Οι ΗΠΑ έχουν βυθιστεί γι’ άλλη μια φορά στο χάος μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ με διαδηλώσεις, βία, λεηλασίες, θανάτους, συλλήψεις - εικόνες που δείχνουν ότι ο πόνος κι η οργή για την παράλογη βία των αστυνομικών που ενεπλάκησαν στο φόνο του άοπλου 46χρονου υπερβαίνουν τα όρια της μειονότητας των Αφροαμερικανών.
Τα δάκρυα της οργής αναμειγνύονται με εκείνα του πόνου όπως συνέβη και τόσες άλλες φορές την τελευταία δεκαετία με τους θανάτους των Έρικ Γκάρνερ, Μάικλ Μπράουν, Φρέντι Γκρέι και αρκετών ακόμη Αφροαμερικανών στα χέρια της αστυνομίας. Κάθε φόνος απ’ αυτούς πυροδότησε διαδηλώσεις και ταραχές – προσωπικές τραγωδίες που συγκλόνισαν τις ΗΠΑ, αλλά που δεν κατάφεραν να φέρουν την πολυπόθητη αλλαγή. Μόνον που τώρα τα πράγματα φαντάζουν πολύ διαφορετικά καθώς η Αμερική φλέγεται και το ερώτημα είναι αν αυτή τη φορά θα αλλάξει επί τέλους κάτι…
Ποιος ήταν ο Τζορτζ Φλόιντ
Ο 46χρονος Αμερικανός είχε μείνει άνεργος όπως κι εκατομμύρια άλλοι συμπατριώτες του λόγω των περιοριστικών μέτρων που επεβλήθησαν για την πανδημία κι αναζητούσε δουλειά, μετά την απόλυσή του από εστιατόριο, όπου εργαζόταν ως φύλακας.
Ο Τζορτζ Φλόιντ είχε μεγαλώσει στο Χιούστον του Τέξας. Στο σχολείο οι συμμαθητές του τον φώναζαν «αγαθό γίγαντα» λόγω του ύψους του (σχεδόν 1,98 μ.), ενώ το αφεντικό του στο εστιατόριο έκανε λόγο για έναν «πάντα πρόσχαρο άνθρωπο», που «χόρευε ατσούμπαλα για να κάνει τους πελάτες να γελούν».
Με τον θάνατό του έμεινε ορφανή η εξάχρονη κόρη του, Τζιάνα, αυτή που ο πατέρας της «δεν θα δει ποτέ να μεγαλώνει», όπως είπε συγκινημένη στους δημοσιογράφους η μητέρα της μικρής…
Η δολοφονία του Φλόιντ
Στις 25 Μαϊου ένας υπάλληλος παντοπωλείου στη Μινεάπολη κάλεσε την αστυνομία κατηγορώντας τον Φλόιντ ότι προσπάθησε να αγοράσει τσιγάρα με πλαστό 20δόλαρο. 17 λεπτά μετά την άφιξη της αστυνομίας ο 46χρονος κείτονταν αναίσθητος στο έδαφος. Στο σύντομο αυτό διάστημα τον είχαν απομακρύνει οι αστυνομικοί από το αυτοκίνητό του, του πέρασαν χειροπέδες και τον συνέλαβαν.
Μια πάλη ξεκίνησε όταν προσπάθησαν να τον βάλουν στο περιπολικό. Σύμφωνα με την αναφορά τους στις 20:14 τοπική ώρα «έπεσε στο πάτωμα κι έλεγε στους αστυνομικούς ότι είχε κλειστοφοβία». Τότε έφθασε ο συνάδελφός τους Ντέρεκ Τσόβιν, που προσπάθησε και πάλι με τους άλλος αστυνομικούς να τον βάλουν διά της βίας στο περιπολικό. Στις 20:19 ο Φλόιντ σωριάστηκε στο έδαφος με χειροπέδες στα χέρια και το γόνατο του Τσόβιν στο λαιμό του στις σκηνές που καταγράφηκαν σε βίντεο και πυροδότησαν το φιτίλι της οργής…
«Δεν μπορώ να ανασάνω», εκλιπαρούσε για τη ζωή του φωνάζοντας τη μητέρα του και ικετεύοντας, την ώρα που περαστικοί παρακολουθούσαν τρομοκρατημένοι και εξοργισμένοι αυτό που συνέβαινε: Επί 8 ολόκληρα λεπτά και 46΄΄ το γόνατο του λευκού αστυνομικού παρέμενε καθηλωμένο στο λαιμό του μέχρι που έπεσε αναίσθητος και μία ώρα αργότερα ανακοίνωσαν τον θάνατό του στο νοσοκομείο, όπου διακομίστηκε.
