Ο Τάσος (ΤΑΖ) Θεοδωρόπουλος επισκέπτεται ξανά, την πιο κακόφημη καλύβα του δάσους, περιμένοντας όπως και πριν 30 χρόνια, να τον βιάσουν τα δέντρα.
ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ / EVIL DEAD
Bαθμολογία: 6 / 10
Ξεπερνάω την περίεργη έμπνευση να κυκλοφορήσει το «Πρόσωπο του Κακού» ανήμερα το Πάσχα, σκεφτόμενος ότι αποτελεί ένα δείγμα εναλλακτικού μάρκετινγκ και πρότασης ψυχαγωγίας. Μετά από το θέαμα σουβλισμένων αρνιών με τα μάτια βγαλμένα, στο κέντρο μιας χαρωπής παρέας που γλεντάνε μεθυσμένοι την Ανάσταση, τι καλύτερο για βραδινή διασκέδαση; Ούτως ή άλλως και η ταινία την ίδια λογική έχει. Μια χαρωπή (λέμε) τώρα, παρέα σε μια απομονωμένη καλύβα στο δάσος, πανέτοιμη να σουβλιστεί ή να σουβλίσει, σε υπερβολικό, γκροτέσκο ύφος κωμικής χασαπερί.
Συνταγή αλάνθαστη και περασμένη στην κινηματογραφική ιστορία μετά την πρώτη της δοκιμή, 30 και χρόνια πριν, από τον Σαμ Ράιμι, στο θρυλικό πλέον «Τhe Εvil Dead» του 1981. Μια ταινία που γυρίστηκε με προϋπολογισμό πάγκου στη λαϊκή αλλά περίσσευμα πάθους και όρεξης, κάνοντας τεράστια καριέρα σαν βιντεοκασέτα. Και αποκτώντας δύο συνέχειες από τον ίδιο σκηνοθέτη. Που με αυτό το αιματοβαμμένο του ξεκίνημα, χώθηκε για τα καλά στη χολιγουντιανή βιομηχανία του υπερθεάματος, σκηνοθετώντας την original τριλογία του «Spiderman", το φετινό «Οζ: Μέγας και Παντοδύναμος» και ταυτόχρονα βάζοντας το χέρι του σαν παραγωγός σε τηλεοπτικές σειρές blockbuster όπως ο «Ηρακλής», η «Ζίνα» και ο «Σπάρτακος».
Το γιατί το «The Evil Dead» του 1981 έγινε τέτοια cult επιτυχία, εξηγείται με πολλούς τρόπους: Το αδιαμφισβήτητο πάθος και ταλέντο του Ράιμι και η μοναδική του τεχνική της υπερκινητικής κάμερας. Η απλότητα της φόρμας της ταινίας. Η αθωότητα της εποχής. Ο μοναδικός, απενοχοποιημένος συνδυασμός λουτρού αίματος με ντελιριακό αυτοσαρκασμό και ερμηνείες σχολικής εκδρομής. Το γιατί το «The Evil Dead» του 1981, έπρεπε να αποκτήσει ένα ριμέικ, την ώρα που το νούμερο 2 της σειράς, ήταν ουσιαστικά κι αυτό ριμέικ, εξηγείται με δύο τρόπους: Για τους καλοπροαίρετους, η επιθυμία του Ράιμι (που είναι και εδώ ο παραγωγός της ταινίας) να επισκεφτεί ξανά τις αρχές της καριέρας του και να προσφέρει το ίδιο συναίσθημα χαβαλέ σε μια νέα γενιά θεατών που μπορεί να μην έχουν καν ακούσει για εκείνη την ταινία. Για τους κακοπροαίρετους, ή τους πιο ρεαλιστές, τα χρήματα. Με το τελικό φιλμικό αποτέλεσμα, να αντανακλά και τις δύο εκδοχές.
