Δεκάδες χιλιάδες νέοι επιστήμονες και ειδικοί εγκαταλείπουν μαζικά τα τελευταία χρόνια την Ελλάδα για να βρουν την τύχη τους στο εξωτερικό. Η κρίση, η ανεργία, ο φόβος για μια ζωή δίχως μέλλον, διώχνει από τη χωρα τα παιδιά της...
Περισσότεροι από 120.000 Ελληνες επιστήμονες και ειδικοί έχουν εγκαταλείψει την Ελλαδα, λέει στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Λόης Λαμπριανίδης, καθηγητής Οικονομικής Γεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, που πραγματοποίησε μια μεγάλη έρευνα με δείγμα 2.800 Ελλήνων επιστημόνων, εργαζομένων στο εξωτερικό.
«Στα τέλη του 2010, 10% του επιστημονικού δυναμικού της χώρας -κάπου 120.000 άνθρωποι- βρίσκονταν στο εξωτερικό. Αυτό είναι κάτι που θα έπρεπε να μας ανησυχεί για το πού πάει η χωρα. Οι επιστήμονες αυτοί έχουν πάει σε πολλές χώρες κυρίως στην Ευρώπη και την Αμερική. Είναι άνθρωποι με πολύ καλές σπουδές, με διδακτορικό και μάστερ, κάτι που σημαίνει ότι ποιοτικά η ζημιά είναι πολύ μεγαλύτερη από το 10%. Το επιστημονικό αυτό δυναμικό είναι πολύ σημαντικό για την ανάπτυξη της χώρας, καθώς δεν θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε προς την ανάπτυξη, χάνοντάς το. Υπάρχουν καθηγητές πανεπιστημίου που δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα οικονομικά και φεύγουν με τριετή άδεια άνευ αποδοχών για να πάνε σε άλλο πανεπιστήμιο του εξωτερικού και να βγάλουν χρήματα για να συντηρήσουν την οικογένειά τους. Αυτό είναι μια πάρα πολύ κακή ένδειξη για την κατάσταση που βρίσκεται η ελληνικη κοινωνια» λέει ο κ. Λαμπριανίδης.
Περίπου 300.000 Έλληνες επιστήμονες έτοιμοι για μετανάστευση
«Με την ανεργία περίπου στο 30% και την εργασία να υποβαθμίζεται συνεχώς ως περιεχόμενο, τα τελευταία χρόνια καταγράφεται ένας αριθμός 300.000 Ελλήνων, στην πλειονότητά τους ειδικευμένοι επιστήμονες, που έχουν συμπληρώσει βιογραφικά για να μεταναστεύσουν. Παρατηρείται φυγή ειδικά προς τη Γερμανία. Οι ίδιοι οι Γερμανοί λένε ότι τα τελευταία δύο χρονια, 35.000 Έλληνες ειδικευμένοι έχουν ήδη εγκατασταθεί και εργάζονται στη Γερμανία. Άλλοι 25.000 αναμένεται να πάνε το 2013.
Η γερμανική κυβέρνηση ενέκρινε νόμο για τη διευκόλυνση της αναγνώρισης των τίτλων σπουδών από την αλλοδαπή. Περισσότεροι από 8.500 αλλοδαποί γιατροί έχουν υποβάλει αίτηση για αναγνώριση των τίτλων σπουδών τους στη Γερμανία, ώστε να εργαστούν στη χώρα.
Οι μνήμες από τα μεγάλα μεταναστευτικά κύματα των δεκαετιών του 1960 και του 1970 από τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου προς τη Γερμανία ξυπνούν και πάλι. Αυτή τη φορά, όμως, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά από ποιοτική άποψη. Γίνεται μαζική απογύμνωση των ευρωπαϊκών χωρών του νότου από τους μορφωμένους νέους, ανώτερης και ανώτατης μόρφωσης και όχι από τους ανειδίκευτους "γκασταρμπάιτερ", όπως οι γονείς και οι παπούδες τους. Οι ανεπτυγμένες χώρες τού ευρωπαϊκου βορρά παίρνουν έτοιμους τους επιστήμονες χωρίς να έχουν ξοδέψει οι ίδιοι ούτε ένα ευρώ για τη μόρφωσή τους» λέει ο καθηγητής της Παντείου, πρόεδρος του τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής, Γιάννης Κουζής.
