Εχει όλα τα συστατικά της έκπληξης που υπόσχονται μια βραδιά μοναδική: η βιεννέζικη οπερέτα Εύθυμη Χήρα ανεβαίνει στην Εθνική Λυρική Σκηνή σε σκηνοθεσία του ρηξικέλευθου σκηνοθέτη θεάτρου Δημήτρη Λιγνάδη με βασικά αστέρια τέσσερις νέους Έλληνες αλλά ήδη διεθνείς τραγουδιστές.
Η ίδια η Λυρική περιγράφει την (θα ανέβει στις 10,11,12,15,17,19,22,24,25 και 26 Μαίου) ως «ευχάριστη, ανάλαφρη, καλαίσθητη, με στιγμές γέλιου και παραιξηγήσεων, με επικεφαλής την διεθνώς αναγνωρισμένη σοπράνο Έλενα Κελεσίδη στον ομώνυμο ρόλο, καθώς και τους Διονύση Σούρμπη και Τάσο Αποστόλου. Πρόκειται για τη θρυλική οπερέτα του Φραντς Λέχαρ, με τον Δημήτρη Λιγνάδη στη σκηνοθεσία (για πρώτη φορά με τη Λυρική) και την Εύα Νάθενα στα σκηνικά τα οποία είναι όλα κόκκινα στην πρώτη πράξη, χρυσά στη δεύτερη και μαύρα στην τρίτη! Στόχος είναι να μεταφερθούμε στα παριζιάνικα σαλόνια των αρχών του 20ου αιώνα, ενώ οι χορογραφίες είναι εμπνευσμένες από τα φημισμένα καμπαρέ στο Παρίσι
Η υπόθεση του έργου αφορά τη νέα, όμορφη και πλούσια χήρα Άννα Γκλάβαρι από το υπερχρεωμένο κρατίδιο Ποντεβέντρο των Βαλκανίων. Ο βαρόνος Ζέτα, πρέσβης του Ποντεβέντρο στο Παρίσι, πρέπει οπωσδήποτε να την πείσει να παντρευτεί εκ νέου συντοπίτη της, διαφορετικά η κληρονομιά της, τόσο απαραίτητη στο κρατίδιο, θα χαθεί. Ρίχνει στη μάχη το γοητευτικό κόμη Ντανίλο Ντανίλοβιτς. Υπήρξε παλιός έρωτας της Άννας κι έτσι τα συναισθήματα που ξαναζωντανεύουν και από τις δύο πλευρές είναι αληθινά. Αν και η αποστολή του Ντανίλο θα αποδειχτεί αρκετά περίπλοκη, το τέλος θα είναι αίσιο.
Πώς περιγράφει ο ίδιος ο σκηνοθέτης την παράσταση
«Επιτρέψατε μου, στο σημείωμα τούτο, μια μικρή προσωπική εξομολόγηση: Η τύχη θέλησε, μετά την επί δύο ολόκληρα χρόνια «ενασχόλησή» μου με τη ζωή και τη μουσική του Μότσαρτ, έχοντας ανεβάσει το θεατρικό έργο του Πήτερ Σάφερ Amadeus, να σκηνοθετήσω άλλο ένα μουσικό έργο, ή, πιο σωστά, ένα μουσικό «ον», με το οποίο για πρώτη φορά θα καταπιανόμουν: Τη γνωστή και αγαπημένη οπερέτα του Λέχαρ Η εύθυμη χήρα. Δέχτηκα αμέσως την πολύ τιμητική για μένα πρόταση της Λυρικής! Όχι μόνο επειδή η μουσική, με την ευρεία έννοια του όρου, διέπει τη ζωή μου, επί και εκτός σκηνής. Όχι μόνο επειδή συμφωνώ με το καινούργιο στίγμα, που η σημερινή Λυρική Σκηνή θέλει να δώσει. Αλλά, κυρίως, γιατί η πρό(σ)κληση να ασχοληθώ, για πρώτη μου φορά, με ένα αμιγώς μουσικοθεατρικό είδος, αποτέλεσε για μένα μεγάλο δέλεαρ!
Δεν κρύβω πως η πρώτη, αντανακλαστική, διάθεση μου (φαντάζομαι και των περισσότερων ομολόγων μου σκηνοθετών) απέναντι στην Εύθυμη χήρα, ήταν να προσπαθήσω με ...γενναίες δραματουργικές και σκηνοθετικές ενέσεις, ώστε ένα φαινομενικά απλό -ίσως και απλοϊκό- έργο να «εκσυγχρονιστεί», να «εμβαθύνει», να «προβληματίσει»! Άλλωστε και μόνο το θέμα της οπερέτας τούτης, προσφέρεται: Μια μικρή χώρα στα πρόθυρα οικονομικής καταστροφής, δια «ικανών» της εκπροσώπων ελίσσεται, ώστε να κάνει την χείρα της χήρας να ανοίξει απλόχερα, και να σώσει δια της περιουσίας της το ...πτωχόν κρατίδιον! Οποία σύμπτωσις για το ελληνικό κοινό, που εδώ και καιρό βρίσκεται στη δίνη ποικίλων ...κρίσεων! Θα μπορούσα επίσης, με «δραματικές φωτοσκιάσεις» και «σκηνικά σχόλια», να αντιπαραβάλω τους ανάλαφρους χαρακτήρες και τις ...αφρώδεις καταστάσεις της πλοκής, με το ζόφο του σήμερα! Και ...πάει λέγοντας!
Όμως μια φωνή μέσα μου, μού έλεγε: «Άσε την Εύθυμη χήρα να ...τραγουδήσει μόνη της!» Ίσως να ήταν η φωνή της γιαγιάς μου και όλων των αγαπημένων μου συγγενών, που δεν είναι πια στη ζωή και έχουν μετακομίσει ...εντός μου για πάντα. Ίσως να ήταν η φωνή ενός παιδιού που, χρόνια τώρα, ακόμη περιμένει στο μοναχικό του παράθυρο να φανεί η βασιλοπούλα του παραμυθιού. Ίσως να ήταν η φωνή ενός σαρανταπεντάρη καλλιτέχνη, που κουράστηκε να βλέπει την αποδόμηση του ...μη δομημένου, το μαγικό μύθο της σκηνής να γίνεται καθημερινό ντοκιμαντέρ της διπλανής πόρτας, την κορνίζα να φωτίζεται καλυτέρα από τον ίδιο τον πίνακα!
Άφησα λοιπόν στην Εύθυμη χήρα μου, τη δική της μελωδία! Και όπου παρενέβην, το έκανα για να ...κελαηδήσει εκείνη καλυτέρα και τη μελωδία της να την ακούσουν όσο πιο πολλοί γίνεται! Εάν το πέτυχα, δεν το ξέρω. Ξέρω όμως, πως την ...αγάπησα πολύ! Και δεν έχω παρά να την ευχαριστήσω που με πήρε από το χέρι και περπατήσαμε μαζί σε ξεχασμένους λυρικούς κήπους, με ερωτευμένα αγάλματα και όμορφα λουλούδια! Που με έκανε, όχι να ξεχαστώ, αλλά -ίσα ίσα-να θυμηθώ! Και η μνήμη, είναι το μόνο αγέραστο όργανο της ψυχής!
Ευχαριστώ εκ βαθέων, για αυτή τη ...Χήρα βοηθείας!»