«Δεν μπορούμε και δεν θέλουμε να αποδεχθούμε ότι στην Ουκρανία εξελίσσεται ένας ανηλεής πόλεμος», δήλωσε ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς.
Τόνισε, παράλληλα, ότι «την αποκλειστική ευθύνη (για τον πόλεμο) φέρει ο Ρώσος πρόεδρος», και διαβεβαίωσε εκ νέου για τη στήριξη της Γερμανίας στον αγώνα των Ουκρανών για την υπεράσπιση της χώρας τους.
«Είναι πολύ σημαντικό η Ευρωπαϊκή Ένωση να παραμείνει ενωμένη απέναντι στον επιτιθέμενο και να δείξει στη Ρωσία τις συνέπειες των πράξεών της με έξι σκληρά πακέτα κυρώσεων» δήλωσε ο κ. Σολτς στο πλαίσιο της κοινής συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε με τον πρωθυπουργό της Κροατίας Αντρέι Πλένκοβιτς, και επανέλαβε ότι η Γερμανία θα συνεχίσει να στηρίζει την Ουκρανία οικονομικά, ανθρωπιστικά και στρατιωτικά, παρέχοντας οπλικά συστήματα και πυρομαχικά.
Αναφερόμενος στους πρόσφυγες από την Ουκρανία, ο κ. Σολτς έκανε λόγο για άνευ προηγουμένου αλληλεγγύη των ευρωπαϊκών χωρών, και στο ίδιο πλαίσιο ευχαρίστησε τον κ. Πλένκοβιτς για τη συμμετοχή της Κροατίας στην υποδοχή των προσφύγων. «Αυτή είναι η ζωντανή αλληλεγγύη της ΕΕ», δήλωσε.
Ο Κροάτης πρωθυπουργός, από την πλευρά του, σημείωσε ότι «συμφωνήσαμε στην πολιτική καταδίκη της ρωσικής εισβολής και στο γεγονός ότι αυτές τις 100 ημέρες από την έναρξη του πολέμου είδαμε την ενότητα, την ταχύτητα και την αποφασιστικότητα της ΕΕ, αλλά και ολόκληρου του δυτικού κόσμου, με τις κυρώσεις και την ισχυρή κινητοποίηση στήριξης».
Σχετικά με την πρόσφατη απόφαση για εμπάργκο στην εισαγωγή ρωσικού πετρελαίου, ο καγκελάριος κατέστησε σαφές ότι ο στόχος είναι «η μείωση της εξάρτησης από την εισαγόμενη ενέργεια, η διατήρηση των τιμών υπό έλεγχο και η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής».
Σημαντικό σημείο στην ατζέντα των συνομιλιών αποτελεί η ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων, ανέφερε ο Όλαφ Σολτς, επαναλαμβάνοντας ότι είναι προς το συμφέρον όλων η ένταξη των χωρών της περιοχής στην ΕΕ, καθώς θα ενισχύσει την Ένωση και θα σταθεροποιήσει τα Βαλκάνια. Θεωρεί επομένως σημαντικό -«και για την αξιοπιστία της ίδιας της ΕΕ»- να ξεκινήσουν το συντομότερο δυνατόν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία.
«Είναι πολύ σημαντικό η εδώ και πολλά χρόνια υπόσχεση μιας ευρωπαϊκής προοπτικής των δυτικών Βαλκανίων, ότι μπορούν να ανήκουν στην ΕΕ, να υλοποιηθεί», πρόσθεσε ο καγκελάριος και σημείωσε ότι στην περίπτωση της «πρόκλησης» στις σχέσεις Βόρειας Μακεδονίας - Βουλγαρίας θα πρέπει να καταστεί εφικτό να γίνει ό,τι και στην περίπτωση της πρόκλησης στις σχέσεις Ελλάδας - Βόρειας Μακεδονίας. «Διακρίνω καλή θέληση και για αυτό είμαι αρκετά αισιόδοξος ότι θα τα καταφέρουμε. Προσπαθούμε να εργαστούμε με όλους τους εμπλεκόμενους, σε όλες τις διαθέσιμα πεδία. Δεν είναι εύκολο, αλλά πιστεύω ότι υπάρχει αρκετή καλή θέληση ώστε να είναι εφικτό», δήλωσε.
Ανάλογη άποψη εξέφρασε και ο κ. Πλένκοβιτς, ο οποίος, αναφερόμενος στην περίπτωση της Βόρειας Μακεδονίας, χαρακτήρισε «κακό και παράλογο» μια χώρα με ευρωπαϊκές φιλοδοξίες και με την στήριξη του λαού της σε αυτό να περιμένει 17 χρόνια για την έναρξη διαπραγματεύσεων. «Είμαστε ικανοποιημένοι που λύθηκε το 2019 το ζήτημα με την Ελλάδα, τώρα υπάρχουν ανοιχτά θέματα με την Βουλγαρία», δήλωσε και τόνισε ότι «οι φίλοι μας στη Βόρεια Μακεδονία έχουν κερδίσει» το δικαίωμα να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις με την ΕΕ.
Ο Κροάτης πρωθυπουργός αναφέρθηκε ακόμη στην προοπτική ένταξης της χώρας του στην Ευρωζώνη την 1η Ιανουαρίου 2023 και διαβεβαίωσε ότι όλα είναι έτοιμα για τη μετάβαση. Εφόσον η χώρα ενταχθεί στην Ευρωζώνη την 1.1.2023, από τις 5 Σεπτεμβρίου θα αναφέρονται οι τιμές σε ευρώ και σε κούνα, ενώ η επίσημη μεταβατική περίοδος θα διαρκέσει δύο εβδομάδες και από τις 15 Ιανουαρίου οι συναλλαγές θα γίνονται αποκλειστικά σε ευρώ, τόνισε.
Την πεποίθησή του ότι όλα θα εξελιχθούν ομαλά εξέφρασε για το θέμα και ο Γερμανός καγκελάριος.