Παίρνουν επιστήμονες δωρεάν
«Η Γερμανία» τονίζει ο καθηγητής «ενώ έχει ιδιαίτερα αυξήσει τον τεχνικό προσανατολισμό στην εκπαίδευσή της, έχει έλλειμμα σε άλλες επιστημονικές ειδικότητες και αυτό το έλλειμμα προσπαθεί να το καλύψει με επιστήμονες των χωρών του νότου. Η Γερμανίδα υπουργός Εργασίας, απευθυνόμενη στους ισοπεδωμένους εργαζόμενους του νότου τούς καλεί να μεταναστεύσουν στη Γερμανία, γιατί υπάρχει εργασία για τις ανάγκες της γερμανικής οικονομίας.
Ποια επιστημονικά επαγγέλματα αντιμετωπίζουν, όμως, τη μεγαλύτερη αιμορραγία προς το εξωτερικό; Γιατροί και μηχανικοί στην πλειονότητά τους. «Οι μισοί από αυτούς έχουν πτυχία από τα 100 κορυφαία πανεπιστήμια του κόσμου» λέει ο κ. Κουζής.
«Η κύρια δεξαμενή συναδέλφων που φεύγουν στο εξωτερικό είναι αυτοί που τελειώνουν την Ιατρική» τονίζει ο πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής στο πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθανάσιος Μελέτιος Δημόπουλος, και προσθέτει: «Οι περισσότεροι που πάνε έξω για ειδικότητα δεν θα γυρίσουν. Υπάρχουν και επιστήμονες, που αποφασίζουν να αφήσουν τη θέση τους στην Ελλάδα και να διεκδικήσουν μια αντίστοιχη και πολύ πιο καλοπληρωμένη θέση στο εξωτερικό. Υπάρχουν γιατροί που πάνε στη Γερμανία, την Αυστραλία, το Ντουμπάι και αλλού. Εμείς, ως Ιατρική Σχολή, βλέπουμε ότι από τους νεαρούς συναδέλφους που παίρνουν το πτυχίο τους, αυτοί που έχουν τις καλύτερες βαθμολογίες και δυνατότητες, φεύγουν. Αποτέλεσμα; Το επίπεδο των ειδικευόμενων γιατρών στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια να έχει πέσει. Γιατί οι καλύτεροι, που έχουν και τη δύναμη, προσπαθούν να φύγουν. Μεγάλος αριθμός πηγαίνει στη Γερμανία. Οι ίδιοι οι Γερμανοί λένε ότι οι Έλληνες τελειόφοιτοι γιατροί είναι από τις καλύτερες ομάδες στη χώρα».
Πόσο κοστίζει η εκπαίδευση των γιατρών
Ο καθηγητής Κουζής δίνει τη δική του διάσταση: «Αυτό, όμως, για χώρες όπως η Ελλάδα συνιστά ένα τεράστιο πρόβλημα παραγωγικής διάστασης. Δεν μπορεί να αξιοποιήσει η Ελλάδα το δικό της δυναμικό, που με δικά της έξοδα σπούδασε. Για παράδειγμα, ένας φοιτητής της Ιατρικής κοστίζει στο ελληνικό κράτος 12.000 ευρώ τον χρόνο και έως ότου ολοκληρώσει τις σπουδές του, σε 7 χρόνια κατά μέσο όρο, στοιχίζει 84.000 ευρώ. Όλα αυτά πάνε στον βρόντο. Πάνε στη Γερμανία, την οιαδήποτε Γερμανία, που παίρνει το επιστημονικό δυναμικό χωρίς να έχει επενδύσει ούτε ένα ευρώ». Τα ωφέλη της Γερμανίας είναι ολοφάνερα, αν πούμε μάλιστα ότι για να ολοκληρώσει τις σπουδές του ένας γιατρός στη Γερμανία κοστίζει στο γερμανικό δημόσιο κάπου ένα εκατομμύριο ευρώ, καταλαβαίνει κανείς γιατί το Βερολίνο ενισχύει διακαώς την «εισαγωγή εγκεφάλων» από τις χώρες του νότου». «Δεκάδες χιλιάδες μορφωμένοι νέοι που προέρχονται από αυτές τις χώρες βρίσκονται ήδη καθ΄οδόν προς τη Γερμανία. Τα γερμανικά Επιμελητήρια Βιομηχανίας και Εμπορίου διοργανώνουν μαθήματα Γερμανικών και υπόσχονται προσοδοφόρες θέσεις εργασίας» μετέδωσε το Γερμανικό Ραδιόφωνο.
