινού με τη ΔΗΜΑΡ κατάθεση σχετικής πρόταση νόμου».
Το ΠΑΣΟΚ υποστηρίζει ότι «η ΝΔ, κυρίως υπό τη πίεση των διεθνών αντιδράσεων, αναγκάστηκε να καταθέσει μόνη της μια εξαιρετικά προβληματική πρόταση νόμου, που αντιβαίνει το σύνολο της πολιτικής και νομικής επιχειρηματολογίας της» και προσθέτει ότι «περιέλαβε μάλιστα στην πρόταση νόμου μέχρι και διάταξη που αποδέχεται και αφήνει ατιμώρητο τον ρατσιστικό, ξενοφοβικό, ακόμη και απροκάλυπτα φιλοναζιστικό λόγο στην αστυνομία και τις ένοπλες δυνάμεις, στα σχολεία κ.ο.κ.».
Στην ίδια ανακοίνωση, ξεκαθαρίζεται ότι «σε καμία περίπτωση, πάντως, δεν πρόκειται να γίνει δεκτό από το ΠΑΣΟΚ να προταχθεί η συζήτηση της πρότασης νόμου της ΝΔ που κατατέθηκε δεύτερη. Η ΝΔ πρέπει να αντιληφθεί ότι η ομαλή εξέλιξη της κοινοβουλευτικής διαδικασίας στο αντιρατσιστικό είναι προϋπόθεση για την ομαλή προώθηση του συνολικού νομοθετικού έργου της κυβέρνησης και την αποτελεσματική συνεργασία των ΚΟ των τριών κομμάτων». Παράλληλα, θεωρεί υποκριτική τη στάση της αντιπολίτευσης, από την οποία, το κάθε κόμμα οχυρώνεται πίσω από το πρόσχημα της δικής του πρότασης.
Το ΠΑΣΟΚ προχωρεί το θέμα, τονίζοντας ότι: «Η κρίση γύρω από το αντιρατσιστικό αναδεικνύει ως επιτακτική προτεραιότητα την επικαιροποίηση της προγραμματικής συμφωνίας των τριών κομμάτων, που δεν μπορεί να περιορίζεται στην εφαρμογή του μνημονίου και τις σχέσεις με την τρόικα, αλλά πρέπει να συνιστά το ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης με σαφές χρονοδιάγραμμα και εξειδίκευση ανά υπουργείο».
Θέτει, επίσης, γενικότερα ζητήματα κυβερνητικής πολιτικής αναφέροντας τα ζωτικής σημασίας θέματα. Ειδικότερα, αναφέρεται: «Ο κατάλογος των θεμάτων που το ΠΑΣΟΚ θεωρεί ζωτικής σημασίας είναι τα προγράμματα ανάσχεσης της ανεργίας, η οριστικοποίηση των ρυθμίσεων του ενιαίου φόρου ακινήτων, χωρίς επιβάρυνση των πραγματικών αγροτών, η άμεση μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση, η υποστήριξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, η ιατροφαρμακευτική κάλυψη όλων των ανέργων, η ομαλή λειτουργία του ΕΟΠΥΥ κ.ο.κ.»
ΔΗΜΑΡ: «Η ΝΔ προτείνει άλλο νόμο»
Η ΔΗΜΑΡ σε πιο χαμηλούς τόνους στην ανακοίνωσή της περιορίζεται στην ανάλυση των διαφορών ανάμεσα στην από κοινού πρόταση που κατέθεσε με το ΠΑΣΟΚ και σε εκείνη της Νέας Δημοκρατίας, η οποία θέλει να τροποποιήσει το αντιρατσιστικό του 1979, αλλά επί της ουσίας προτείνει νέο νόμο.
Σύμφωνα με την ΔΗΜΑΡ, οι κύριες διαφοροποιήσεις μεταξύ των δύο προτάσεων είναι οι εξής:
«Στο αρθ. 1 του σχεδίου νόμου της ΝΔ τιμωρείται η υποκίνηση ή πρόκληση βίας ή μίσους μόνον όταν στρέφεται με ρατσιστικό κίνητρο κατά μεμονωμένου προσώπου και όχι όταν στρέφεται κατά ομάδας προσώπων. Αυτό ακυρώνει κάθε πιθανότητα εφαρμογής του νόμου, αφού η υποκίνηση σε βία ή μίσος δεν αφορά ποτέ ένα άτομο, αλλά κατηγορίες ατόμων.
Τιμωρεί στο αρθ. 2 του σχεδίου νόμου την επιδοκιμασία ή υποτίμηση γενοκτονιών και του ναζιστικού ολοκαυτώματος, όχι όμως και την άρνησή τους.
