Η εκλογική βραδιά είχε προχωρήσει ήδη αρκετά κι ο Ντόναλντ Τραμπ δεν άντεξε, μετά και το μήνυμα του αντιπάλου του και βγήκε μπροστά στις κάμερες αφήνοντας με τους ισχυρισμούς του άφωνους ακόμη και στενούς κομματικούς του φίλους.
Ο Τραμπ διεκδίκησε τη νίκη στις προεδρικές εκλογές και προσπάθησε να εμφανίσει εαυτόν ως θύμα εκλογικής νοθείας επειδή θα μπορούσε να συρρικνωθεί το προβάδισμά του σε ορισμένες κρίσιμες πολιτείες εφόσον συνεχιστεί η καταμέτρηση. Λες κι είναι καλπονοθεία αν πάρει περισσότερο χρόνο η καταμέτρηση όλων των ψήφων. Νωρίτερα είχε υποστηρίξει μέσω του προσφιλούς του Twitter ότι οι Δημοκρατικοί θα προσπαθούσαν να του κλέψουν τη νίκη.
Στην αμερικανική ιστορία δεν έχει προηγούμενο εν ενεργεία Πρόεδρος της χώρας να αμφισβητεί με τέτοιο τρόπο την νομιμότητα της κανονικής δημοκρατικής διαδικασίας. Πόσω μάλλον που ο Τραμπ δεν ήταν συνεπής στα λόγια του, αφού από τη μία απαίτησε να συνεχιστεί η καταμέτρηση των ψηφοδελτίων στην Αριζόνα, όπου έβλεπε την πλάτη του αντιπάλου του, αλλά να σταματήσει εκεί όπου ο ίδιος προηγείτο.
Ο Τραμπ δεν μπορεί να κηρύξει το πέρας των εκλογών
Το ερώτημα, όμως, είναι αν μπορεί όντως ο Τραμπ να κηρύξει το πέρας των εκλογών, προτού έχει ολοκληρωθεί η καταμέτρηση όλων των ψήφων…
Στην πραγματικότητα δεν εντάσσεται στις αρμοδιότητες του Προέδορυ να αποφασίσει ποιος κέρδισε τις εκλογές και για πόσο διάστημα θα συνεχιστεί η καταμέτρηση μετά το κλείσιμο των εκλογικών κέντρων. Αυτό είναι δουλειά των επι μέρους Πολιτειών, που σύμφωνα με το Αμερικανικό Σύνταγμα οργανώνουν κατά τόπους την εκλογική διαδικασία. Την ευθύνη και την εποπτεία της ψηφοφορίας και της καταμέτρησης έχει ο επόπτης των εκλογών, ενώ η ακριβής διαδικασία ρυθμίζεται από την αντίστοιχη νομοθεσία κι επειδή η τελευταία διαφέρει από πολιτεία σε πολιτεία, είναι τόσο περίπλοκες οι εκλογές σε πανεθνικό επίπεδο. Αυτός είναι κι ο λόγος που οι επιστολικές ψήφοι π.χ. στην Πενσιλβάνια γίνονται δεκτές έως και τρεις μέρες μετά τις εκλογές, εφόσον έχουν ταχυδρομηθεί εγκαίρως, ενώ σε άλλες πολιτείες καταμετρώνται μόνον οι ψήφοι που έφθασαν στις εφορευτικές επιτροπές μέχρι τη μέρα των εκλογών.
Η εκλογική νομοθεσία διαφέρει σε πολλές Πολιτείες
Επομένως, εναπόκειται σε κάθε Πολιτεία να διαμορφώσει την εκλογική διαδικασία σύμφωνα με τους δικούς της νόμους και κανόνες και δεν σκοπεύουν να σταματήσουν έτσι απλά την καταμέτρηση επειδή ο Πρόεδρος Τραμπ έσπευσε να διεκδικήσει τη νίκη.
