Συμπληρώνεται σε μερικές εβδομάδες ο τρίτος χρόνος της στρατιωτικής εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και η κρίση κλιμακώνεται σε επικίνδυνο βαθμό, παρ’ όλη τη ρητορική και τη φιλολογία που αναπτύχθηκε μετά την εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ για το ενδεχόμενο ειρήνευσης.
Η Μόσχα έχει αφενός σκληρύνει σε ακραίο βαθμό τις φραστικές επιθέσεις κατά της Ευρώπης, αφετέρου δε έχει εξαπολύσει ένα διαρκώς αυξανόμενο κύμα υβριδικών επιθέσεων κατά κρίσιμων υποδομών σε ευρωπαϊκές χώρες. Κορωνίδα των εξοργιστικών δηλώσεων των Ρώσων αξιωματούχων υπήρξε μια ανάρτηση την προηγούμενη εβδομάδα του πρώην πρωθυπουργού και νυν αντιπροέδρου του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας Ντιμίτρι Μεντβέντεφ. Ο στενός συνεργάτης του Βλαντίμιρ Πούτιν ανέφερε πως “η Ευρώπη πρέπει να τιμωρηθεί με κάθε τρόπο” και πανηγύρισε τους βανδαλισμούς σε ευρωπαϊκές πόλεις από αντιεξουσιαστές, αλλά και τις τρομοκρατικές επιθέσεις από μετανάστες, “οι οποίοι καταστρέφουν τις ευρωπαϊκές αξίες”.
Παράλληλα η Ρωσία έχει ενεργοποιήσει ένα σκιώδες δίκτυο εμπορικών πλοίων με γκρίζο ιδιοκτησιακό καθεστώς υπό σημαίες ευκαιρίας, με τα οποία αφενός παρακάμπτει τις ευρωπαϊκές κυρώσεις για τις πωλήσεις ρωσικού πετρελαίου, αφετέρου δε διεξάγει επιχειρήσεις δολιοφθοράς ευρωπαϊκών υποδομών. Τελευταίο παράδειγμα είναι η καταστροφή πριν από μια εβδομάδα καλωδίου υποθαλάσσιας ηλεκτρικής διασύνδεσης και τεσσάρων τηλεπικοινωνιακών καλωδίων που συνδέουν τη Φινλανδία με την Εσθονία. Οι αρχές της Φινλανδίας δέσμευσαν ως ύποπτο το τάνκερ “Eagle S”, το οποίο θεωρείται ότι αποτελεί μέρος του “σκιώδους” στόλου της Ρωσίας για τη μεταφορά πετρελαίου. Οι έρευνες των φινλανδικών αρχών οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το “Eagle S” έσυρε την άγκυρά του στον πυθμένα της Βαλτικής Θάλασσας σε μήκος έως και 60 ναυτικών μιλίων, παρασύροντας και καταστρέφοντας τα ηλεκτρικά και τηλεπικοινωνιακά καλώδια. Η Μόσχα βέβαια αρνήθηκε κάθε σχέση με το συμβάν.
Η σοβαρή αυτή κλιμάκωση συμβαίνει παράλληλα και με την ενεργειακή σύγκρουση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ουκρανίας με τη Ρωσία, με επίκεντρο τον αγωγό φυσικού αερίου Ουρενγκόι-Πομάρι-Ουζγκορόντ. Ο συγκεκριμένος αγωγός, ο οποίος διέρχεται από την Ουκρανία, αποτελεί την μοναδική πλέον δίοδο για την παροχέτευση ρωσικού φυσικού αερίου στην Κεντρική Ευρώπη, μετά το κλείσιμο λόγω του πολέμου των αγωγών NordStream και Yamal-Europe. Το Κίεβο ανακοίνωσε πριν από λίγες ημέρες ότι δεν θα δεχθεί την ετήσια ανανέωση της σχετικής σύμβασης, εάν δεν δεσμευθούν τα έσοδα που αποκομίζει η Ρωσία από τις πωλήσεις φυσικού αερίου μέσω του συγκεκριμένου αγωγού. Η Μόσχα προφανώς απέρριψε τον όρο του Κιέβου και έτσι απόψε το βράδυ, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, θα σταματήσει πλήρως η ροή ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη.