Το φιτίλι της οργής ανάβει
Την επομένη του τραγικού περιστατικού το βίντεο κυκλοφόρησε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το ίδιο βράδυ εκατοντάδες διαδηλωτές κατέβηκαν στους δρόμους της Μινεάπολης.
Στην αρχή οι διαδηλώσεις ήταν ειρηνικές, αλλά όσο προχωρούσε η νύχτα τα αίματα άναβαν. Το αστυνομικό τμήμα, απ’ όπου εστάλησαν οι τέσσερις αστυνομικοί στο σημείο όπου έμελλε να αφήσει την τελευταία του πνοή ο Φλόιντ, δέχθηκε επίθεση.
Τα επόμενα 24ωρα τα όργανα καταστολής άρχισαν να καταφεύγουν σε δακρυγόνα και σφαίρες από καουτσούκ για να αντιμετωπίσουν τα πλήθη των διαδηλωτών
Ποιοι διαδηλώνουν για τον φόνο του Φλόιντ
Στη διάρκεια της ημέρας οι διαδηλώσεις ήταν στο μεγαλύτερο βαθμό ειρηνικές, ενώ συμμετείχαν νέοι και ηλικιωμένοι, άνθρωποι όλων των φυλών και εθνικοτήτων, ανάμεσά τους οργισμένες μητέρες που φοβούνται μήπως χάσουν τα παιδιά τους από την αλόγιστη αστυνομική βία, ακτιβιστές που κατέβηκαν στους δρόμους κάθε φορά που ένας Αφροαμερικανός ξεψυχούσε στα χέρια της αστυνομίας, απλοί πολίτες που δεν είχαν μετάσχει ξανά σε πορείες, οργισμένοι μ’ αυτό που συμβαίνει στη χώρα τους…
Τις νύχτες, ωστόσο, η κατάσταση ξεφεύγει από τον έλεγχο μ’ ένα όργιο βίας, καταστροφής και λεηλασιών που έγινε κυρίαρχο θέμα στην πολιτική ατζέντα ενόψει και των κρίσιμων προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου.
Ο Ντόναλντ Τραμπ και άλλοι πολιτικοί έσπευσαν χωρίς αποδείξεις να κατηγορήσουν «αναρχικούς για τη βία», αριστερούς και δεξιούς εξτρεμιστές με τον υπουργό Δικαιοσύνης Γουίλιαμ Μπαρ να προειδοποιεί με ανάληψη δράσης κατά «των βίαιων αγκιτατόρων που έκαναν πειρατεία στις ειρηνικές διαμαρτυρίες». Ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος ανακοίνωσε μάλιστα πως θα κηρύξει «τρομοκρατική» την οργάνωση Antifa, έναν χαλαρό αντιφασιστικό συνασπισμό που έγινε γνωστός μετά την εκλογή του Τραμπ.
Στο μεταξύ οι διαδηλώσεις στη Μινεάπολη πήραν άσχημη τροπή και εξαπλώθηκαν και σε άλλες πόλεις...
Εκατοντάδες διαδηλωτές συνελήφθησαν σε πόλεις όπως το Λος Άντζελες, κτίρια πυρπολήθηκαν στη Μινεάπολη κι άλλες πόλεις, λεηλασίες καταγράφηκαν στη Νέα Υόρκη κι άλλα αστικά κέντρα, ενώ διοργανώνονται πορείες και αγρυπνίες στη μνήμη του Τζορτζ Φλόιντ απ’ άκρου εις άκρον στις ΗΠΑ.
Το σωρευτικό αποτέλεσμα ενός φαινομενικά ατελείωτου κύκλου βίας και θανάτου Αφροαμερικανών στα χέρια αστυνομικών είναι αρκετό για να προκαλέσει φόβο και θυμό, αλλά σε συνδυασμό με το τρομαχτικό βίντεο που κατέγραψε τις τελευταίες στιγμές του Φλόιντ πυροδότησε μια έκρηξη οργής και απελπισίας, που σύμφωνα με αμερικανικά media, απηχεί τις βίαιες πολιτικές αναταραχές του 1968, όταν δολοφονήθηκε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και μαίνονταν οι οδομαχίες για φυλετική ισότητα.
Η δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ ήλθε να θυμίσει στην Αμερική πόσο ελάχιστη πρόοδος έχει γίνει όλα αυτά τα χρόνια και πόσο συστημικός παραμένει ακόμη ο ρατσισμός. Κι όλα αυτά την ώρα που οι ΗΠΑ βιώνουν τον εφιάλτη της πανδημίας με τους θανάτους – δυσανάλογα περισσότερους στην κοινότητα των Αφροαμερικανών -, την καραντίνα και τη μαζική ανεργία.