Για τη Γερμανία και τις άλλες ανεπτυγμένες χώρες, που γερνούν δημογραφικά, οι νεοφερμένοι ξένοι επιστήμονες που έχουν ήδη εκπαιδευθεί με έξοδα των χωρών προέλευσής τους, είναι ένα απροσδόκητο κέρδος. Την ίδια ώρα, η «ευκαιρία» αυτή για τη γερμανική οικονομία κρύβει ένα δράμα για τις χώρες του νότου της Ευρώπης. Αν αυτή η κίνηση μεταναστών συνεχιστεί, η Ελλάδα, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Κύπρος και οι άλλες χώρες του νότου θα αδειάσουν σιγά σιγά από τους καλύτερα μορφωμένους νέους, «από τη ζωτική ουσία που μπορεί να εκπροσωπεί μια πολλά υποσχόμενη νεολαία», όπως τονίζει η γαλλική εφημερίδα «Μοντ».
Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύεται στην εφημερίδα «Ντι Βελτ», 35,5 % των ξένων επιστημόνων και ειδικών που πηγαίνουν να βρουν την τύχη τους στη Γερμανία προέρχονται από την υπόλοιπη Ευρώπη, 26,3% από τις δημοκρατίες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, 6,5% από την Τουρκία, 11,6% από την Ασία και 5,8% από την Αφρική. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, το 2012 μετανάστευσαν στη Γερμανία για να εργαστούν περισσότερα από 600.000 άτομα από χώρες της ΕΕ, στο σύνολό τους σχεδόν από χώρες της νότιας και της ανατολικής Ευρώπης. Το 2011, το νούμερο αυτό ήταν 500.000. Στη μεγάλη πλειονότητα οι μετανάστες αυτοί διαθέτουν μεγάλα επαγγελματικά προσόντα.
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δημιούργησε μάλιστα ειδικό φορέα που ελέγχει την ισοδυναμία των ξένων επαγγελματικών προσόντων. Υπάρχουν 19 εμπειρογνώμονες, που μιλούν 19 διαφορετικές γλώσσες. «Πρόκειται για καθηγητές, γιατρούς, μηχανικούς, νοσηλευτές και εκπαιδευτικούς» λέει η επικεφαλής του προγράμματος, Κλόντια Μόραβεκ και προσθέτει: «Σε όλους αυτούς τους τομείς υπάρχει τώρα έλλειψη προσωπικού. Ο νέος νόμος θεσπίστηκε, ώστε να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της έλλειψης ειδικευμένων εργατών στη Γερμανία».