Η εξέλιξη αυτή εξόργισε την Ουγγαρία και την Σλοβακία, οι οποίες βασίζουν τις προμήθειες φυσικού αερίου από τον αγωγό Ουρενγκόι-Πομάρι-Ουζγκορόντ, και θα πρέπει πλέον να αναζητήσουν άλλες πηγές προμήθειας. Η Σλοβακία απείλησε ως αντίποινα να διακόψει την ηλεκτρική διασύνδεση με την Ουκρανία, η οποία αποτελεί μια ιδιαίτερα κρίσιμη ενεργειακή υποδομή για το Κίεβο, ενόσω η Ρωσία βομβαρδίζει ανηλεώς τα ουκρανικά εργοστάσια παραγωγής ενέργειας. Οι εξελίξεις αυτές απειλούν να προκαλέσουν ένα επώδυνο ρήγμα στο ευρωπαϊκό μέτωπο στήριξης της Ουκρανίας, σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία αναμένεται ανάσχεση ή και πλήρης διακοπή της στήριξης των Ηνωμένων Πολιτειών προς το Κίεβο μετά την ανάληψη της εξουσίας στην Ουάσιγκτον από τον Ντόναλντ Τραμπ σε τρεις εβδομάδες.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν είναι προφανές ότι υποδαυλίζει με κάθε τρόπο τον διχαστικό ρόλο που διαδραματίζουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο η Ουγγαρία και η Σλοβακία ως προς την αντιμετώπιση του πολέμου στην Ουκρανία. Η ουγγρική και η σλοβακική κυβέρνηση υποστηρίζουν την άμεση συνθηκολόγηση της Ουκρανίας σε συνδυασμό με την παραχώρηση εδαφών και ουκρανικής εθνικής κυριαρχίας προς τη Ρωσία, όπως και την μη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Υποστηρίζουν εν ολίγοις όλους σχεδόν τους όρους που θέτει η Ρωσία για τον τερματισμό του πολέμου. Αυτή η κεφαλαιώδης διαφορά θέσεων με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ένωσης έχει δυσκολέψει σε σημαντικό βαθμό την σύμπηξη μιας αρραγούς ευρωπαϊκής στάσης απέναντι στην επιθετικότητα της Μόσχας και του καθεστώτος Πούτιν.
Το σοβαρό δε ενδεχόμενο της αλλαγής πολιτικής από τις ΗΠΑ ως προς την Ουκρανία μετά τις 20 Ιανουαρίου αυξάνει ακόμη περισσότερο το βάρος και την ευθύνη των ευρωπαϊκών κρατών απέναντι στο Κίεβο. Την κατάσταση δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο η πολιτική αστάθεια στη Γερμανία και τη Γαλλία, με το Βερολίνο να λειτουργεί ουσιαστικά με υπηρεσιακή κυβέρνηση μέχρι τις πρόωρες εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου, και ίσως για αρκετούς μήνες ακόμη μέχρι τη συγκρότηση νέου κυβερνητικού συνασπισμού. Στο Παρίσι δε, ο Εμανουέλ Μακρόν είναι ιδιαίτερα στριμωγμένος πολιτικά, καθώς η νεοσύστατη κυβέρνηση Μπαϊρού είναι αμφίβολο αν θα μπορέσει να συγκεντρώσει την ψήφο εμπιστοσύνης της πλειοψηφίας της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης. Αυξημένο ρόλο στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής πολιτικής αναμένεται να έχει από αύριο η Πολωνία, καθώς η Βαρσοβία αναλαμβάνει την προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για το 1ο εξάμηνο του 2025, μετά την ατυχέστατη και θλιβερή ουγγρική προεδρία που ολοκληρώνεται απόψε.
Όλες αυτές όμως οι πολιτικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα πρέπει να αποτελέσουν και την αιτία για μια στρατηγική ήττα της Ευρώπης απέναντι στη Ρωσία. Τώρα είναι ακόμη περισσότερο η στιγμή για τις ευρωπαϊκές ηγεσίες να υπερβούν τις όποιες επιμέρους διαφορές και να απαντήσουν δυναμικά και αποτελεσματικά στην κλιμακούμενη πίεση και τις προκλήσεις που εφαρμόζει η Μόσχα. Οι γεωπολιτικές δυναμικές που θα διαμορφωθούν το 2025 είναι πολύ πιθανό να κρίνουν τη θέση της Ευρώπης για τις επόμενες δεκαετίες.