Σκηνοθετημένο από τον τσιτωμένο Ουρουγουανό Φεντέ Αλβαρέζ (που αποτελεί προσωπική ανακάλυψη του Ράιμι) στην πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, το φετινό «Εvil Dead» δεν χάνει μόνο το άρθρο «The» από τον πρωτότυπο τίτλο. Αλλά και την πλάκα. Κρατάει όμως ευτυχώς αρκετά όλα τα υπόλοιπα σε δόσεις που σπάνια πλέον βλέπεις να επιτρέπονται στο mainstream αμερικάνικο σινεμά τρόμου. Με διαφορά η πιο αιματοβαμμένη ταινία της χρονιάς, δεν αφήνει μέρος του ανθρώπινου σώματος απείραχτο με μια αξιολάτρευτη εμμονή στους ακρωτηριασμούς χεριών και ποδιών. Μια αξέχαστη διχοτόμηση γλώσσας σε ξυράφι, μπόλικους ζομποποιημένους δαίμονες, ηλεκτρικά πριόνια, καρφιά σε πρόσωπα και ένα καπιτάλε ουράνιο (κυριολεκτικά) λουτρό αίματος. Ακολουθώντας τη συνταγή του πρωτότυπου, με μερικές παραλλαγές και κλείνοντας σεβαστικά το μάτι στους θαυμαστές, αναπαράγοντας συγκεκριμένες σκηνές όπως ο βιασμός της κορασίδας από τα «ζωντανά» κλαδιά των δέντρων, το κελάρι της καλύβας και οι σκηνές με την φρενήρη υποκειμενική κάμερα στο δάσος. Όλα αυτά, με μια χορταστική εμμονή, στα χειροποίητα, προσθετικά make up εφέ παλαιότερων δεκαετιών, κόντρα στην μόδα της ψηφιακής αναιμίας. Και με μια μικρή, δευτερολέπτων σκηνή μετά το τέλος των τίτλων, που επαναφέρει πολύ λίγο στην οθόνη, έναν παλιό αγαπημένο για τους γνώστες.
Ναι, ο Ράιμι βρίσκεται παντού πίσω από το τελικό αποτέλεσμα, όμως ταυτόχρονα δεν βρίσκεται. Όπως βρίσκεται και δεν βρίσκεται και η χαρισματική περσόνα του Μπρους Κάμπελ (που είναι συμπαραγωγός), του θρυλικού Ας, του πρωταγωνιστή των αυθεντικών ταινιών που ευθύνεται για μεγάλο μέρος της σλάπστικ κωμωδίας τους. Γιατί ο Αλβαρέζ, παίρνει τα πράγματα πολύ σοβαρά. Υπάρχει πλάκα, σε κωμικές αντιδράσεις των ηρώων ή ηθελημένα κακογραμμένες ατάκες του κουλού, που έκαναν την αίθουσα να κοπανιέται από τα γέλια, όμως για έναν περίεργο λόγο, μπορούν να ερμηνευτούν και ως αθέλητα κακογραμμένες. Επειδή δεν υποστηρίζονται από το εντελώς αδιάφορο ως και ενοχλητικό σαν σκιαγράφηση χαρακτήρων, cast πρωταγωνιστών. Επειδή καπελώνονται από τους τόνους αίματος. Επειδή το 'χουμε ξαναδεί. Επειδή επίσης για έναν περίεργο λόγο, απουσιάζει εντελώς ο τρόμος. Μπορεί σχεδόν όλοι οι πρωταγωνιστές να καταλήγουν κουλοί, κουτσοί ή ακέφαλοι, αλλά κάτι πάει στραβά και δεν πετιέσαι ούτε μια στιγμή τρομαγμένος από την καρέκλα σου, ούτως ώστε να ευχαριστηθείς λυτρωτικά τον όποιο μετέπειτα χαβαλέ.
