Εδώ και χρόνια, χωριά της Ιταλίας, που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν από τον χάρτη, προσφέρουν χρηματικά κίνητρα σε πολίτες του κόσμου προκειμένου να κατοικήσουν στις περιοχές, ελπίζοντας στην αναγέννηση του τόπου.
Η είδηση ότι πωλούνται σπίτια με 1 ευρώ σε μικρές πόλεις της Σικελίας έκανε τον γύρο του Διαδικτύου και αρκετοί αποφάσισαν να επενδύσουν, δημιουργώντας μια κατοικία.
Η γοητεία του τόπου μάγεψε αρκετούς, οι οποίοι ονειρεύτηκαν να τους καίει ο ιταλικός ήλιος τις ημέρες του καλοκαιριού.
Το ζευγάρι Αμερικανών ονειρευόταν να ζήσει στην Ιταλία
Ο Νταγκ και η Λι Τζόνσον είχαν ονειρευτεί να ζήσουν στην Ιταλία και όσες φορές ταξίδεψαν εκεί κοιτούσαν σπίτια.
Ωστόσο, η αγορά ενός ακινήτου δεν ήταν εφικτή, μέχρι που ο Νταγκ είδε μια καταχώριση για ένα διαμέρισμα του 14ου αιώνα στην πόλη Βασανέλο, που βρίσκεται στην περιφέρεια του Λάτσιο.
«Η ιδέα για κάτι που ήταν χτισμένο τον 14ο ή τον 15ο αιώνα ήταν απλά πολύ ενδιαφέρουσα», είπε ο Νταγκ Τζόνσον στο CNN Travel, εξηγώντας ότι προτιμά να «φτιάχνει παλιά κτίρια».
Αντικρίζοντάς το, με τα δύο δωμάτια και το μεγάλο τζάκι, και αφού έκανε μια έρευνα για την περιοχή, των περίπου 4.000 κατοίκων, πείστηκε. Βέβαια, το να πείσει τη σύζυγό του για την αγορά ενός σπιτιού στην Ιταλία, χωρίς να το δουν, δεν ήταν και πολύ εύκολο.
Τελικά, το ζευγάρι αποφάσισε να κάνει το βήμα και να καταθέσει προσφορά 9.000 ευρώ για το ακίνητο, 4.000 ευρώ λιγότερα από τη ζητούμενη τιμή. Όταν έγινε δεκτή, εξεπλάγησαν!
Αν και υπήρξε κάποια εμπλοκή με τη διαδικασία, κατάφεραν να ταξιδέψουν στην Ιταλία και να οριστικοποιήσουν την αγορά, το 2019.
«Όταν φτάσαμε, γνώριζα την πόλη τόσο καλά» είπε ο Νταγκ, ο οποίος είναι καθηγητής Τέχνης. «Ήξερα ακριβώς πού να παρκάρω και πώς να φτάσω στο διαμέρισμά μας, όπου μας περίμενε ο μεσίτης μας».
Η επίσκεψή τους συνέπεσε με μια τοπική γιορτή, κατά την οποία οι κάτοικοι στρώνουν με λουλούδια τους λιθόστρωτους δρόμους μεταξύ των εκκλησιών. «Ένιωσα κάπως μαγικά που ήμασταν εκεί εκείνη την ώρα», δήλωσε.
Όταν τελείωσαν τα γραφειοκρατικά, είδαν το σπίτι που είχαν αντικρίσει μόνο από φωτογραφίες. Αυτό που αντιλήφθηκαν είναι ότι το ακίνητο είχε μείνει ακριβώς όπως το είχε αφήσει ο προηγούμενος ιδιοκτήτης. Έτσι, το σχέδιο ανακαίνισης μπήκε σε πλήρη εφαρμογή.
Ξεκίνησαν να κάνουν σχέδια και βρήκαν έναν αρχιτέκτονα και έναν ξυλουργό. Καθαρίζοντας το σπίτι εντόπισαν πλακάκια από τερακότα και από κάτω διαπίστωσαν έκπληκτοι ότι υπήρχε ένας αποθηκευτικός χώρος. Τότε, άρχισαν να ανησυχούν. «Έβαλα τα πλακάκια πίσω. Και σκέφτηκα ότι αυτό μπορεί να είναι ένα ζήτημα», είπε ο Νταγκ.
Τελικά, αποδείχθηκε ότι το σπίτι δεν είχε γερά θεμέλια και έτσι έπρεπε να ζητήσουν άδεια εισόδου από τους ιδιοκτήτες του κάτω σπιτιού. Όταν τους εντόπισαν, αποφάσισαν να αγοράσουν και το κάτω μέρος ώστε να επεκτείνουν το ακίνητό τους.
Καθώς όλα τα δοκάρια, εκτός από ένα, είχαν φθαρεί, αποφάσισαν να ξηλώσουν ολόκληρη την οροφή και να συνδέσουν τους δύο χώρος με μια σκάλα. Αφού αγόρασε δύο χώρους στο ίδιο κτίριο, το ζευγάρι βρήκε ένα ακόμη τμήμα που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ως χώρο κρασιού κάτω από το δεύτερο ακίνητό του. Έτσι, αποφάσισε να το αγοράσει με τιμή 2.500 ευρώ. Εκεί, αφού έσπασαν μια κλειδαριά, ανακάλυψαν βαρέλια με κρασί και μπουκάλια.
Σύμφωνα με τον Νταγκ, το τελικό κόστος για την αγορά των τριών ακινήτων ανήλθε συνολικά σε 15.000 ευρώ, ενώ για τις εργασίες το ποσό κυμάνθηκε περίπου στα 105.000 ευρώ.
Κατά τον σχεδιασμό του εσωτερικού χώρου, το ζευγάρι ανέφερε ότι ήταν αποφασισμένο να διατηρήσει την «αρχαία αίσθηση του αρχικού ακινήτου», αντλώντας έμπνευση από το κάστρο Orsini του Vasanello, το οποίο χρονολογείται από το 1285, καθώς και από άλλα ιστορικά ακίνητα της περιοχής.
Το σπίτι τους πήρε το όνομα Piccolo Tarfufo, δηλαδή μικρή τρούφα, μια αναφορά στη φήμη της περιοχής ως κορυφαίο σημείο για κυνήγι τρούφας.
Οι Τζόνσον έχουν γνωρίσει αρκετά καλά τους ντόπιους κατά τη διάρκεια των επισκέψεών τους στην πόλη και λένε ότι τους έχουν υποδεχθεί «με ανοιχτές αγκάλες».
Τώρα που εκπλήρωσε το ιταλικό του όνειρο, το ζευγάρι επιθυμεί να περνά περισσότερο χρόνο στην Ιταλία. Μόλις ο Νταγκ συνταξιοδοτηθεί, σκοπεύουν να περνούν τουλάχιστον τρεις μήνες στην Ιταλία -το μέγιστο χρονικό διάστημα που επιτρέπεται σε Αμερικανούς πολίτες-, ώστε να εξερευνήσουν κι άλλο την περιοχή.