Ένας 47χρονος Αμερικανός από την Αλαμπάμα είχε σχεδιάσει το τέλειο έγκλημα. Εκμεταλλευόμενος την αδυναμία της συζύγου του στο αλκοόλ, επιχείρησε να σκηνοθετήσει ένα ατύχημα που θα οδηγούσε στον θάνατό της. Λογάριαζε όμως χωρίς την εφαρμογή στο κινητό του.
Το 2018, η Κατ Γουέστ βρέθηκε νεκρή λίγα μέτρα από την εξώπορτα του σπιτιού της. Τρία χρόνια σχεδόν αργότερα, οι ισχυρισμοί του συζύγου της πως ο θάνατός της πιθανότατα προήλθε από ατύχημα, καθώς ήταν μεθυσμένη, κατέρρευσε έπειτα από στοιχεία που προσέφερε στον δημόσιο κατήγορο το κινητό του θύτη.
Το προφίλ του δράστη και του θύματος
Εκείνος βετεράνος του αμερικανικού στρατού, που στη συνέχεια εργάστηκε ως σεκιούριτι στο Birmingham Southern College. Η σύζυγός του και όπως απεφάνθη το δικαστήριο και θύμα του, δεν εργαζόταν και έμενε στο σπίτι προκειμένου να μεγαλώσει την έφηβη κόρη τους.
Ωστόσο, από τις μαρτυρίες στο δικαστήριο φαίνεται πως η Κατ ήταν ιδιαίτερα δραστήρια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αναρτούσε αποκαλυπτικές φωτογραφίες στο Twitter και στο Instagram και προσκαλούσε χρήστες στην ιστοσελίδα ενηλίκων, όπου μπορούσαν να την παρακολουθήσουν μέσω Web Cam πληρώνοντας συνδρομή.
Το βράδυ εκείνο, πριν από τρία χρόνια, οι δυο τους είχαν ανταλλάξει φλογερά μηνύματα, κάνοντας σχέδια για να περάσουν το βράδυ μαζί. Παρ' όλα αυτά, το δικαστήριο αποκάλυψε πως συχνά το ζευγάρι είχε πολύ έντονα προβλήματα και καυγάδιζε, με τον Τζεφ να δηλώνει ενοχλημένος από την εξάρτηση της συζύγου του από το αλκοόλ, αλλά και τη δραστηριότητά της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Η Κατ βρέθηκε νεκρή έξω από το σπίτι της
Το πρωί της επόμενης ημέρας, η Κατ βρέθηκε πεσμένη στο πεζοδρόμιο, λίγα μέτρα από την εξώπορτα του σπιτιού της, μέσα σε μια λίμνη αίματος. Το πτώμα εντόπισε κάποιος γείτονας, που δήλωσε στο δικαστήριο πως προβληματίστηκε από το πόσο τακτοποιημένα βρέθηκαν στο πλάι της το κινητό της τηλέφωνο και πάνω από αυτό ένα μπουκάλι αψέντι.
Επί τρία χρόνια, ο σύζυγος της Κατ δήλωνε αθώος και υποστήριζε στο δικαστήριο πως η εμμονή της με το αλκοόλ ήταν εκείνη που οδήγησε την άτυχη γυναίκα στον θάνατο. Για την ακρίβεια, ο Τζεφ υποστήριζε πως είχε πέσει για ύπνο από τις 10.30 εκείνο το βράδυ και δεν είχε σηκωθεί από το κρεβάτι παρά στις 5.00 το πρωί, όταν άκουσε ήχους από τις σειρήνες των περιπολικών που κατέφθασαν στο σημείο του φόνου.
Το κινητό του δράστη πρόδωσε τον ένοχο
Το κινητό όμως του Τζεφ διέψευσε το σενάριο του βετεράνου. Σε αυτό, η εφαρμογή υγείας, η οποία μεταξύ άλλων καταμετρά τα βήματα που διανύει κανείς, κατέγραψε δραστηριότητα μεταξύ 11.03 και 11.10 στο βράδυ. Συγκεκριμένα, ο δράστης φαίνεται να πραγματοποίησε 18 βήματα σε χρόνο που ο ίδιος ισχυριζόταν πως κοιμάται και ελάχιστα λεπτά αφότου το κινητό του θύματος έπαψε να καταγράφει κίνηση στην αντίστοιχη εφαρμογή.
Εκτός βέβαια από την εφαρμογή στο κινητό, ενδείξεις για τη δράση του θύματος προσέφερε και το τραύμα της γυναίκας, που οδήγησε και στον θάνατο. Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή, το τραύμα ήταν οξύ και τέτοιο που δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί από μια πτώση, όπως ισχυρίστηκε ο δράστης.
Τα αποτυπώματα στο μπουκάλι που βρέθηκε πλάι στο πτώμα
Επιπλέον, η αστυνομία εντόπισε ίχνη από τα δακτυλικά αποτυπώματα του δράστη στον λαιμό του μπουκαλιού, το οποίο αποτέλεσε και το φονικό όπλο. Σύμφωνα με τις Αρχές, ο τρόπος που εντοπίστηκαν τα αποτυπώματα δείχνει πως ο δράστης κρατούσε το μπουκάλι ανάποδα, με το οποίο και κατάφερε το χτύπημα στο θύμα.
Ο δικαστής Γουίλιαμ Μπόστικ, που επέβαλε ποινή 16 ετών για ανθρωποκτονία από αμέλεια στον 47χρονο, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Δεν σέρνουμε τους πολίτες στα δικαστήρια και τους δικάζουμε για τον χαρακτήρα τους. Τους σέρνουμε στα δικαστήρια και τους δικάζουμε για τις πράξεις τους» είπε, αντικρούοντας τα επιχειρήματα της υπεράσπισης, που έφερε ως μάρτυρες υπεράσπισης τόσο τους γονείς του θύτη όσο όμως και τη μητέρα του θύματος και την κόρη του ζευγαριού.
«Σας δόθηκε η ευκαιρία να αποδεχτείτε την ευθύνη για τον θάνατο της συζύγου σας. Εσείς, για δικούς σας λόγους, καταστήσατε σαφές πως δεν έχετε σκοπό να το κάνετε αυτό», είπε.
«Η ενδοοικογενειακή βία ακολουθεί πάντα ένα μοτίβο. Ο θάνατος της Κατ μπορούσε να προβλεφθεί και δεν πιστεύω πως ξυπνήσατε εκείνο το πρωί και αποφασίσατε πως θα τη σκοτώσετε. Δεν πιστεύω πως συνέβη αυτό. Αλλά πιστεύω πως (ο φόνος) θα μπορούσε να αποφευχθεί», σημείωσε ο δικαστής.