Με τους κανονισμούς να γίνονται πιο αυστηροί στην Ευρώπη και τον παγκόσμιο πλούτο να μεταφέρεται στην Ασία, η Σιγκαπούρη εκτιμάται πως θα πάρει τη θέση της Ελβετίας ως το παγκόσμιο κέντρο παράκτιου πλούτου έως το 2020. Σε αυτό το συμπέρασμα έχει καταλήξει μία βρετανική εταιρεία ερευνών.
Αν και η Ελβετία διατηρεί ακόμη τα τραπεζικά σκήπτρα της, με 2,8 τρισεκατομμύρια υπό τη διαχείρισή της, ή αλλιώς το 34% του παγκόσμιου ιδιωτικού τραπεζικού συστήματος, η Σιγκαπούρη είναι αυτή τη στιγμή η ταχύτερα αναπτυσσόμενη αγορά.
Έως το τέλος του 2011 οι τράπεζές της διαχειρίστηκαν 550 δισεκατομμύρια δολάρια, πολύ περισσότερα από τα 50 δισ. που ήταν το αντίστοιχο ποσό το 2000. Με 450 δισ. να ανήκουν σε πελάτες από το εξωτερικό, λοιπόν, η Σιγκαπούρη έχει εξελιχθεί στο τέταρτο μεγαλύτερο κέντρο παγκοσμίως συσώρευσης παράκτιου πλουτισμού.
Η χαμένη εμπιστοσύνη ανάμεσα στους πλούσιους Αμερικανούς και τους Ευρωπαίους επενδυτές σε ζητήματα που αφορούν τη νομοθεσία τραπεζικού απορρήτου σε συνδυασμό με την αυξανόμενη αυστηρότητα στους τραπεζικούς κανονισμούς, είναι στοιχεία που λειτουργούν υπέρ της Σιγκαπούρης, σύμφωνα με τους αναλυτές.
«Πολλά από τα πλεονεκτήματα της Ελβετίας έχουν χαθεί σε ότι αφορά τους όρους απορρήτου, οπότε αν αναζητά κανείς μία κατάλληλη αγορά, ειδικά οι πλούσιοι ιδιώτες από την Ασία, η Σιγκαπούρη είναι ό,τι πρέπει», είπε στο CNN ο τραπεζικός αναλυτής Κρις Γουίλερ. «Έχει σταθερή κυβέρνηση, διαφάνεια στο νομικό σύστημα, ιστορία στη διαχείριση επενδύσεων, ενώ επιπλέον τα αγγλικά είναι η πρώτη γλώσσα της χώρας, που επίσης βοηθά πολύ. Οπότε είναι η προφανής πρώτη επιλογή», εξήγησε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η ευρωπαϊκή κρίση προφανώς έχει τεράστιο αντίκτυπο στην Ελβετία, καθώς τώρα οι χώρες της γηραιάς ηπείρου αναζητούν τρόπους να λάβουν όσο το δυνατόν περισσότερους φόρους, από τον οποιονδήποτε και οπουδήποτε. «Είδαμε την Ελβετία να μετατρέπεται από έναν ιδανικό τόπο εκτός συνόρων για κρυφές καταθέσεις σε ένα μέρος που απλά είναι βολικό να έχει κάποιος τα χρήματά του με ένα λογικά καλό φορολογικό συντελεστή».
Τα υπό διαχείριση κεφάλαια στη Σιγκαπούρη μπορούν να τετραπλασιαστούν έως το 2016, ενώ αντίθετα στην Ελβετία αναμένεται να μειωθούν κατά σχεδόν το ένα τρίτο, σε λιγότερο από 2 τρισεκατομμύρια τα επόμενα τρία χρόνια.