Όπως και στην πραγματική ζωή, έτσι και στον ψηφιακό κόσμο κάθε ενέργεια μας αφήνει ένα αποτύπωμα το οποίο μπορεί να μας ακολουθήσει ακόμα και μήνες μετά από μια ενέργεια μας στο διαδίκτυο. Πως ακριβώς συμβαίνει όμως αυτό και τι μπορούμε να κάνουμε για να μειώσουμε όσο είναι δυνατόν αυτό το ψηφιακό αποτύπωμά μας;
Αρχικά θα πρέπει να εξετάσουμε ποιος συλλέγει τα ψηφιακά μας αποτυπώματα, με ποιον τρόπο και για πόσο χρονικό διάστημα είναι αυτά διαθέσιμα. Πρωταθλητής στην «αδιακρισία » είναι οι μηχανές αναζήτησης (Google, Bing, Yahoo κλπ). Προφανώς αποθηκεύουν τις διάφορες αναζητήσεις μας μαζί με διάφορες άλλες πληροφορίες όπως IP διευθύνσεις και ημερομηνίες. Όταν κάποιος πλοηγείται στο διαδίκτυο από τον υπολογιστή του, ο πάροχος υπηρεσιών διαδικτύου έχει αναθέσει στον υπολογιστή αυτόν έναν αριθμό που ονομάζεται διεύθυνση πρωτοκόλλου διαδικτύου (διεύθυνση ΙΡ), ο οποίος είναι απαραίτητος για την πρόσβαση στο διαδίκτυο. Θεωρείται και αυτός προσωπικό δεδομένο ακριβώς γιατί μπορεί, έστω υπό προϋποθέσεις ή/και σε συνδυασμό με άλλες πληροφορίες, να ταυτοποιήσει το χρήστη του υπολογιστή κάποια δεδομένη χρονική στιγμή. Μερικές εταιρείες από αυτές διαγράφουν μετά από λίγο καιρό δεδομένα που μπορούν να οδηγήσουν ευθέως στην ταυτοποίηση ενός χρήστη ενώ άλλες τα διατηρούν επ' αόριστον.
Συγκεκριμένα η Google αποθηκεύει τις πληροφορίες των αναζητήσεών μας για 18 μήνες. Μετά από 9 μήνες διαγράφει τα δεδομένα που μπορούν να μας ταυτοποιήσουν αλλά κρατάει τις IP διευθύνσεις. Την ίδια σχεδόν πολιτική ακολουθούν και οι υπόλοιπες μεγάλες μηχανές αναζήτησης με τη διαφορά ότι η Bing δεν κρατάει τις IP διευθύνσεις για περισσότερο από 6 μήνες. Γίνεται λοιπόν κατανοητό πως αυτού του είδους το ψηφιακό αποτύπωμα μπορεί να μας ακολουθεί για πολύ καιρό χωρίς να μπορούμε να κάνουμε κάτι για αυτό.
Άλλη μια πηγή πληροφοριών σχετικά με τις δραστηριότητές μας στον διαδίκτυο είναι οι browsers (φυλλομετρητές). Οι πιο διάσημοι είναι ο Internet Explorer, ο Firefox, ο Google Chrome και ο Safari. Όλοι οι προηγούμενοι διατηρούν ιστορικό των περιηγήσεων μας σαν προεπιλογή. Εάν θέλουμε μπορούμε να το διαγράφουμε επιλεκτικά ή μαζικά ή ακόμα και να σερφάρουμε στο διαδίκτυο χωρίς να αφήνουμε ιστορικό. Αυτή η επιλογή υπάρχει σε όλους τους γνωστούς browsers. Τις περισσότερες επιλογές σχετικά με το ιστορικό τις έχει ο Firefox, καθώς μας επιτρέπει να διαγράφουμε όλα τα ίχνη μας όταν τον κλείνουμε.
Τα ψηφιακά μας αποτυπώματα μας όμως δεν περιορίζονται στον υπολογιστή μας. Όλοι μας χρησιμοποιούμε τις υπηρεσίες ενός παρόχου Internet για να έχουμε πρόσβαση στο διαδίκτυο. Ο πάροχός μας κρατάει επίσης πληροφορίες σχετικά με τις δραστηριότητές μας. Αυτές περιλαμβάνουν στοιχεία όπως ημερομηνίες, την δική μας διεύθυνση IP καθώς επίσης και την διεύθυνση IP της σελίδας που επισκεπτόμαστε. Εξαιρούνται τα δεδομένα που ανταλλάσσουμε στην μεταξύ μας επικοινωνία. Συνεπώς σε περίπτωση που αυτό ζητηθεί (συνήθως από διωκτικές αρχές) είναι γνωστό πότε και σε ποια σελίδα πλοηγηθήκαμε. Οι πάροχοι υπηρεσιών διαδικτύου στην Ελλάδα είναι υποχρεωμένοι από την νομοθεσία να διατηρούν αυτού του είδους τα δεδομένα για δώδεκα μήνες. Παρόμοια πολιτική ακολουθούν και οι πάροχοι ασύρματων τηλεπικοινωνιών.
Τέλος μεγάλη πηγή πληροφοριών είναι και οι διάφορες κινητές συσκευές που χρησιμοποιούμε, όπως smartphones και tablets. Πρόσφατα πολλοί χρήστες iPhone έμαθαν πως το λογισμικό Siri, το οποίο είναι εγκατεστημένο σε κάθε συσκευή και δρα ως ψηφιακός βοηθός, όχι μόνο αποθηκεύει τα δεδομένα των χρηστών, όπως τις αναζητήσεις του αλλά τα αποστέλλει και στην μαμά εταιρεία, η οποία τα κρατάει στους servers της για δύο χρόνια. Σε αυτή την περίπτωση βέβαια αυτά τα δεδομένα δεν μπορούν να οδηγήσουν ευθέως στον χρήστη. Συνήθως είναι χρήσιμα στις εταιρείες έτσι ώστε να τελειοποιήσουν το λογισμικό τους. Πριν από αρκετό καιρό είχε γίνει γνωστό πως το λογισμικό των iPhones κρατούσε αρχείο με τις τοποθεσίες GPS χωρίς να το γνωστοποιεί στον χρήστη του.
Φυσικά αυτό δεν είναι νέο για όσους έχουν ασχοληθεί έστω και λίγο ώστε να ενημερωθούν με την πολιτική που εφαρμόζουν οι κολοσσοί της πληροφορικής σχετικά με τα προσωπικά δεδομένα των πελατών τους. Οι πολιτικές αυτές αποφασίζονται από τις ίδιες τις εταιρείες και δεν υπάρχει κάποιος έλεγχος από πλευράς νομοθεσίας. Φωτεινή εξαίρεση ίσως αποτελεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία είναι λίγο περισσότερο ευαισθητοποιημένη σε τέτοιου είδους θέματα.
Εν κατακλείδι βασικό είναι εμείς οι ίδιοι να είμαστε ευαισθητοποιημένοι σαν τελικοί χρηστές υπηρεσιών και προϊόντων, έτσι ώστε να μην μοιραζόμαστε αφειδώς πληροφορίες για εμάς τους ίδιους και τη ζωή μας. Το προηγούμενο έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις κυρίως σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης (Facebook, Twitter κλπ) και αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τα προσωπικά μας δεδομένα και την ιδιωτικότητά μας. Δεν είναι υπερβολή να πούμε πως στο μέλλον το ψηφιακό αποτύπωμα που αφήνουμε μέρα με την μέρα θα έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από το βιογραφικό μας και μεγαλύτερη μνήμη απ' ότι ο ίδιος μας ο εαυτός.