Η συνταγή είναι η ίδια. Πέντε χαρακτήρες, απομονωμένοι σε μια καλύβα, ανοίγουν το βιβλίο των νεκρών και αρχίζουν να μεταμορφώνονται σε δαίμονες τρώγοντας ο ένας τα λυσσιακά του άλλου. Το καινούργιο στοιχείο, και μάλλον λάθος κρίνοντας εκ του τελικού αποτελέσματος; Το ότι αυτή τη φορά δεν πρόκειται για μια παρέα χαζών τουριστών κολλεγίου. Αλλά έχουν μαζευτεί εκεί για να απεξαρτηθεί μία εξ' αυτών, η Μία με το όνομα, από την πρέζα. Επομένως από τη σεναριακή αφορμή και μόνο, η φόρμουλα προσπαθεί να σοβαρέψει και να αποκτήσει μια πιο σοβαρή διάσταση, που όμως έρχεται σε κόντρα με όλα τα τεκταινόμενα της ταινίας και τις σεναριακές αυθαιρεσίες του φανταστικού που σε άλλη περίπτωση θα ήταν καλοδεχούμενες. Γιατί ο Αλβαρέζ προσπαθεί να εξηγήσει πράγματα που λειτουργούν καλύτερα ανεξήγητα εφ' όσον το αποτέλεσμα σου οδηγείται σε ένα ντελιριακό λουτρό αίματος. Βάζει μια αχρείαστη εναρκτήρια σκηνή καψίματος μιας δαιμονισμένης, υπερεστιάζει στις επιδράσεις του βιβλίου πάνω στους ήρωες, προσπαθεί να ορθολογίσει το εξ' ορισμού παράλογο, δίνει σοβαροφανείς, βεβιασμένες λύσεις γελοίας προχειρότητας στην σεναριακή του έμπνευση. Κοντράροντας το ίδιο του το προϊόν. Επομένως, στερεί την pulp απόλαυση?
Κατά το ήμισυ. Ομολογουμένως, το «Πρόσωπο του Κακού» είναι ένα από τα καλύτερα ριμέικ ταινίας τρόμου του 80 σε σχέση με αυτά που είδαμε τα τελευταία χρόνια, το πιο απολαυστικό, και το πιο συνεπές με την αρχική πηγή του έμπνευσης, γεμάτο ως εκεί που δεν παίρνει, με ευρηματικούς σφαγιασμούς και κλειστοφοβική ατμόσφαιρα, που χειρίζεται επιδέξια ο Αλβάρεζ. Χωρίς στην ουσία να αποτελεί ένα ριμέικ αλλά ένα ακόμα κεφάλαιο. Με μια άλλη παρέα, στην ίδια καλύβα, αντιμέτωπους με το ίδιο Κακό. Σίγουρα όμως δεν είναι «Η πιο τρομακτική ταινία που είδατε ποτέ» όπως λέει η αφίσα. Ούτε όσο λειτουργικό θα μπορούσε, μέσα στην φανερή απόγνωση του να φανεί «κουρδισμένο» στην εντέλεια, σε σχέση με την αναρχική, αυτοσχεδιαστική, κινητήρια δύναμη του πρωτότυπου. Κάτι που δυστυχώς, το κάνει μια αξιόλογα διασκεδαστική εμπειρία θέασης, για μας τους σαλεμένους φαν του είδους, αλλά επ' ουδενί μια cult ταινία – σημείο αναφοράς σαν αυτή που σημάδεψε τις εφηβικές μας αναμνήσεις. Χωρίς να σκέφτομαι το ενδεχόμενο, αν για αυτό δεν ευθύνεται τόσο η ταινία, όσο το ότι εμείς δεν είμαστε πλέον έφηβοι.
*Στις αίθουσες από την Κυριακή του Πάσχα 5 Μαΐου
*** ακολουθήστε τον ΤΑΖ στο www.facebook.com/tazthebuzz ή στο www.twitter.com/klarinabourana. Κάντε LIKE στην επίσημη σελίδα του fb www.facebook.com/SigaikaProductions για να μαθαίνετε όσα χρειάζεστε, προκειμένου να καίτε τον εγκέφαλο (των άλλων) ή επικοινωνήστε με το terra_gelida@hotmail.com για μέιλ και υποθέσεις προσωπικής εκδίκησης.