Σε μια ανάλυση των κινήτρων και των προτεραιοτήτων των δυτικών δυνάμεων στον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας προχωρεί ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι σε συνέντευξη που παραχώρησε στον «Economist».
Ο Ουκρανός πρόεδρος δεν μασάει τα λόγια του, δεν φοβάται μήπως δυσαρεστήσει αυτούς από τους οποίους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η αντίσταση της χώρας του στη ρωσική εισβολή. Παραθέτει τις παρασκηνιακές διαφορές αναφορικά με τους στόχους και τις στρατηγικές των δυτικών δυνάμεων και το πώς θα ήθελαν να προχωρήσει -κατά την εκτίμησή του πάντα- η επόμενη φάση του πολέμου, ένας παράγοντας πιθανώς καθοριστικός τις ερχόμενες εβδομάδες, όπως σημειώνει το Politico, καθώς ο Ζελένσκι θα κληθεί να αποφασίσει αν θα συνεχίσει τον πόλεμο ή αν θα υπογράψει ειρηνευτική συμφωνία υπό την πίεση δυτικών συμμάχων της χώρας του.
Ο Ζελένσκι χωρίζει το ΝΑΤΟ σε πέντε στρατόπεδα:
- Το πρώτο είναι εκείνων των χωρών που «δεν τους νοιάζει αν θα κρατήσει πολύ ο πόλεμος, επειδή αυτό θα σημάνει εξάντληση της Ρωσίας, έστω και αν σημαίνει τoν θάνατο της Ουκρανίας και στοιχίσει ζωές Ουκρανών».
- «Για άλλες χώρες», λέει, «θα ήταν καλύτερα να τελειώσει γρήγορα ο πόλεμος, επειδή η αγορά της Ρωσίας είναι μεγάλη και οι οικονομίες τους υποφέρουν εξαιτίας του πολέμου. Θα προτιμούσαν να δουν τη Ρωσία να παραμένει σε ορισμένες αγορές».
- Μια τρίτη, πιο διαφορετική ομάδα κρατών του ΝΑΤΟ «αναγνωρίζουν τον ναζισμό στη Ρωσία» και επιθυμούν επικράτηση της Ουκρανίας στον πόλεμο.
- Την ίδια έκβαση εύχεται και μια μικρότερη ομάδα φιλελεύθερων κρατών, κατά τον Ζελένσκι, που «θέλουν να τελειώσει πάση θυσία γρήγορα ο πόλεμος, επειδή θεωρούν ότι προέχουν οι άνθρωποι».
- Και, τέλος, είναι οι απογοητευμένες με τις εξελίξεις χώρες, που θέλουν ειρήνη τώρα με κάθε δυνατό τρόπο, επειδή αντιπροσωπεύουν «τα γραφεία της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Ευρώπη».
Πώς βλέπει ο Ζελένσκι τους δυτικούς ηγέτες
Κρίνοντας από τα σχόλια του Ζελένσκι για τους ηγέτες των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας, δεν είναι δύσκολο να συμπεράνει κανείς σε ποιο στρατόπεδο κατατάσσει τις χώρες τους.
Ο Ουκρανός πρόεδρος πλέκει το εγκώμιο των ΗΠΑ και της Βρετανίας. Αν και σημειώνει πόσο η περιπλοκότητα της αμερικανικής πολιτικής σκηνής έχει προκαλέσει καθυστερήσεις, παραδέχεται ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν παίρνει ολοένα και πιο ζεστά το θέμα του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας.
Για τον Ζελένσκι είναι ξεκάθαρο ποιος δυτικός ηγέτης εμφανίζεται πιο αδύναμος έναντι του Πούτιν. Ο Ουκρανός πρόεδρος στρέφει τα βέλη του κατά του Γάλλου ομολόγου του, Εμανουέλ Μακρόν, για την αποτυχία του να υποστηρίξει στρατιωτικά τη χώρα του και να της στείλει π.χ. άρματα μάχης, και ο λόγος για τον ίδιο είναι ότι στο Παρίσι «φοβούνται τη Ρωσία. Αυτό είναι. Κι αυτοί που μιλούν πρώτοι είναι οι πρώτοι που φοβούνται».
Αντίθετα, ο Ζελένσκι λέει ότι ο Βρετανός πρωθυπουργός, Μπόρις Τζόνσον, ήταν προθυμότερος σε σύγκριση με τον Μακρόν για αποστολή στρατιωτικής βοήθειας: «Για να είμαι ειλικρινής, ο Τζόνσον είναι ένας ηγέτης που βοηθά περισσότερο. Οι ηγέτες των χωρών αντιδρούν ανάλογα με τη στάση των ψηφοφόρων τους. Εν προκειμένω, ο Τζόνσον είναι το παράδειγμα. Η Βρετανία είναι σαφώς με το μέρος μας. Δεν τηρεί ισορροπίες. Η Βρετανία δεν βλέπει εναλλακτική εξόδου από αυτή την κατάσταση. Η Βρετανία θέλει να νικήσει η Ουκρανία και να ηττηθεί η Ρωσία, αλλά δεν είμαι έτοιμος να πω κατά πόσον η Βρετανία θέλει να τραβήξει ή όχι ο πόλεμος», σημειώνει.
Πυρά κατά του Βερολίνου
Η Γερμανία, από την άλλη πλευρά, προσπαθεί -κατά τον Ζελένσκι- να κρατήσει ισορροπίες ανάμεσα στη Ρωσία και την Ουκρανία. «Έχουν μακρά σχέση με τη Ρωσία και κοιτάζουν την κατάσταση μέσα από το πρίσμα της οικονομίας», λέει.
«Μπορούν να βοηθήσουν, αν τους ασκηθεί πίεση εσωτερικά, και μπορούν να σταματήσουν αν δουν ότι αρκούν όσα έχουν κάνει. Νομίζω ότι η Γερμανία τηρεί μια πιο πραγματιστική στάση από οποιονδήποτε άλλον εν προκειμένω μεταξύ των χωρών που μπορούν πραγματικά να βοηθήσουν. Δεν είναι πάντα το θέμα εμείς, αυτό που χρειαζόμαστε κι αυτό που ο κόσμος χρειάζεται. Νομίζω ότι οι Γερμανοί διαπράττουν σήμερα ένα λάθος. Νομίζω ότι κάνουν συχνά λάθη και νομίζω ότι η ιστορία των σχέσεων της Γερμανίας με τη Ρωσία το δείχνει».