Ανάλυση για το πως σκέφτονται να αντιδράσουν σήμερα στη Σύνοδο Κορυφής οι ευρωπαίοι ηγέτες όσον αφορά το ενδεχόμενο κυρώσεων στην Τουρκία, έκανε ο Γκίντερ Ζόιφερτ.
Ο επικεφαλής του Κέντρου Εφαρμοσμένων Τουρκικών Σπουδών παραχωρώντας συνέντευξη στην Deutsche Welle, τόνισε πως παραμένει αβέβαιο το πώς θα αντιδράσει η Γερμανία, ωστόσο σημειώνει πως έχει μεγαλώσει το γκρουπ των κρατών που έχουν αρχίσει να εξοργίζονται με την συμπεριφορά της Αγκυρας στην ανατολική Μεσόγειο.
«Σε ορισμένα κράτη-μέλη της ΕΕ, που είχαν προηγουμένως θετική εικόνα για την Τουρκία, επικρατεί τώρα μια αρκετά αρνητική αντίληψη. Για παράδειγμα στην Ισπανία, την Ιταλία και την Πολωνία. Ταυτόχρονα ωστόσο φοβούνται, ειδικά η Ισπανία και η Ιταλία, ότι πιθανές κυρώσεις θα μπορούσαν να βλάψουν την τουρκική οικονομία και συνεπώς να έρθουν σε αντίθεση με τα οικονομικά τους συμφέροντα» ανέφερε ο Ζόιφερτ σχετικά με τις χώρες που ακόμη είναι προβληματισμένες με το ενδεχόμενο σκληρών κυρώσεων κατά της Τουρκίας.
Αναλύοντας τους λόγους που το κλίμα είναι αρνητικό ωστόσο για την Αγκυρα, σημείωσε:
«Η Τουρκία δεν εκπληρώνει καμία από τις προϋποθέσεις που διατύπωσε η ΕΕ στη Σύνοδο Κορυφής την 1η Οκτωβρίου, προκειμένου να ξεκινήσει μια θετική ατζέντα των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας. Η Άγκυρα παραβίασε και πάλι την ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας και δημιούργησε επίσης νέα σημεία διαμάχης. Στην Κύπρο, για παράδειγμα, η Τουρκία κηρύσσει ξαφνικά την ελληνοκυπριακή παράκτια πόλη Βαρώσια ως μέρος της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου» η οποία αναγνωρίζεται μόνο από αυτή. Επίσης, έχει εγκαταλείψει το διεθνώς αναγνωρισμένο πλαίσιο για την επίλυση του Κυπριακού, δηλαδή τη δημιουργία ενός κοινού κράτους, και προωθεί τώρα την αναγνώριση της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου». Κατά αυτό τον τρόπο η Άγκυρα κλιμάκωσε περαιτέρω την ένταση στην Αν. Μεσόγειο.
Επίσης ενεργοποίησε εντός του διαστήματος που έθεσε η ΕΕ για αποκλιμάκωση της έντασης, το ρωσικό σύστημα πυραυλικής άμυνας S-400. Αυτό δεν είναι καθόλου προς το συμφέρον της ΕΕ. Στη δε διαμάχη με τον Πρόεδρο Μακρόν, κατηγόρησε σε τελική ανάλυση όλες τις ευρωπαϊκές χώρες που έχουν μουσουλμανική μετανάστευση για ισλαμοφοβία και ρατσιστική μεταχείριση των Μουσουλμάνων. Επομένως, αν συγκρίνουμε την απόφαση που πήρε η ΕΕ με τη συμπεριφορά που επέδειξε η Τουρκία, θα πρέπει να υπάρξει μια αποφασιστική αντίδραση κατά της Άγκυρας. Ωστόσο, κατά πόσο αυτό θα συμβεί, είναι ένα άλλο ερώτημα».
Ζόιφερτ: Σε δύσκολη θέση η Γερμανία, μεγαλώνει το μέτωπο κατά της Τουρκίας
Ακόμη, ο Ζόιφερτ σχολιάζει πως η Γερμανία δυσκολεύεται πλέον να αποτρέψει την επιβολή κυρώσεων, ωστόσο είναι ένα ερώτημα η στάση που θα κρατήσει η Μέρκελ στη σημερινή Σύνοδο Κορυφής.
«Θα της είναι πιο δύσκολο να αποτρέψει την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία. Το μέτωπο των χωρών που έχουν χάσει την υπομονή τους με την Τουρκία έχει μεγαλώσει. Μαζί με την Ελλάδα υποστηρίζουν μια αυστηρότερη αντιμετώπιση της Τουρκίας η Γαλλία, η Αυστρία, η Ολλανδία, το Βέλγιο, τα κράτη της Βαλτικής όπως και η Ιρλανδία. Αλλά και στη γερμανική διπλωματία επικρατεί δυσαρέσκεια με την Τουρκία. Με τη διαμεσολάβηση που ανέλαβε και το ρόλο της ως τροχοπέδης στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής σε ό,τι αφορά τις κυρώσεις, η Γερμανία έχει ρισκάρει αρκετά. Η Τουρκία, ωστόσο, δεν έκανε ούτε ένα βήμα προς την κ. Μέρκελ» είπε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας πως το ενδεχόμενο κυρώσεων μπορεί να μετριάσει την συμπεριφορά της Αγκυρας.
