Ρώσοι δημοσιογράφοι αυτοεξόριστοι βόρεια του Αρκτικού Κύκλου, αγωνίζονται για να ξεπεράσουν την βαριά λογοκρισία που έχει επιπέσει στα ρωσικά μέσα ενημέρωσης.
Στην Barents Observer, την οnline εφημερίδα που μέσα σε μία 20ετία έγινε μέσο αναφοράς για την επικαιρότητα στον Μεγάλο Βορρά, οι δύο Νορβηγοί δημοσιογράφοι είναι πλέον μειονότητα.
Η σύνταξη έχει την έδρα της στην πόλη Κίρκενες, κοντά στα ρωσονορβηγικά σύνορα, και άνοιξε τις πόρτες της σε Ρώσους που διέφυγαν από την χώρα τους όταν κλιμακώθηκε η καταστολή μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
«Αν θέλουμε να λέμε τον πόλεμο πόλεμο και τον Πούτιν δικτάτορα, εδώ έχουμε περισσότερη ασφάλεια»
Ο Ντένις Ζαγκόρ έφυγε από το Μουρμάνσκ, μεγάλη ρωσική πόλη σε απόσταση 220 χιλιομέτρων από το Κίρκενες, τον Σεπτέμβριο.
«Οταν ξεκίνησε ο πόλεμος, στα podcast μου μιλούσα για «το δικτάτορα Πούτιν» και μιλούσα για «πόλεμο», δεν μιλούσα για «ειδική στρατιωτική επιχείρηση», εξηγεί ο 47χρονος δημοσιογράφος.
«Αρχισα να καταλαβαίνω ότι θα ήταν επικίνδυνο να συνεχίσω να το κάνω αυτό στο Μουρμάνσκ. Αν θέλουμε να λέμε τον πόλεμο πόλεμο και τον Πούτιν δικτάτορα, εδώ έχουμε περισσότερη ασφάλεια».
Η Barents Observer απασχολεί πλέον τρεις ρώσους ρεπόρτερ και έναν μαθητευόμενο και δημοσιεύει πλέον περισσότερα άρθρα στα ρωσικά από ό,τι στα αγγλικά.
«Στην Ρωσία ήμασταν ήδη μπλοκαρισμένοι και είχαμε τεράστια προβλήματα με την ρωσική λογοκρισία. Είπαμε: ΟΚ, θέλουν να δημιουργήσουν περισσότερα προβλήματα στους δημοσιογράφους, ε, εμείς θα τους δημιουργήσουμε ακόμη περισσότερα», λέει ο επικεφαλής Τόμας Νίλσεν. «Δεν μας ενδιαφέρουν οι ρωσικοί νόμοι περί λογοκρισίας. Βρισκόμαστε εδώ για την ελευθερία της έκφρασης και την ελεύθερη δημοσιογραφία».
Μπλοκαρισμένη στην Ρωσία από το 2019 η ιστοσελίδα
Σε ένα ράφι, μία κούκλα με στάμπα «Slava Ukraini», κουτάκια μπύρας με το πρόσωπο του Πούτιν, παλιά τηλέφωνα (το ένα είναι απευθείας σύνδεση με Κρεμλίνο, λέει ο Νορβηγός) και μία επιγραφή «On air».
Μπλοκαρισμένη στην Ρωσία από το 2019, η Barents Observer χρησιμοποιεί πλήθος κομπίνες για να διαπεράσει το ρωσικό σιδηρούν παραπέτασμα. Πρόσβαση μέσω VPN, mirror sites, format podcast, παρουσία στο Youtube...
Στο μενού, θέματα γενικού ενδιαφέροντος, τα προβλήματα του ενυδρείου του Μουρμάνσκ, η εισβολή ροζ σολωμού, αλλά και θέματα του πολέμου στην Ουκρανία.
«Εχουμε μεγάλο ακροατήριο, κυρίως μεταξύ των νέων στην Ρωσία, που συνδέονται και παίρνουν πληροφορίες για την εξέλιξη του πολέμου, την καταστολή στην Ρωσία, για ανθρώπους που έχουν ριχτεί στην φυλακή», λέει ο Τόμας Νίλσεν. «Πληροφορίες που δεν έχουν τα δικά τους μέσα».
«Είναι δύσκολο να ζεις σε μία κοινωνία που αποστρέφεται τα πάντα σε σένα».
Στις αρχές του Ιουλίου, η Ελενα Μιλασίνα, δημοσιογράφος της Novaïa Gazeta, ενός από τα τελευταία ρωσικά προπύργια της ελευθεροτυπίας, ξυλοκοπήθηκε στην Τσετσενία.
Τα ξένα μέσα δεν έχουν καλύτερη μεταχείριση. Απόδειξη η φυλάκιση από τον Μάρτιο του αμερικανού ανταποκριτή της Wall Street Journal Εβαν Γκέρσκοβιτς με την κατηγορία της «κατασκοπείας».
«Κάθε μέρα στο γραφείο δεν ξέραμε τι θα μας συμβεί. Θα εισέβαλλε η αστυνομία να μας συλλάβει;», λέει η Ελιζαβέτα Βερεΐκινα, εργαζόμενη για το BBC στην Μόσχα, που έφυγε για την Barents Observer.
«Είναι δύσκολο να ζεις σε μία κοινωνία που αποστρέφεται τα πάντα σε σένα».
Πυρήνες εξόριστων δημοσιογράφων
Πυρήνες εξόριστων ρώσων δημοσιογράφων έχουν δημιουργηθεί στην Τμπιλίσι της Γεωργίας, το Γερεβάν της Αρμενίας, στο Βίλνιους της Λιθουανίας, στην Ρίγα της Λετονίας και...στο Κίρκενες.
Μαθητευόμενη, η Αλέξια Κρίβτσοβα περιμένει την έκδοση άδειας εργασίας για να δουλέψει.
Την νεαρή γυναίκα κατήγγειλαν στις ρωσικές αρχές οι συμφοιτητές της στο Αρχανγκέλσκ για επικριτικές για τον πόλεμο αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αρχικά τέθηκε σε κατ' οίκον περιορισμό εν αναμονή της δίκης της για δικαιολόγηση της τρομοκρατίας και δυσφήμηση του ρωσικού στρατού.
«Στο τέλος αντιλήφθηκα την αδικία και έφυγα».
Αφού απαλλάχθηκε από το ηλεκτρονικό της βραχιόλι, διέσχισε την Λευκορωσία, μετά την Λιθουανία για να καταλήξει στο Κίρκενες.
«Είπε ότι θέλει ν'αλλάξει την Ρωσία και ότι θέλει το κάνει αυτό μέσω της δημοσιογραφίας», εξηγεί ο Τόμας Νίλσεν. «Είπαμε: ΟΚ, καλώς ήρθες».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