Μπορεί να σταματήσει η αιμορραγία;
Είναι δυνατόν να σταματήσει η «εξαγωγή εγκεφάλων» στο εξωτερικό, ρωτά τους ειδικούς το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Με τι μισθούς να δουλέψει κάποιος επιστήμονας στην Ελλαδα, όταν ισοπεδώνεαι το περιεχόμενο της εργασίας, όταν έχουμε μια εργασία χαμηλά αμοιβόμενη και τόσο μεγάλη ανεργία» αναρωτιέται ο καθηγητής Κουζής και προσθέτει: «Δυστυχώς, η Ελλάδα θα αιμορραγεί συνεχώς στο θέμα του επιστημονικού δυναμικού όσο θα παραμένει ως παραγωγικό πρότυπο της χώρας η προσφορά φτηνών υπηρεσιών. Για να αλλάξει αυτή η τάση πρέπει να υπάρξει πολιτική βούληση των κρατούντων, κάτι που δεν το βλεπω να γίνεται. Οι αρμόδιοι φορείς έχουν κάνει διαχρονικά τις προτάσεις τους, ακόμη και από την περίοδο της λεγόμενης ευημερίας και είχαν ασκήσει κριτική ότι αυτό που δημιουργείτο στην Ελλάδα ήταν μία φούσκα. Δεν οικοδόμησαν μια χώρα με υποδομές τέτοιες που να μπορέσει να έχει μια προοπτική. Για παράδειγμα, το ΕΣΠΑ. Το ένα πέμπτο των συνολικών κονδυλίων του ΕΣΠΑ απευθύνεται στα "τσιμέντα", ενώ στη Φιnλανδία το ένα πέμπτο πηγαίνει στην έρευνα και την καινοτομία. Το ποσοστό του ΕΣΠΑ για την έρευνα και την τεχνολογία στην Ελλάδα δεν υπερβαίνει το 2%. Πρέπει, λοιπόν, να αλλάξουμε προσανατολισμό ως χώρα. Αλλά μέσα στο πλαίσιο των γενικών περικοπών υποβαθμίζεται η εκπαίδευση, η έρευνα. Το μέλλον δεν φαίνεται ευοίωνο.
Οχι οριζόντια μέτρα
Ο καθηγητής Λαμπριανίδης λέει, άπό την πλευρά του: «Πρέπει να ακουστεί από επίσημα χείλη, την πολιτεία και με βροντερό τρόπο ότι χάνουμε ένα πολύ μεγάλο και το πιο ποιοτικό κομμάτι του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας.
Στην Αμερική προκλήθηκε πανικός όταν Κινέζοι και Ινδοί επιστήμονες ανακοίνωσαν ότι επιστρέφουν στις χώρες τους. Ήδη η Αμερική προσπαθεί να τους μεταπείσει να μείνουν στη χώρα.
Η Ελλάδα μπορεί, παρά την κρίση που περνάμε, να ασκήσει μια διαφορετική πολιτική. Είναι σε λάθος κατεύθυνση να επιβάλλονται οριζόντια μέτρα σε όλους. Ναι, πρέπει να μαζέψουμε τα πράγματα, χρειάζονται διαρθρωτικές αλλαγές, αλλά αυτά δεν μπορούν να γίνουν με οριζόντια μέτρα. Άλλωστε, εκτός από τα μέτρα που χρειάζονται χρήμα για να γίνουν, υπάρχουν και μέτρα που δεν χρειάζονται χρήματα. Όπως, για παράδειγμα, το ερευνητικό πρόγραμμα "Θαλής" που έδινε επιπλέον μοριοδότηση σε εκείνη την ερευνητιική ομάδα, η οποία είχε ως μέλος και έναν επιστήμονα από το εξωτερικό. Ο νόμος Διαμαντοπούλου, επίσης, είχε ένα θετικό στοιχείο, που έδινε τη δυνατότητα σε επιστήμονες, οι οποίοι θέλουν να έρθουν στην Ελλάδα ή σε Έλληνες που μεταβαίνουν στο εξωτερικό, να διατηρούν και τις δύο θέσεις τους.
Πρέπει η χώρα μας να γίνει ανταγωνιστική σε σχέση με τις ανεπτυγμένες χώρες. Δεν μπορούμε και δεν θέλουμε να ανταγωνιστούμε χώρες χαμηλού κόστους. Θέλουμε η ελληνική κοινωνία να σπουδάζει και να αξιοποιεί τα παιδιά της προς όφελος της χώρας μας».
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)