Με ένα κείμενο 18 σελίδων, γραμμένο μέσα στη φυλακή, ο γνωστός επιχειρηματίας στον χώρο της μόδας, Λάκης Γαβαλάς, αφηγείται σχεδόν όλη του τη ζωή, από τα παιδικά του χρόνια ως τη σημερινή δραματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται.
Ο Λάκης Γαβαλάς, με τηλεφώνημά του, είχε ενημερώσει τη δημοσιογράφο του «Πρώτου Θέματος», Μαρία Λεμονιά, πως στην οδό Βουκουρεστίου έχει αφήσει ένα κείμενο για εκείνη: το κείμενο της ζωής του.
«Γεννήθηκα όταν η Ελλάδα μάζευε ακόμα τα συντρίμμια του Εμφυλίου»
Ο Λάκης γεννήθηκε στις «λυκαυγές» της δεκαετίας του '50, «όταν η αστική τάξη κοίταγε με υπεροπτικό ύφος τη φτωχολογιά που ξυπνούσε και πάλευε, στην αρχή για επιβίωση και αργότερα για διάκριση στο επιχειρείν και την τέχνη». Ενα παιδί με ακούσματα λαϊκά: «Καζαντζίδης, Μπιθικώτσης, Πόλυ Πάνου, Πάνος Γαβαλάς. Στις αρχές της δεκαετίας του '60, έρχονται οι συνθέτες που έκαναν το ελληνικό τραγούδι να φτάσει στα πέρατα της Γης. Ο Χατζιδάκις και ο Θεοδωράκης. Η Ελλάδα γίνεται πόλος τουριστικής έλξης. Το συρτάκι χορεύεται σε όλη την υδρόγειο».
«Είχα υπέροχους γονείς»
Με θαυμασμό μιλάει για τους γονείς του, Διονύση και Γιοβάννα, οι οποίοι «ήταν διαρκώς ερωτευμένοι μεταξύ τους. Οχι απλά αγαπημένοι... Ο μπαμπάς, αυστηρός, πειθαρχημένος και καλός επιχειρηματίας. Ασχολιόταν με τα μάρμαρα». Η μαμά «καλόκαρδη, νοικοκυρά, κοκέτα, με πολλά ενδιαφέροντα».
Τι θυμάται ο Λάκης από τα σχολικά του χρόνια;
«Στο δημοτικό, μου είχε κάνει εντύπωση ο ήχος, τικ τακ, των τακουνιών της δασκάλας μου στο μωσαϊκό. Παρασύρθηκα και σε μια από τις εκθέσεις μου, έγραψα 'τικ τακ το τακουνάκι σου'. Η δασκάλα εντυπωσιάστηκε και μου έβαλε δέκα με τόνο.»
Η καριέρα
«Ο Φώτης Μεταξόπουλος ανεβάζει το υπερμιούζικαλ 'Hair'. Με παίρνει στη χορευτική του ομάδα και εκεί γνωρίζω τον νεαρό τραγουδιστή Γιώργο Νταλάρα ως πρωτοεμφανιζόμενο. Ακολουθεί πρόταση από τον Βαγγέλη Σειληνό να ενταχθώ στη δική του χορευτική ομάδα. Αυτή η συνεργασία ήταν το γούρι για την μετέπειτα καριέρα μου. Με είδε ένας καλλιτεχνικός διευθυντής της RAI και με κάλεσε στην Ιταλία για εμφανίσεις σε σόου της κρατικής TV. Έμεινα πολλούς μήνες στη Ρώμη. Τα είδα όλα και τους είδα όλους.»
Κάποια χρόνια αργότερα «πούλαγα τα προϊόντα των ξένων στους ίδιους τους ξένους που τα παρήγαγαν, φέρνοντάς τους τουρίστες στην Ελλάδα. Οι ξένοι έτριβαν τα μάτια τους. Η Μύκονος έκανε πολλαπλάσιο τζίρο από την Ίμπιζα της Ισπανίας, το Κάπρι της Ιταλίας».
«Εβαζα όλη την τρέλα μου σε ευφάνταστες φωτογραφίσεις στην Ακρόπολη, την Ολυμπία, στο Σούνιο, παντού. Εφερνα εκατοντάδες γκρουπ τουριστών στην Επίδαυρο και τους έστελνα πίσω στην πατρίδα τους με ρούχα και αξεσουάρ σχεδιασμένα στην ίδια τους τη χώρα. Στις αρχές του 2000, έφτασα στην κορύφωση.»
Να φύγω, να πάω πού;
Αντιδράει ο Λάκης στον χαρακτηρισμό «ύποπτος φυγής». «Να φύγω από πού; Από την πατρίδα μου που είμαι βασιλιάς; Να πάω πού; Αφού είμαι πασίγνωστος. Και να κρυφτώ για να ροκανίσω λεφτά που δεν έχω;», ενώ στην κατηγορία ότι είναι ύποπτος να διαπράξει το ίδιο αδίκημα, απαντάει «ποιο; Εγώ που τώρα φυσάω και το γιαούρτι;».