Με κείμενό του το έγκριτο οικονομικό περιοδικό «Economist» αναλύει το ρόλο των ΗΠΑ στην υπό πραγματοποίηση άρση του τραπεζικού απορρήτου και εξηγεί πως πρέπει να δράσουν τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης για να καταπολεμήσουν τη φοροδιαφυγή.
«Η Ευρώπη στρέφεται κατά των φοροφυγάδων. Τον επόμενο μήνα το συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα συζητήσει πως θα ανακτήσει έσοδα ύψους 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων που χάθηκαν λόγω φοροαπαλλαγών και φοροδιαφυγής. Ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ θέλει να εξαλείψει τους φορολογικούς παραδείσους. Εννιά χώρες έχουν σχέδια να μοιραστούν οικονομικές πληροφορίες αυτομάτως. Ακόμα και το Λουξεμβούργο λέει αντίο στο τραπεζικό απόρρητο. Σε εποχή κρίσης κανείς δεν ανέχεται όσους γλιτώνουν τη φορολόγηση.
Ενας από τους λόγους αυτής της κινητικότητας είναι οι αποκαλύψεις σκανδάλων. Στη Μεγάλη Βρετανία για τον ασήμαντο επιχειρηματικό φόρο που πλήρωναν τα Starbuck's και άλλες πολυεθνικές. Στη Γαλλία η ντροπή ότι ο πρώην υπουργός Προϋπολογισμού έκρυβε χρήματα στην Ελβετία. Στη Γερμανία οι αρχές αγοράζουν από τη μαύρη αγορά στοιχεία λογαριασμών στο Λιχτενστάιν και την Ελβετία.
Η τεράστια κλίμακα των πρόσφατων πληροφοριών για τις 120.000 offshore εταιρίες απαιτούν δράση. Το πακέτο διάσωσης που συνέθλιψε δύο, γεμάτες με ρωσικό χρήμα, τράπεζες στην Κύπρο είναι άλλη μια προειδοποίηση ότι οι φορολογικοί παράδεισοι δεν είναι πλέον ασφαλείς.
Η πιο σημαντική ώθηση για αλλαγές, όμως, είναι εκείνη που σχεδόν κανείς δεν βλέπει. Είναι η προθυμία των ΗΠΑ να ασκήσουν αμβλεία οικονομική δύναμη πέρα από τα σύνορά της. Κάτω από τη δράση φορολογικής συμμόρφωσης ξένων λογαριασμών, όλα τα πιστωτικά και τραπεζικά ιδρύματα υποχρεούνται να αποκαλύψουν πληροφορίες για Αμερικανούς πελάτες τους ειδάλλως αντιμετωπίζουν παρακράτηση φόρου 30% στα εισοδήματα που προέρχονται από τις Ηνωμένες πολιτείες.
Τα μέλη της ΕΕ διαπραγματεύονται την παροχή πληροφοριών μέσω παράλληλης μείωσης του διοικητικού φορτίου και αμοιβαίας ανταλλαγής πληροφοριών για ευρωπαίους καταθέτες στις ΗΠΑ.
Οι περισσότερες κυβερνήσεις της ΕΕ (εκτός του Λουξεμβούργου και της Αυστρίας), σύμφωνα με τη σχετική οδηγία, αντάλλαξαν ήδη πληροφορίες για τους τόκους που εισέπραξαν ξένοι υπήκοοι. Τη νέα χρονιά θα θεσπιστεί ειδικός νόμος που θα επεκτείνει τη συγκεκριμένη πρακτική και στην παροχή πληροφοριών γύρω από μισθούς, αμοιβές διευθυντών, συντάξεις, ασφαλιστικά συμβόλαια και ενοίκια. Στον συγκεκριμένο νόμο υπάρχει όρος που προβλέπει πως αν μία χώρα μέλος της ΕΕ συμφωνήσει στην ευρύτερη ανταλλαγή στοιχείων με μια τρίτη χώρα, όπως οι ΗΠΑ, υποχρεούται να παρέχει τις πληροφορίες και στα υπόλοιπα μέλη της ΕΕ.
Το Λουξεμβούργο δέχτηκε το αναπόφευκτο και συμφώνησε στην ανταλλαγή πληροφοριών από το 2015. Τα αποτυχημένα αστεία των Γερμανών πολιτικών ότι θα εισβάλλουν όπως παλιά στο Λουξεμβούργο μπορεί να προσέβαλλαν τις αρχές της χώρας, αλλά ήταν ο φόβος να αποκοπούν από το αμερικανικό οικονομικό σύστημα που τους ανάγκασε να αγκαλιάσουν τη διαφάνεια.