Τι σχολιάζει για την στάση Αθήνας και Κύπρου
Σε ερώτηση για το αν θεωρεί πως Αθήνα και η Λευκωσία διευκόλυναν με τη στάση τους την αποκλιμάκωση της έντασης με την Τουρκία, ο Ζόιφερτ απάντησε:
«Η Αθήνα αρχικά επωφελήθηκε πολύ από το γεγονός ότι η ΕΕ εξέφρασε στις δηλώσεις της την πλήρη αλληλεγγύη προς την Ελλάδα και την Κύπρο. Κατά αυτό τον τρόπο, η ΕΕ υποστήριξε σιωπηρά την ελληνική θεώρηση ότι τα νησιά μπορούν να δημιουργήσουν τη δική τους ΑΟΖ όπως και η ηπειρωτική χώρα. Ωστόσο, όταν κλιμακώθηκε η ένταση, η Ελλάδα πολύ νωρίς δήλωσε πρόθυμη να μπει σε διαπραγμάτευση για τα θαλάσσια σύνορα και, σε τελική ανάλυση, να αναγνωρίσει απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου στη Χάγη. Η Τουρκία αντίθετα αναδείκνυε όλο και νέα ζητήματα: το καθεστώς των ελληνικών νησιών και βραχονησίδων στο Αιγαίο, την αποστρατιωτικοποίηση νησιών - αν και αυτό συμβαίνει εδώ και δεκαετίες. Έτσι, η Άγκυρα έδεσε έναν Γόρδιο Δεσμό που είναι σχεδόν αδύνατο να λυθεί ξανά. Η δε Κυπριακή Δημοκρατία έχει προτείνει στην Τουρκία είτε έμμεσες είτε ανεπίσημες συνομιλίες. Η Τουρκία δεν απάντησε σε αυτό. Φυσικά, και η Αθήνα και η Λευκωσία προβάλλουν μέγιστες απαιτήσεις, αλλά είναι όμως πρόθυμες για αποκλιμάκωση».
Στο ερώτημα γιατί επιμένει η Αγκυρα να κάνει έρευνες στην Ανατολική Μεσόγειο, τονίζει πως το ζητούμενο για την κυβέρνηση Ερντογάν είναι να ελέγχει για δικό της όφελος τις εμπορικές, ενεργειακές και μεταναστευτικές ροές στην περιοχή, αλλά και να εξασφαλίσει την πρόσβαση στις αγορές της Β. Αφρικής όπου βλέπει τον εαυτό της σε ανταγωνισμό με ευρωπαϊκές δυνάμεις, ιδίως τη Γαλλία».
Οσον αφορά την σχέση Τουρκίας και ΗΠΑ με την εκλογή του Μπάιντεν, ο αναλυτής σημειώνει πως στην Αγκυρα γνωρίζουν πως η κατάσταση δεν θα είναι όπως ήταν επί Τραμπ.
«Μελλοντικά οι τηλεφωνικές κλήσεις του Ερντογάν στον Λευκό Οίκο δεν θα προωθούνται τόσο εύκολα στον Πρόεδρο. Τις σχέσεις των δύο χωρών θα διαχειρίζεται μάλλον η επίσημη διπλωματία. Ο Ερντογάν γνωρίζει επίσης ότι ο Τζο Μπάιντεν θα δίνει μεγαλύτερη προσοχή σε θέματα που άπτονται του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Παράλληλα όμως, ο Μπάιντεν θα επιδιώξει να περιορίσει τη ρωσική επιρροή στην περιοχή. Σε αυτή την προσπάθεια η Τουρκία θα μπορούσε να του είναι χρήσιμη. Για αυτό οι σχέσεις των ΗΠΑ με την Τουρκία μάλλον δεν θα επιδεινωθούν ουσιαστικά, αλλά θα επέλθει μια αλλαγή στο στυλ» είπε.
* Ο Γκίντερ Ζόιφερτ είναι επικεφαλής του Κέντρου Εφαρμοσμένων Τουρκικών Σπουδών (CATS) στο Ίδρυμα Επιστήμη και Πολιτική του Βερολίνου. Στο παρελθόν ήταν ανταποκριτής γερμανικών ΜΜΕ στην Τουρκία και έχει διδάξει σε πανεπιστήμια στην Κωνσταντινούπολη, τη Λευκωσία και τη Λοζάνη. Η έρευνά του επικεντρώνεται σε θέματα που αφορούν την Τουρκία, την Κύπρο, τη μετανάστευση, την πολιτική διεύρυνσης της ΕΕ, το πολιτικό Ισλάμ.
Πηγή: Deutsche Welle