Παγιδευμένοι στη μέση των Βαλκανίων είναι χιλιάδες Ρομά που εγκατέλειψαν πριν από πολλά χρόνια τον τόπο όπου έμεναν λόγω των πολεμικών συγκρούσεων στο Κόσοβο και βρίσκονται σήμερα σε καταυλισμούς στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη χωρίς να μπορούν να κυκλοφορούν και να εργάζονται ελεύθερα στη χώρα.
Το κύριο πρόβλημά τους είναι ότι πολλοί από αυτούς δεν διαθέτουν επίσημα έγγραφα που να πιστοποιούν την ταυτότητά τους, με αποτέλεσμα να μην έχουν νομική υπόσταση στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη αλλά ούτε να μπορούν να επιστρέψουν στο Κόσοβο.
Τα ζητήματα που προκύπτουν για τους πληθυσμούς αυτούς αναδεικνύει και παρουσιάζει -αρχικά στις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις των χωρών των Βαλκανίων αλλά και στα κέντρα λήψης αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης- έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος "Southeast Europe and the EU Leadership Development Programme 2012 - 2013", με χρηματοδότηση από το ίδρυμα Robert Bosch που παρουσιάστηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Μεταξύ των ερευνητών είναι και η 24χρονη Ελληνίδα Ιωάννα Φωτοπούλου, τοπογράφος μηχανικός και ακτιβίστρια, η οποία μίλησε για την εμπειρία της από τους καταυλισμούς των Ρομά, όπου βρέθηκε, καθώς και τις συνθήκες που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι άνθρωποι αυτοί, στα όρια της επιβίωσης.
Σύμφωνα με την ίδια, μέσα από τις συνεντεύξεις που έγιναν αποκαλύπτεται η περίπτωση ενός παιδιούπου δεν μπορούσε να υποβληθεί σε εγχείρηση σε νοσοκομείο της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης καθώς η μητέρα του, Ρομά πρόσφυγας από το Κόσοβο, δεν διέθετε έγγραφα που να επιβεβαιώνουν την ταυτότητά του. Με τη βοήθεια μη κυβερνητικών οργανώσεων, τελικά υπήρξε συνεννόηση και το παιδί σήμερα περιμένει ημερομηνία από το νοσοκομείο για να εγχειριστεί.
Σε μια δεύτερη συνέντευξη, μέλος οικογένειας Ρομά δηλώνει πως η κυβέρνηση της Βοσνίας αρνήθηκε στην οικογένεια να εγκατασταθεί σε κατοικία παρά το γεγονός ότι διαμένει στη Βοσνία επί 13 χρόνια. Τής δόθηκε μάλιστα εντολή απέλασης και από τότε ζει παράνομα, χωρίς να διαθέτει επαρκή έγγραφα ταυτοποίησης.
Στο πλαίσιο της έρευνας παρουσιάζεται επίσης η περίπτωση ενός άνδρα Ρομά που υποφέρει από σοβαρή ασθένεια και καθώς δεν διαθέτει έγγραφα, δεν μπορεί να έχει πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Έχει λάβει, μάλιστα, εντολή να εγκαταλείψει τη χώρα, όμως φοβάται να επιστρέψει στο Κόσοβο.
Η τέταρτη συνέντευξη αφορά μια οικογένεια Ρομά που έμενε στη Βοσνία πριν από τον πόλεμο που ξέσπασε το 1990. Τότε εγκατέλειψε την περιοχή και εγκαταστάθηκε στο Κόβοσο, όταν όμως έφτασε κι εκεί ο πόλεμος, επέστρεψε στη Βοσνία, όπου πλέον αντιμετώπιζε προβλήματα παραμονής διότι και πάλι δεν διέθετε έγγραφα που να αποδεικνύουν ότι κατοικούσε εκεί νωρίτερα.
"Μου είναι αδιανόητο να συλλογίζομαι ότι σε απόσταση 700 χιλιομέτρων από την πόλη μου, τη Θεσσαλονίκη, ζουν τόσο πολλοί άνθρωποι στα όρια της επιβίωσης, χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και χωρίς πρόσβαση στη στέγαση, την εργασία, την εκπαίδευση, την κοινωνική προστασία", σημείωσε η Ιωάννα Φωτοπούλου.