Η αποτυχία του Τραμπ
Όταν ανέλαβε το ύψιστο αξίωμα της χώρας ο Ντόναλντ Τραμπ είχε υποσχεθεί να ενώσει το έθνος, αλλά τώρα βρίσκεται στο μέσο ενός χάους που είχε δεσμευτεί να τερματίσει στην ομιλία του τον Ιανουάριο του 2017, όταν ορκίστηκε Πρόεδρος των ΗΠΑ.
Τη νύχτα της περασμένης Παρασκευής ταμπουρώθηκε, μάλιστα, σ’ ένα καταφύγιο κάτω από τον Λευκό Οίκο ενώ μαίνονταν απ’ έξω οι διαδηλώσεις.
Ο Τραμπ έριξε λάδι στη φωτιά αποκαλώντας «αλήτες» τους διαδηλωτές και δηλώνοντας πώς « όταν αρχίσουν οι λεηλασίες, θα αρχίσουν και οι πυροβολισμοί», αν και αργότερα επέμεινε ότι δεν αποτελούσε απειλή. Κάλεσε δε τους οπαδούς να κάνουν αντιδιαδήλωση έξω απ’ το Λευκό Οίκο και προειδοποίησε ότι θα βγάλει στρατό στους δρόμους αν οι κατά τόπους Πολιτειακές Αρχές δεν καταφέρουν να ελέγξουν το κύμα βίας. Αλλά δεν απηύθυνε διάγγελμα στον Αμερικανικό λαό – αφού τα μέλη της κυβέρνησής του φέρονται να είναι διχασμένα ως προς μια τέτοια προοπτική – αν και πιθανότατα δεν θα κατάφερνε να ηρεμήσει τα πνεύματα λόγω της εμπρηστικής, διχαστικής ρητορικής που ακολούθησε στα τρία χρόνια που είναι Πρόεδρος – συνταγή στην οποία επιμένει μολονότι «πατώνει» στις δημοσκοπήσεις έναντι του Τζο Μπάιντεν.
Θα απονεμηθεί δικαιοσύνη στην υπόθεση Φλόιντ;
Ο αστυνομικός που οδήγησε στο θάνατο τον Τζορτζ Φλόιντ έχει συλληφθεί κι αντιμετωπίζει κατηγορίες για ανθρωποκτονία. Αλλά για τους διαδηλωτές αυτό δεν είναι αρκετό. Στις πορείες τους φωνάζουν «ένας έπεσε, απομένουν άλλοι τρεις» , αναφερόμενοι στους άλλους τρεις συναδέλφους του Ντέρεκ Τσόβιν που ενεπλάκησαν στο τραγικό περιστατικό.
Μια δίκη και καταδίκη τους -αφού υπάρχουν και τα πειστήρια από το βίντεο - σίγουρα θα εκτόνωνε αρκετά την κατάσταση, αλλά αυτό που ζητούν οι διαδηλωτές είναι να μην ξαναχάσει Αφροαμερικανός τη ζωή του, ενώ τελεί υπό κράτηση και να μπει ένα τέλος σ’ αυτόν τον κύκλο αλόγιστης αστυνομικής βίας.
Θα έλθει επιτέλους η αλλαγή;
Η μεταχείριση των Αφροαμερικανών από την αστυνομία δεν είναι απλό ζήτημα κομματικής πολιτικής. Οι φυλετικές αναταραχές ξέσπασαν σε πόλεις, όπως η Μινεάπολη, που είχαν υπό τον έλεγχο τους Δημοκρατικοί, αλλά και σε άλλες που βρίσκονταν στα χέρια Ρεπουμπλικανών. Το κίνημα Black Lives Matter απογειώθηκε, όταν ήταν Πρόεδρος των ΗΠΑ ο Μπαράκ Ομπάμα.
«Οι αστυνομικές υπηρεσίες λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό αυτόνομα, καθιστώντας έτσι δύσκολη τη συντονισμένη μεταρρύθμιση», σχολιάζει ο Economist. «Η αντιμετώπιση των βασικών αιτίων, που οδηγούν δυσανάλογα περισσότερους Αφροαμερικανούς στη φυλακή – η φτώχεια, η απομόνωσή τους επί δεκαετίες σε χωριστές γειτονιές με φτωχά σχολεία και επιθετική αστυνόμευση - είναι ακόμη δυσκολότερη. Πέρασε πάνω από μισός αιώνας αφότου ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ Λίντον Τζόνσον είχε υπογράψει το νόμο περί "Δίκαιης Στέγασης". Κάποιες αστυνομικές υπηρεσίες έχουν μεταρρυθμιστεί μετά από βίαιες διαμαρτυρίες, αλλά σε εθνικό επίπεδο η μεταρρύθμιση αυτή απαιτεί εθνική ηγεσία. Και υπό τον Ντόναλντ Τραμ αυτό φαντάζει απίθανο»...