Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν θα ανακοινώσει κατά τη διαδικτυακή σύνοδο κορυφής για το κλίμα έναν νέο στόχο για σχεδόν τη διπλάσια μείωση των εκπομπών των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου.
Σκοπός της διακυβέρνησης Μπάιντεν είναι να σηματοδοτήσει την επάνοδο της χώρας του στον αγώνα για την καταπολέμηση των κλιματικών αλλαγών και να δώσει ώθηση στον υπόλοιπο κόσμο να «ανταποκριθεί στις φιλοδοξίες του».
Σύμφωνα με Αμερικανό αξιωματούχο, ο 46ος πρόεδρος των ΗΠΑ θα δεσμευθεί για μείωση των εκπομπών των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου από τη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο μεταξύ του 50% και 52% ως το 2030 σε σχέση με το 2005. Ο στόχος αυτός σχεδόν διπλασιάζει την προηγούμενη δέσμευση της Ουάσιγκτον για μείωση μεταξύ του 26% και του 28% με χρονικό ορίζοντα το 2025.
Πρόκληση για το κλίμα από τον Τζο Μπάιντεν
Ο Τζο Μπάιντεν θα απευθυνθεί στη σύνοδο το πρωί τοπική ώρα, πριν από τους περίπου 40 ηγέτες χωρών από όλο τον κόσμο που έχουν προσκληθεί να μετάσχουν, μεταξύ των οποίων βρίσκονται ο Κινέζος Σι Τζινπίνγκ, ο Ρώσος Βλαντίμιρ Πούτιν, ο Ινδός Ναρέντρα Μόντι, ο Γάλλος Εμανουέλ Μακρόν ή ακόμη ο Πάπας Φραγκίσκος.
Η πρόθεση του Αμερικανού προέδρου είναι «να θέσει στον κόσμο την πρόκληση να ανταποκριθεί στις φιλοδοξίες του και να καταπολεμήσει την κλιματική κρίση», σημείωσε ο Αμερικανός αξιωματούχος.
Ο στόχος αυτός, ο οποίος εμφανίζεται φιλόδοξος, συνιστά την αμερικανική συμβολή στην ελπίδα να διατηρηθεί η άνοδος παγκοσμίως των θερμοκρασιών κάτω των 2 βαθμών Κελσίου, ει δυνατόν σε +1,5 βαθμό Κελσίου, σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, όπως προβλέπει η Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα, που συνήφθη το 2015.
Αλλαγή πλεύσης από τον νέο ένοικο του Λευκού Οίκου
Ο Τζο Μπάιντεν ήδη από την πρώτη ημέρα της προεδρίας του τον Ιανουάριο επανέφερε τη χώρα του στη Συνθήκη του Παρισιού για το Κλίμα, από την οποία την είχε αποσύρει ο προκάτοχός του, Ντόναλντ Τραμπ.
Η νέα δέσμευση του Αμερικανού προέδρου, ο οποίος επέλεξε την Παγκόσμια Ημέρα της Γης για τη διοργάνωση της συνόδου του για το κλίμα, αναμένεται να επιτρέψει στην αμερικανική οικονομία να επιτύχει ουδετερότητα άνθρακα ως το 2050.