Το 2022 εκατοντάδες εταιρείες από τις «μη φιλικές χώρες» που παρέμειναν στη Ρωσία μετά την εισβολή της στην Ουκρανία, αύξησαν τα κέρδη τους κατά μιάμιση φορά, σύμφωνα με έρευνα της ρωσικής εφημερίδας Novaya Gazeta Europe.
Τα μεγαλύτερα κέρδη στη ρωσική αγορά εξασφάλισε η γαλλική εταιρεία καυσίμων Total, που έφθασαν τα 296 δισεκατομμύρια ρούβλια, και είναι διπλάσια σε σχέση με τα κέρδη του προηγούμενου έτους. Η Total εξακολουθεί να κατέχει μερίδια σε ρωσικά έργα φυσικού αερίου.
Η γαλλική εταιρεία δηλώνει ότι οι ευρωπαϊκές κυρώσεις και οι νόμοι στη Ρωσία δεν της επιτρέπουν να βρει έναν μη Ρώσο αγοραστή του μεριδίου της.
Την πιο σημαντική αύξηση των κερδών της στη Ρωσία είχε η αμερικανική εταιρεία Mondelēz. Μεταξύ άλλων, η εν λόγω εταιρεία παράγει προϊόντα ζαχαροπλαστικής με τις μάρκες Milka, Alpen Gold, Oreo. Το 2022 τα κέρδη της Mondelēz στη Ρωσία υπερτετραπλασιάσθηκαν.
Σχεδόν παρόμοια αύξηση σημείωσαν τα κέρδη μιας ακόμη αμερικανικής εταιρείας, της PepsiCo.
Περισσότερο από τρεις φορές αύξησε τα κέρδη της στη Ρωσία και η αυστριακή Raiffeisen Bank, που έφθασαν τα 141 δισεκατομμύρια ρούβλια.
Η εν λόγω τράπεζα είχε ένα οικονομικό πλεονέκτημα αφότου οι ρωσικές τράπεζες αποσυνδέθηκαν από το διεθνές σύστημα διατραπεζικών συναλλαγών SWIFT ως απάντηση στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Στον ρωσικό τραπεζικό τομέα κέρδη κατέγραψε μόνο η Sberbank.
Από τις μεγάλες καπνοβιομηχανίες τη Ρωσία εγκατέλειψε μόνον η βρετανική Imperial Brands. Όμως οι ανταγωνιστές της τον προηγούμενο χρόνο αύξησαν τα καθαρά τους κέρδη: η Japan Tobacco μιάμιση φορά, στα 43 δισεκατομμύρια ρούβλια, και η British American Tobacco κατά 81%, στα 14 δισ. ρούβλια.
Την ίδια στιγμή αυξήθηκε το ενδιαφέρον των Ρώσων για τα τσιγάρα ευρωπαϊκής παραγωγής. Οι πωλήσεις τσιγάρων από τη Γερμανία στο πρώτο τρίμηνο του 2023 αυξήθηκαν δύο φορές σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο.
Σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες, η αύξηση των κερδών δεν συνδέεται πάντα με την αύξηση των εσόδων, αλλά μπορεί να υποδηλώνει μείωση των δαπανών για παραγωγικές επενδύσεις και διαφήμιση.
Για τις ξένες εταιρείες καθίσταται όλο και πιο δύσκολο να φύγουν από τη Ρωσία. Αυτή τη στιγμή δεν μπορούν να πουλήσουν τις επιχειρήσεις τους ή το μερίδιό τους χωρίς την έγκριση των ρωσικών αρχών. Εκτός των άλλων, πρέπει να κάνουν στον αγοραστή έκπτωση της τάξεως των 50% και να καταβάλουν «εθελοντική συνδρομή» στον προϋπολογισμό της Ρωσίας, που φθάνει ως το 10% της εκτιμώμενης αξίας της επιχείρησης.
Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, η ξένη εταιρεία, πουλώντας την επιχείρησή της στη Ρωσία, μπορεί να μην εισπράξει τίποτα από την πώλησή της.
Το υπουργείο Οικονομικών παραδέχθηκε ότι οι όροι αυτοί έγιναν σκοπίμως πιο σκληροί, για να μην είναι επικερδής η αποχώρηση από τη Ρωσία.
«Έπειτα από ενάμιση σχεδόν χρόνο από την έναρξη του πολέμου -γράφει η Novaya Gazeta Europe-, από τη χώρα έφυγε ένα μικρό ποσοστό των ξένων εταιρειών. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Οικονομικής Σχολής του Κιέβου, μετά την έναρξη του πολέμου μόνο το 7% των ξένων εταιρειών (241 τον αριθμό), εγκατέλειψαν πλήρως τη Ρωσία. Ακόμη ένα 10% των εταιρειών ανέστειλαν τις δραστηριότητές τους, ενώ το 41% συνεχίζει να δραστηριοποιείται με βάση το προηγούμενο καθεστώς. Το ένα τρίτο είτε μείωσαν ένα μέρος των δραστηριοτήτων τους είτε έπαψαν να προβαίνουν σε νέες επενδύσεις.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας, από την αρχή του πολέμου έως τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους 200 ξένοι επενδυτές πώλησαν τις επιχειρήσεις τους».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, Novaya Gazeta Europe