Αυτή που αντιστέκεται ως τώρα στο θέμα άρσης του τραπεζικού απορρήτου είναι η Αυστρία. Η υπουργός Οικονομικών, Μαρία Φέκτερ αποκαλεί τον εαυτό της «κυνηγό της φοροδιαφυγής, αλλά και προστάτιδα των τίμιων καταθετών. Στις Βρυξέλλες, πάντως, εκτιμούν πως η αντίσταση της Αυστρίας δεν πρόκειται να αντέξει μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Oι αρχηγοί ζητούν μια δυνατή εντολή για να διαπραγματευτούν την ανταλλαγή πληροφοριών με την Ελβετία, τον Λιχτεστάιν και τους άλλους εκτός ΕΕ φορολογικούς παραδείσους. Προς το παρόν αυτά τα... καταφύγια παρακρατούν ένα φόρο από τους ευρωπαίους καταθέτες και επιστρέφουν ανώνυμα τα χρήματα στις αρμόδιες κυβερνήσεις. Πληροφορίες παρέχουν μόνο κατά παραγγελία και μόνο αν εξετάζεται κάποια απάτη.
Αυτός ο κλιμακούμενος θάνατος του τραπεζικού απορρήτου, βέβαια, δεν πρόκειται να έχει αποτέλεσμα με τις νομοθετικές ρυθμίσεις που επιτρέπουν στις μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες να πληρώνουν ό,τι φόρο επιθυμούν. Οι offshore είναι το ένα μέρος του προβλήματος. Το υπόλοιπο αντιστοιχεί στις... onshore. H ΕΕ επιτρέπει την ελεύθερη διακίνηση αγαθών ανάμεσα στα κράτη μέλη της, αλλά την ίδια στιγμή υπάρχουν 27 διαφορετικά φορολογικά συστήματα.
Η φορολογική πολιτική είναι μια φυλασσόμενη με ζήλο εθνική αρμοδιότητα. Η άδεια να φορολογείς τους πολίτες αντιμετωπίζεται ως βασικό χαρακτηριστικό της κυριαρχίας. Η άρνηση να περάσει ο κεντρικός έλεγχος στην ΕΕ δημιουργεί ρίσκο δημιουργίας μιας «κούρσας προς τον πάτο» στην οποία η κάθε χώρα θα προσπαθεί να ξεπεράσει το γείτονά της. Ο κίνδυνος στην φορολογική εναρμόνιση είναι η καταπιεστική φορολογία. Οι μικρές, φτωχές χώρες της Ευρώπης έχουν κάθε δικαίωμα να επιβάλλουν χαμηλή φορολογία. Η Βρετανία πρέπει να μην υποχρεούται να υπογράψει τις μεταρρυθμίσεις που δεν τις αρέσουν. Αν η Γαλλία επιμένει να φορολογεί 75% τους πλούσιους κατοίκους της θα μπορεί να κατηγορήσει μόνο τον εαυτό της όταν όλοι αποχωρήσουν.
Παρόλα αυτά η συνεργασία θεωρείται απαραίτητη για να διασφαλίσει πως οι μεγάλες εταιρίες θα πληρώνουν τους φόρους τους. Μια αυστηρή πολιτική και η διαπόμπευση των φορολογικών παραδείσων είναι μια αρχή. Επιθυμητή είναι και η μεγαλύτερη διαφάνεια. Η επαναδιαπραγμάτευση της διπλής φορολόγησης θα κλείσει μερικά... παραθυράκια. Ολη αυτή η προσπάθεια, όμως, θα έχει καλύτερα αποτελέσματα αν είναι παγκόσμια. Η συμφωνία της ΕΕ θα βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά υπάρχει καθυστέρηση λόγω αμοιβαίας καχυποψίας. Στη μία... γωνία είναι τα ευρωπαϊκά ινστιτούτα που θέλουν να καθιερώσουν τις... αυτοκρατορίες τους και από την άλλη η Βρετανία με την αποστροφή της σε κάθε τι που έχει ευρωπαϊκή ετικέτα. Πρέπει να βρεθεί μια μέση λύση.
Δεν είναι θέσφατο, πάντως, πως ο φορολογικός ανταγωνισμός είναι «επιβλαβής». Περίτεχνα φορολογικά καθεστώτα μπορούν να δώσουν στις μεγάλες πολυεθνικές αθέμιτο πλεονέκτημα έναντι των μικρότερων εγχώριων επιχειρήσεων. Η κοινή δράση δεν πρέπει να αποτελέσει δικαιολογία για να αυξηθεί το 12,5% του εταιρικού φόρου στην Ιρλανδία, αλλά η αδράνεια που επιτρέπει στις επιχειρήσεις να κατασκευάσουν για τον εαυτό τους ένα ποσοστό της τάξης του 2,5% είναι ασυγχώρητη. Σε έναν τέτοιο κόσμο, η κυριαρχία έρχεται με ένα κόστος που πολύ συχνά παραβλέπεται».