Ο Τραμπ απείλησε ακόμη να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο, όπου οι Ρεπουμπλικανοί - χάρη στους δικαστές που ο ίδιος διόρισε – έχουν το πάνω χέρι. Αλλά κι αυτό δεν φαίνεται να έχει τύχη, αφού οι προσφυγές θα πρέπει να εξεταστούν πρώτα από το αρμόδιο για την εν λόγω Πολιτεία ομοσπονδιακό δικαστήριο κι από εκεί μπορεί να καταλήξει στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίος προεκλογικά έδειξε ότι δεν θα πάρει αναφανδόν το μέρος του Τραμπ, όπως φάνηκε από αποφάσεις του αναφορικά με τοπικούς εκλογικούς κανόνες που ήταν εν μέρει υπέρ του Ρεπουμπλικανού Προέδρου και εν μέρει εναντίον του. Οι αποφάσεις αυτές δεν διαμορφώθηκαν από πολιτικές προκαταλήψεις, αλλά ακολούθησαν την παραδοσιακή συνταγματική ερμηνεία και τη νομική κατάσταση στις Πολιτείες, ως εκ τούτου θεωρείται σχεδόν αδύνατο να εγκρίνει το Ανώτατο Δικαστήριο μια αυθαίρετη διακοπή της καταμέτρησης των ψήφων σε μεμονωμένες Πολιτείες.
Ο κίνδυνος της ένοπλης βίας
Η «βόμβα» που έριξε λοιπόν νωρίτερα ο Τραμπ δεν προκαλεί τόσο μεγάλη ανησυχία επειδή ενδέχεται να έχει επιπτώσεις στην καταμέτρηση των ψήφων, αλλά επειδή στέλνει ένα συγκεκριμένο πολιτικό μήνυμα κι οι οπαδοί του δείχνουν να πιστεύουν σχεδόν ό,τι λέει ο Πρόεδρος μέσω Twitter, στα προσφιλή σ’ αυτόν ΜΜΕ ή όπου αλλού.
Ο Τραμπ προετοίμαζε εδώ και μήνες το αφήγημα περί μαζικής νοθείας στις εκλογές κι ότι μια ήττα του θα ήταν εφικτή μόνον μέσω απάτης από μέρους των Δημοκρατικών. Πέραν τούτου φάνηκε συχνά να φλερτάρει με την ιδέα της αντίστασης των οπαδών του, ενδεχομένως και με όπλα. Τώρα επανέλαβε τις παντελώς αβάσιμες κατηγορίες περί εκλογικής νοθείας από το βήμα του Λευκού Οίκου ανοίγοντας τον ασκό του Αιόλου για ένα κύμα βίας και συγκρούσεων σε περίπτωση που τελικά χάσει τις εκλογές. Ουδείς μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο κάποιοι οπαδοί του να καταφύγουν στα όπλα για να πάρουν πίσω τη νίκη «που του έκλεψαν».
Κι όσο κι αν ακούγεται υπερβολικό ένα τέτοιο σενάριο, στην πραγματικότητα δεν είναι, αφού επί των ημερών του Τραμπ αυξήθηκε η προθυμία των Αμερικανών να αποδεχθούν ως λύση την πολιτική βία. Από το 8% που θεωρούσε το 2017 ότι η βία μπορεί να δικαιολογηθεί ως μέσο για την επίτευξη πολιτικών στόχων, το ποσοστό αυτό αυξήθηκε σε πάνω από 30% μέχρι τον περασμένο Σεπτέμβριο. Σε δημοσκοπήσεις των YouGov, Voter Study Group και Nationscape το 36% των Ρεπουμπλικανών και το 33% των Δημοκρατικών δήλωσαν ότι σε κάποιο βαθμό μπορεί να δικαιολογηθεί η βία για πολιτικούς στόχους. Και αν νικήσει ο υποψήφιος της αντίπαλης παράταξης το ποσοστό αυτό εκτοξεύεται στο 44% στους Ρεπουμπλικανούς και στο 41% στους Δημοκρατικούς….