Διευκρίνισε δε ότι το πρόβλημα των συγκεκριμένων ανθρώπων ξεκίνησε κάπου ανάμεσα στο 1998 και το 1999, όταν πάνω από δέκα χιλιάδες Ρομά εγκατέλειψαν το Κόσοβο και κατέφυγαν στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Κατά την άφιξή τους δεν εφαρμόστηκε νομοθεσία ασύλου και όλοι αυτοί οι άνθρωποι τέθηκαν από καθεστώς προσωρινής εισδοχής που ανανεώνεται κατά καιρούς.
Άσυλο δόθηκε σε κάποιους το 2007 υπό την πίεση διεθνών οργανισμών, ωστόσο ακόμη και σήμερα πολυάριθμες αιτήσεις για τη χορήγηση ασύλου απορρίπτονται από τις αρχές της Βοσνίας, με το επιχείρημα ότι, η κατάσταση στο Κόσοβο είναι πλέον ασφαλής και οι αιτούντες δεν πληρούν τις προϋποθέσεις δίωξης ώστε να τους δοθεί άσυλο.
Από την άλλη πλευρά, πολλοί από τους Ρομά δεν έχουν πρόσβαση σε σερβικές υπηρεσίες του Κοσόβου που δεν δείχνουν διατεθειμένες να συνεργαστούν ώστε να τους χορηγήσουν τα έγγραφα που χρειάζονται. Δεν υπάρχει, τέλος, σωστή οργάνωση στο εσωτερικό της κοινότητας των Ρομά, με αποτέλεσμα να μην γνωρίζουν και οι ίδιοι πόσοι ακριβώς είναι.
Στην έκθεση επισημαίνεται ακόμη ότι λόγω υψηλών ποσοστών αναλφαβητισμού, οι άνθρωποι αυτοί δυσκολεύονται ιδιαίτερα στην επικοινωνία τους με όποιες υπηρεσίες προσπαθούν να έλθουν σε επαφή, ενώ μεγάλα είναι τα προβλήματα σε περιπτώσεις που ζητείται η απέλασή τους. Οι ίδιοι δείχνουν ναφοβούνται να επιστρέψουν στο Κόσοβο καθώς δεν γνωρίζουν τι κατάσταση θα συναντήσουν εκεί ενώ μεγάλο είναι και το έλλειμμα ενημέρωσης από επίσημους και μη φορείς.
Η Ιωάννα Φωτοπούλου χαρακτήρισε συγκλονιστική την εμπειρία της στο πρόγραμμα - μαζί με εκπροσώπους από άλλα βαλκανικά κράτη, ενώ για τη σημασία της όλης προσπάθειας εκτίμησε ότι είναι μια αρχή ώστε κυρίως οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και το Κόσοβο να έρθουν σε επαφή μεταξύ τους και στη συνέχεια με τις κεντρικές υπηρεσίες κάθε χώρας για να βοηθήσουν τον πληθυσμό των Ρομά.
Χρήσιμες θα ήταν, όπως είπε, και κάποιες δράσεις ενημέρωσης των Ρομά για τα δικαιώματά τους, δημοσιοποίησης του προβλήματος και ενεργοποίησης διεθνών οργανισμών.
"Καταφέραμε ήδη κάποια μέσα ενημέρωσης στη Βοσνία να συζητούν για τους πληθυσμούς των Ρομά και την κατάσταση της διαβίωσής τους", σχολίασε και ανέφερε ότι υπάρχουν περιθώρια δράσης για κάθε πολίτη που επιθυμεί να ασχοληθεί εθελοντικά με το θέμα: δικηγόροι μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε μεταναστευτικά ζητήματα, γιατροί συχνά συμμετέχουν σε δράσεις προσφοράς ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και ακτιβιστές ταξιδεύουν στο πλαίσιο προγραμμάτων ανταλλαγής για να δουλέψουν σε κατασκηνώσεις με παιδιά.
ΑΜΠΕ