Ηγέτης κόμματος της αντιπολίτευσης στη Σερβία αφέθηκε ελεύθερος μετά τον άγριο, όπως καταγγέλλει, ξυλοδαρμό του από τις μυστικές υπηρεσίες της χώρας, και τις απειλές κατά της ζωής του και της οικογενειάς του.
Ο Νικόλα Σαντούλοβιτς, ηγέτης του Σερβικού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και δριμύς επικριτής του κυβερνώντος Σερβικού Προοδευτικού Κόμματος του Αλεξάνταρ Βούτσιτς, καταγγέλλει ότι μέλη των μυστικών υπηρεσιών τον πήραν σηκωτό από το σπίτι του πριν από δέκα ημέρες και για πάνω από έξι ώρες τον υπέβαλλαν σε βίαιη κακοποίηση, που είχε ως αποτέλεσμα να μείνει παράλυτος από την αριστερή πλευρά, όπως λένε οι δικηγόροι του.
Σε δήλωσή του για πρώτη φορά μετά την αποφυλάκισή του ο Σαντούλοβιτς ανέφερε: «Με απήγαγαν μέλη της σερβικής μυστικής αστυνομίας, που με ξυλοφόρτωσαν, βασάνισαν, ταπείνωσαν και απείλησαν να σκοτώσουν εμένα και την οικογένειά μου για πάνω από έξι ώρες, θέτοντας σε κίνδυνο όχι μόνον την υγεία μου, αλλά και τη ζωή μου. Κι όλα αυτά λόγω της πολιτικής έκφρασής μου και της κατάθεσης λουλουδιών στον τάφο ενός δολοφονημένου επτάχρονου κοριτσιού της οικογένειας Τζασάρι».
Ο Σαντούλοβιτς κατηγορήθηκε για παραβίαση της σερβικής νομοθεσίας που απαγορεύει την υποκίνησε σε εθνικό, φυλετικό και θρησκευτικό μίσος, αφού ζήτησε συγγνώμη για εγκλήματα που διέπραξαν Σέρβοι κατά Αλβανών κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Κόσοβο το 1998 και το 1999.
Φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ τον επέκριναν δριμύτατα για την αναδημοσίευση ενός βίντεο από μια επίσκεψη που έκανε στον τάφο του Αντέμ Τζασάρι, ιδρυτή του «Απελευθερωτικού Στρατού του Κοσσυφοπεδίου» (UCK), ο οποίος σκοτώθηκε από τη σερβική αστυνομία το 1998 μαζί με 57 μέλη της οικογένειάς του.
Ο Σαντούλοβιτς υποστήριξε ότι μετά τη φερόμενη εις βάρος του επίθεση, που εγείρει νέους φόβους για την δημοκρατία στη Σερβία, η μυστική υπηρεσία τον πήγε στο σπίτι του. Αμέσως μετά, όπως είπε, έφτασε η αστυνομία με εντολή να τον οδηγήσουν στη φυλακή. Αντίθετα, είπε, τον μετέφεραν στα Επείγοντα καθώς «η κατάστασή του ήταν κρίσιμη». Ο πολιτικός της αντιπολίτευσης είπε ότι στη συνέχεια μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο φυλακών και καταδικάστηκε ταυτόχρονα σε «άδικη κράτηση 30 ημερών», η οποία, όπως είπε, έθεσε τη ζωή του σε κίνδυνο.
Η σερβική Υπηρεσία Πληροφοριών Ασφαλείας (BIA) παραδέχθηκε ότι ανέκρινε τον Σαντούλοβιτς, αλλά όπως υποστήριξε με δήλωσή της στους Financial Times, ο πολιτικός «δεν υποβλήθηκε σε καμία παράνομη χρήση σωματικής βίας ή παραβιάσεις της ελευθερίας και των δικαιωμάτων».
Η BIA ήθελε απλώς «να διευκρινίσει το πλαίσιο των παράνομων ενεργειών του Σαντούλοβιτς. τις οποίες ο αρμόδιος εισαγγελέας χαρακτήρισε ως ποινικό αδίκημα… για υποκίνηση εθνικού, φυλετικού και θρησκευτικού μίσους και μισαλλοδοξίας». Η σερβική υπηρεσία διέψευσε τις καταγγελίες για ξυλοδαρμό του από πράκτορές της, λέγοντας ότι οι ισχυρισμοί αυτοί αποσκοπούν στην αποσταθεροποίηση της χώρας.