Το γύρο του κόσμου κάνει η ιστορία ενός άνδρα από την Τόνγκα, που τον παρέσυρε το τσουνάμι μετά την υποθαλάσσια ηφαιστειακή έκρηξη και κολυμπούσε για πάνω από μία μέρα ανάμεσα σε νησιά μέχρι να πατήσει στεριά το βράδυ της Κυριακής.
Ο 57χρονος Λισάλα Φολάου, ανάπηρος συνταξιούχος ξυλουργός αφηγήθηκε την οδύσσειά του σε ραδιοφωνικό σταθμό της Τόνγκα. Όπως είπε, κολύμπησε από το νησί του, Ατάτα των περίπου 60 κατοίκων, και μέσω δύο άλλων ακατοίκητων νησιών έφθασε στο κύριο νησί του αρχιπελάγους, την Τονγκατάπου σε απόσταση περίπου 13 χλμ.
Ο Φολάου έβαφε το σπίτι του το περασμένο Σάββατο όταν ενημερώθηκε για τον κίνδυνο του τσουνάμι, που έμελε να φέρει τόση καταστροφή στην Τόνγκα: «Ήρθαν να με βοηθήσουν ο μεγαλύτερος αδελφός μου και μια ανεψιά μου. Το τσουνάμι είχε περάσει μέσα από το σαλόνι και πήγαμε σε άλλο μέρος του σπιτιού, όταν ήρθε ένα άλλο μεγάλο κύμα, όχι μικρότερο από έξι μέτρα. Σκεφτείτε ότι έχω αναπηρία, δεν μπορώ να βαδίσω σωστά, ακόμη κι ένα μωρό βαδίζει ταχύτερα από μένα… Καταφύγαμε στην ανατολική πλευρά του σπιτιού, τα κύματα έρχονταν από τα δυτικά κι έτσι ξεφύγαμε από εκείνο το κύμα», είπε.
Στη συνέχεια σκαρφάλωσαν σε ένα δέντρο με την ανεψιά του, ενώ ο αδελφός του έτρεξε να φέρει βοήθεια. Όταν κάποια στιγμή υποχώρησαν τα κύματα, κατέβηκαν, αλλά τότε χτύπησε ένα μεγαλύτερο κύμα, γύρω στις 19:00 τοπική ώρα, και τους παρέσυρε στη θάλασσα.
«Επιπλέαμε στη θάλασσα, φωνάζοντας ο ένας στον άλλο. Ήταν σκοτάδι και δεν βλέπαμε ο ένας τον άλλο. Πολύ σύντομα σταμάτησα να ακούω την ανεψιά μου, αλλά άκουγα από μακριά τις φωνές του γιου μου. Αποφάσισα να μη του απαντήσω για να διακινδυνέψει τη ζωή του για να με σώσει». Ο 57χρονος σκέφτηκε ότι αν πιαστεί από έναν κορμό δέντρου, οι δικοί του θα μπορούσαν τουλάχιστον να βρουν τη σορό του αν πνιγόταν.
«Επέπλεα και τελικά προσάραξα ανατολικά του νησιού Τοκετόκε», είπε. Κάποια στιγμή το πρωί της Κυριακής είδε ένα σκάφος του λιμενικού να περνά, άρπαξε ένα κουρέλι και το κουνούσε, αλλά δεν τον είδαν. Έτσι προσπάθησε να φθάσει στο νησί Polo’a και μετά από οκτώ ώρες κολύμπι, γύρω στις 18:00 το απόγευμα της Κυριακής τα κατάφερε. «Άρχισα να φωνάζω “βοήθεια”, αλλά δεν υπήρχε ψυχή εκεί. Η σκέψη μου στράφηκε στην ανεψιά μου, ότι μας παρέσυρε το κύμα μαζί και τώρα εγώ επέζησα».
Κρίνοντας ότι είχε πενιχρές πιθανότητες επιβίωσης εκεί, ο Φολάου αποφάσισε να κολυμπήσει μέχρι το δυτικό άκρο της πρωτεύουσας της Τόνγκα, Νουκουαλόφα στο κύριο νησί Τονγκατάπου. «Σκεφτόμουν την αδελφή μου, που πάσχει από διαβήτη και τη μικρότερη κόρη μου, που έχει καρδιακά προβλήματα. Όλα αυτά τριβέλιζαν το μυαλό μου», είπε. Τελικά, γύρω στις 21:00 το βράδυ της Κυριακής σύρθηκε εξαντλημένος μέχρι την άκρη ενός εδρόμου, όπου τον παρέλαβε ένα διερχόμενο όχημα. Ήταν το τέλος της πολύωρης οδύσσειάς του.
Ο Φολάου ευχαρίστησε τον Θεό και την οικογένειά του, που του έδωσαν τη δύναμη να επιβιώσει. Μια φωτογραφία που ανήρτησε στο λογαριασμό της στο Facebook η κόρη του, δείχνει το «ταξίδι» του μέχρι τη σωτηρία. Στην ανάρτησή της περιγράφει τον εφιαλτική νύχτα που έζησε και τα δάκρυά της όσο αγνοείτο ο πατέρας της κι ευχαρίστησε τον Θεό που τον προστάτεψε…