Η πιθανή εθνικοποίηση ρωσικών περιουσιακών στοιχείων σε χώρες του εξωτερικού είναι «δίκοπο μαχαίρι», δήλωσε ο πρόεδρος της Ρωσίας.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν άφησε να εννοηθεί ότι η Μόσχα θα μπορούσε να επιβάλει αντίστοιχα αντίμετρα.
Η δήλωση αυτή έγινε μία ημέρα αφότου η Γερμανία ανακοίνωσε ότι η ρυθμιστική αρχή ενέργειας θα αναλάβει τον έλεγχο της Gazprom Germania, της γερμανικής θυγατρικής του ρωσικού ενεργειακού κολοσσού Gazprom, μια επιχείρηση εμπορίας, αποθήκευσης και μεταφοράς φυσικού αερίου.
Ο Πούτιν κατήγγειλε τις «πιέσεις» που δέχεται η Gazprom στην Ευρώπη. «Η κατάσταση στον ενεργειακό τομέα επιδεινώνεται λόγω χονδροειδών μέτρων που δεν συνδέονται με την αγορά, ιδίως με τις διοικητικές πιέσεις στην εταιρεία Gazprom σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες», σημείωσε.
Ο Ρώσος πρόεδρος είπε επίσης ότι Ρωσία πρέπει να παρακολουθεί στενά τις εξαγωγές γεωργικών προϊόντων σε «εχθρικές χώρες», εν μέσω των κυρώσεων που πλήττουν τον ρωσικό αγροτικό τομέα. «Φέτος, με φόντο την παγκόσμια έλλειψη τροφίμων, θα πρέπει να είμαστε πιο προσεκτικοί σε ό,τι αφορά τις παραδόσεις τροφίμων στο εξωτερικό και να παρακολουθούμε ιδίως τις προϋποθέσεις εξαγωγής προς τις χώρες που ακολουθούν εχθρική πολιτική απέναντί μας», είπε.
Πρωτοφανής κίνηση η ανάλυψη ελέγχου της ρωσικής Gazprom στη Γερμανία από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Δικτύων
Σε μια άνευ προηγουμένου κίνηση, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Δικτύων αναλαμβάνει ως διαχειριστής τον έλεγχο της Gazprom Germania. Με αυτόν τον τρόπο, μπαίνει κρατικό «χέρι» στη γερμανική πρώην θυγατρική του ρωσικού ενεργειακού κολοσσού Gazprom.
Την εξέλιξη αυτή ανακοίνωσε το βράδυ της Δευτέρας (4/4) ο υπουργός Οικονομίας και Προστασίας του Κλίματος της Γερμανίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ, επικαλούμενος «ασαφείς νομικές σχέσεις» και «παραβίαση των κανονισμών κοινοποίησης».
Ο Χάμπεκ ανέφερε ότι η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Δικτύων θα είναι ο διαχειριστής της εταιρείας έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2022 και εξήγησε ότι η «άνευ προηγουμένου κίνηση στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας αποσκοπεί στη διατήρηση της ασφάλειας του εφοδιασμού».
Είχε προηγηθεί η ανακοίνωση της βούλησης της μητρικής εταιρείας να αποχωρήσει από τη γερμανική θυγατρική, την οποία κατείχε σε ποσοστό 100%, και να την παραχωρήσει στις -άγνωστες στη Γερμανία- ρωσικές εταιρείες JSC Palmary και GPEΒS.