Εξαλείφει τη δυνατότητα προστασίας αλλοδαπών θυμάτων και μαρτύρων ρατσιστικών εγκλημάτων, με αποτέλεσμα τα θύματα ή οι μάρτυρες να μην παρίστανται κατά τη δίκη, αφού θα έχουν απελαθεί και διευκολύνεται έτσι η αθώωση των δραστών τέτοιων εγκλημάτων.
Εξαλείφεται η πρόβλεψη να τιμωρείται και η διέγερση σε φθορές ή βλάβη πραγμάτων των θυμάτων ρατσιστικής δράσης. Δηλαδή, αν υπάρξει πρόκληση να καούν τα καταστήματα των αλλοδαπών ή χώροι λατρείας στο κέντρο της Αθήνας, χωρίς να υπάρξει βία κατά των προσώπων των αλλοδαπών, αυτό δεν θα τιμωρείται σύμφωνα με την πρόταση της ΝΔ.
Απαλλάσσει από την ποινική ευθύνη το κράτος και τα όργανά του, που με οποιοδήποτε τρόπο προκαλούν ρατσιστική βία, επιτρέποντας δηλαδή τη δημόσια υποκίνηση ρατσιστικού μίσους από το κράτος και τους υπαλλήλους του. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 3 της πρότασης νόμου της ΝΔ, προβλέπεται ότι οι βασικές διατάξεις ποινικοποίησης της πρόκλησης ή υποκίνησης ρατσιστικής βίας ή μίσους κατά προσώπων και της επιδοκιμασίας γενοκτονιών 'δεν εφαρμόζονται στο Κράτος και τα όργανά τους και στους διεθνείς οργανισμούς'.
Εξαλείφει από το πεδίο προστασίας του νόμου τη βία ή το μίσος κατά προσώπων με βάση το γενετήσιο προσανατολισμό, επιτρέποντας δηλαδή τη ρατσιστική βία κατά ομόφυλων ατόμων».
ΣΥΡΙΖΑ: «Κυβερνητικός τραφέλαφος»
Την εμφανή αδυναμία συνεννόησης των κομμάτων της κυβέρνησης προσπαθεί να εκμεταλλευτεί ο ΣΥΡΙΖΑ που αναφερόμενος στη στάση των τριών κομμάτων γύρω από το αντιρατσιστικό κάνει λόγο για κάνει λόγος για «κυβερνητικό τραγέλαφο».
Παράλληλα, στην Κουμουνδούρου εντείνουν τις πιέσεις για τη διεξαγωγή debate ανάμεσα στον Αλέξη Τσίπρα και τον Αντώνη Σαμαρά. Στην ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρεται πως το αντιρατσιστικό έχει εξελιχτεί σε κυβερνητικό τραγέλαφο, με τις ξεχωριστές προτάσεις νόμου να παίζουν τον ρόλο φύλλου συκής, που θα καλύψει τα στρατηγικά αδιέξοδα και τις αντιφάσεις της μνημονιακής συμμαχίας. Οι συνεχιζόμενες, όμως, παλινωδίες και το παιχνίδι πολιτικών εντυπώσεων των τριών κομμάτων, όχι μόνο δεν μπορεί να κρύψει το κυβερνητικό ναυάγιο, αλλά το αναδεικνύει στον μέγιστο βαθμό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί κυρίως τη Νέα Δημοκρατία λέγοντας πως «έκαψε» το αντιρατσιστικό με τις ευλογίες της Χρυσής Αυγής και στο τέλος κατέθεσε μια προβληματική και ανεπαρκή πρόταση που όχι μόνο δεν κλείνουν τις γέφυρες με τη Χρυσή Αυγή, αλλά τις κρατούν ορθάνοιχτες.
Για τη στάση του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ, ο ΣΥΡΙΖΑ τονίζει ότι έχουν μετατραπεί σε μνημονιακούς δορυφόρους μιας επί της ουσίας μονοκομματικής κυβέρνησης και ότι η προσήλωσή τους στην απαρέγκλιτη εφαρμογή του μνημονίου, δεν τους αφήνει κανένα ουσιαστικό περιθώριο έμπρακτης διαφοροποίησης.
Πηγές του ΣΥΡΙΖΑ σημείωναν σήμερα ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και προσωπικά ο Α. Τσίπρας θα επαναφέρουν πιεστικά και τις επόμενες ημέρες την πρόταση για τη διεξαγωγή ενός τηλεοπτικού ντιμπέιτ με τον πρωθυπουργό.