Κομμένο και ραμμένο στις ανάγκες των χωρών με χαμηλό ποσοστό αμυντικών δαπανών σε σχέση με το ΑΕΠ τους, μοιάζει εκ πρώτης όψεως το σχέδιο που παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Όσον αφορά στο θέμα που «καίει» την Ελλάδα, η οποία ήδη κινείται στο όριο του 3% (αμυντικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ), οι τεχνικές λεπτομέρειες που θα αποκαλυφθούν ως τον Απρίλιο, θα δείξουν αν μπορεί να υπάρχει τελικά περισσότερος χώρος για φοροελαφρύνσεις από την εξαίρεση των αμυντικών δαπανών ή αν το οικονομικό επιτελείο θα προχωρήσει με βάση τα περιθώρια που ήδη δίνει το εγκεκριμένο Μεσοπρόθεσμο.
Τα καλά νέα είναι ότι η ρήτρα διαφυγής από τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες (“κλειδωμένη” αύξηση πρωτογενών δαπανών για την περίοδο 2025- 2028) δεν αφορά μόνο στην προμήθεια εξοπλισμών αλλά θα καλύπτει και λειτουργικά έξοδα. Εδώ μοιάζει να ανοίγει υπό προϋποθέσεις “παράθυρο” για αυξήσεις στα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων.
Σύμφωνα με το σχέδιο της Κομισιόν, η εφαρμογή της εθνικής ρήτρας διαφυγής θα αντιστοιχεί στο σύνολο της στατιστικής κατηγορίας του τμήματος COFOG 02 - Άμυνα (μεθοδολογία Eurostat), η οποία είναι μια έννοια κοντά στο σύνολο που χρησιμοποιείται από το ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, η αύξηση των αμυντικών δυνατοτήτων των κρατών μελών, είτε με τη δημιουργία νέου στρατιωτικού εξοπλισμού και υποδομών είτε με αύξηση του στρατιωτικού προσωπικού και βελτίωση της εκπαίδευσής του, θα είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του των αμυντικών δαπανών, όπως αυτές μετρώνται τόσο από τον ορισμό της COFOG, όσο και από τον ορισμό του ΝΑΤΟ.
Οι γκρίζες ζώνες
Τα κακά νέα είναι ότι ο τρόπος ενεργοποίησης της ρήτρας διαφυγής έχει ακόμα γκρίζες ζώνες. Τι μάθαμε με τη δημοσιοποίηση του σχεδίου της Κομισιόν; Ότι μια χώρα μπορεί να κινηθεί πέρα από το προβλεπόμενο όριο αύξησης των δαπανών της, αρκεί αυτή η υπέρβαση να οφείλεται σε αμυντικές δαπάνες. Πόση μπορεί να είναι η υπέρβαση; Η σύγκριση θα γίνεται με έτος αναφοράς το 2021 και η αύξηση των αμυντικών δαπανών από τότε δεν πρέπει να ξεπερνά το 1,5% του ΑΕΠ. Εδώ βρίσκεται η πρώτη γκρίζα ζώνη, καθώς δεν είναι σαφές ποιας χρονιάς το ΑΕΠ θα ληφθεί υπόψιν: του 2021 ή των ετών που γίνεται η αύξηση των αμυντικών δαπανών; Στην περίπτωση της Ελλάδας, αν ληφθεί υπόψιν το ΑΕΠ του 2021, τότε η επιτρεπόμενη αύξηση δεν μπορεί να ξεπερνά τα 2,7 δισ ευρώ, ενώ αν ληφθεί υπόψιν το ΑΕΠ του 2025 τότε η ρήτρα διαφυγής καλύπτει αύξηση ως και 3,7 δισ ευρώ.
Όποιος ανατρέξει στα στοιχεία των Προϋπολογισμών των τελευταίων ετών, θα διαπιστώσει ότι οι διαφορές των αμυντικών δαπανών δεν είναι μεγάλες. Με τον γύρο των νέων εξοπλισμών εκτιμάται ότι θα αυξηθούν κατά 0,86 δισ. ευρώ το 2025, επιπλέον 0,48 δισ. ευρώ το 2026, επιπλέον 0,16 δισ. ευρώ το 2027 και να μείνουν σταθερές το 2028. Με αυτά τα δεδομένα, η Ελλάδα μπορεί να ζητήσει να εξαιρεθούν οι εν λόγω δαπάνες από τον “κόφτη” των δαπανών, ωστόσο δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η εξαίρεση τους μπορεί να ανοίξει ανάλογο “χώρο” για φοροελαφρύνσεις. Η πρώτη ανάγνωση του Σχεδίου δεν επιτρέπει τέτοια ερμηνεία και σε μια τέτοια περίπτωση, το οικονομικό επιτελείο θα πρέπει να υλοποιήσει το σχέδιο μείωσης φόρων “πατώντας” στο Μεσοπρόθεσμο, που προβλέπει δημοσιονομικό περιθώριο ύψους περίπου 500 εκ ευρώ για το 2026 και συνολικά έως 1 δισ. ευρώ ετησίως κατά μέσο ως και το 2028.
Μια ακόμα γκρίζα ζώνη φαίνεται να υπάρχει και στις διαδικασίες ενεργοποίησης της ρήτρας διαφυγής. Αν και από το κείμενο της Κομισιόν προκύπτει ότι το αίτημα υποβάλλεται δυνητικά από τα κράτη- μέλη, η αίσθηση που αποκόμισαν αρμόδια στελέχη στην Αθήνα είναι ότι τα κράτη- μέλη θα πάνε συντεταγμένα και θα υποβάλουν αίτημα ενεργοποίησης της ρήτρας διαφυγής. Το αν θα υπάρξει και υποχρέωση περαιτέρω αύξησης των αμυντικών δαπανών, ακόμα κι από χώρες που βρίσκονται στο όριο του 3%- όπως δηλαδή η Ελλάδα- είναι κάτι που μένει απαντηθεί.