Ben Affleck, Tomy Lee Jones, Chris Cooper και Maria Bello, αναβιώνουν το «Θέατρο της Δευτέρας» σε μια ταινία που μπορείς (και είναι μάλλον καλύτερο) να την παρακολουθήσεις, χωρίς να τη βλέπεις, ακούγοντας σαν background τους διαλόγους και κάνοντας οτιδήποτε άλλο (μαγείρεμα, βάψιμο, χαλάουα, κλπ). Στις αίθουσες την Πέμπτη 23 Ιούνη.
Υπάρχει ένας βασικός τρόπος να καταλάβεις ότι το σεξ που κάνεις, ή η ταινία που βλέπεις είναι βαρετή όσο δε γίνεται, ιδίως όταν στο σεξ, όπως και στην ταινία, είσαι αναγκασμένος να κάτσεις μέχρι τέλους. Γιατί πώς να στο πω κομψά φίλε, κάπως έτσι είναι η εμπειρία για τον κριτικό. Που για να έχει γίνει κριτικός σημαίνει ότι είναι ερωτευμένος με το σινεμά. Το πρόβλημα αρχίζει όμως όταν το παντρεύεται.
Εκεί αποχαιρέτα τα τα χαρωπά σεξουαλικά των πρώτων χρόνων. Το σεξ γίνεται συζυγική υποχρέωση και η βαρετή ταινία, μοιάζει με τη σύζυγο σου που την παντρεύτηκες 20 χρονών με το βυζί φανοστάτη και τώρα είναι 50 στα χρόνια και άλλα 50 στα κιλά πιο βαριά, με το βυζί παραγάδι, να το πετάς στη θάλασσα κι αυτό να βυθίζεται.
Κάπως έτσι για να μη στα πολυλογώ, αισθάνθηκα παρακολουθώντας το Τhe Company Men που ευτυχώς το είδα σπίτι μου, κι έτσι μπόρεσα, στα 104 λεπτά της διάρκειας του, να σβήσω mails από τον υπολογιστή, να κόψω τα νύχια μου, να βάλω μια μάσκα προσώπου, να ανεβάσω κάτι γυμνές μου φωτογραφίες σε ένα site για ψωνιστήρι επειδή οι παλιές μου ήταν από τα 20 μου κι όποιος με συναντούσε μου έλεγε «φτου σου δε ντρέπεσαι κωλόγρια», και να ρυθμίσω τις αυριανές πληρωμές στις τράπεζες.
Επίσης, όπως καταλαβαίνεις από τα παραπάνω φίλε, όσο τραγικά βαρετή ήταν η εμπειρία θέασης της ταινίας, άλλο τόσο βαρετό είναι να βρω να γράψω κάτι γι’ αυτήν πέρα από το πόσο βαρέθηκα. Μια παρέα υψηλόβαθμων στελεχών επιχείρησης απολύονται λόγω οικονομικής κρίσης ο ένας μετά τον άλλο και ντιλάρουν με την ανεργία, τον κοινωνικό ρατσισμό, τις οικογένειες τους και το αίσθημα της ήττας ο κάθε ένας με το δικό του τρόπο.
«Απολύσεις σε χρόνια κρίσης» σκέφτηκε κι ο διανομέας, «επίκαιρο άρα ας το βγάλουμε εν μέσω θέρους». Ναι κουκλίτσα μου, όμως μπορείς να μου πεις τι κοινό έχει η κρίση του απολυμένου μέσου έλληνα, με τον κοστουμάτο, που μένει σε τρίπατη προαστιακή σπιταρόνα και οδηγεί αυτοκίνητα που το συνολικό τους κόστος ξεπερνάει τον προϋπολογισμό μου για το 2011 και ‘12 μαζί; Και γιατί και πώς πρέπει να ταυτιστώ με το δράμα τους; Που να υπήρχε και δράμα, κάτι θα γινότανε.
Εδώ το όλο πράγμα εξαντλείται σε κάτι εκφράσεις μούγκλαβου που παίρνει ο Ben Affleck (του οποίου δεν του είναι και δύσκολο αφού έτσι είναι το φυσικό του παίξιμο), μια ανησυχία που την μπερδεύεις και με βαρεμάρα στα σκαμμένα χαρακτηριστικά του Tomy Lee Jones (ο οποίος πηδάει και τη Maria Bello οπότε αν μη τι άλλο αποκόμισε κάτι θετικό από τη συμμετοχή του στην ταινία) τον Chris Cooper που το ρίχνει στο πιοτί, και τον Kevin Costner, στο ρόλο του ξυλουργού (με τις σανίδες και τα ξύλα να είναι σαφώς πιο εκφραστικά στην ερμηνεία τους από τον ίδιο), αδερφού της συζύγου του Affleck, που παίρνει τον τελευταίο στη δούλεψη του.
Χωρίς καμία εμβάθυνση, ή έστω ένα επιφανειακό ψάξιμο χαρακτήρων και καταστάσεων (τόσο προσωπικών όσο και ευρύτερων κοινωνικών και οικονομικών), χωρίς έστω καν την ένοχη απόλαυση μιας δραματικής αλά αμερικάνα έξαρσης (με εξαίρεση μια αυτοκτονία που περνάει στα γρήγορα), χωρίς για να τελειώνουμε, κανένα λόγο ύπαρξης, πίστεψε με φίλε, αυτή είναι η ίσως η πρώτη ταινία για απολυμένους που αφ’ ενός θα σε κάνει να ευχηθείς την απόλυση του δημιουργού της, κι αφ’ ετέρου η εμπειρία που θα σε κάνει να εκτιμήσεις ξανά το παντρεμένο πήδημα ενός 50άρη με την γυναίκα του που σου έλεγα και στην αρχή, σαν action movie.
*στείλε την επιταγή αποζημίωσης σου στον υπογράφοντα στο terra_gelida@hotmail.com