Η Κάτω Βουλή της Ρωσίας ενέκρινε το νομοσχέδιο με το οποίο οι μεμονωμένοι δημοσιογράφοι θα μπορούν να χαρακτηρίζονται «ξένοι πράκτορες», μια ενέργεια που επικρίνεται από οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα καθώς εκφράζονται φόβοι ότι θα ενισχύσει τον έλεγχο των μέσων ενημέρωσης.
Η Ρωσία υιοθέτησε τον πρώτο νόμο για τους «ξένους πράκτορες» το 2012. Ο νόμος αυτός έδωσε τότε στις ρωσικές αρχές τη δυνατότητα να χαρακτηρίζουν «ξένους πράκτορες» τις μη κυβερνητικές οργανώσεις και τους ανθρωπιστικούς οργανισμούς. Με το νομοσχέδιο που εγκρίθηκε σήμερα επεκτείνεται ο αρχικός νόμος ώστε να καλύπτει και μεμονωμένα πρόσωπα. Στην επόμενη φάση, το νομοσχέδιο θα πρέπει να περάσει και από την Άνω Βουλή και κατόπιν να επικυρωθεί από τον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν.
Εφόσον επικυρωθεί το νομοσχέδιο, όλο το υλικό που δημοσιεύεται από ένα πρόσωπο το οποίο λαμβάνει χρήματα από το εξωτερικό θα χαρακτηρίζεται ότι έχει διανεμηθεί από έναν ξένο πράκτορα. Επίσης, ξένος πράκτορας θα χαρακτηρίζεται και όποιος ιδιώτης διανέμει ξένα μέσα ενημέρωσης.
Ρωσία: Το νομοσχέδιο αποτελεί ακόμα ένα βήμα για τον περιορισμό της ελευθερίας των ΜΜΕ
Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σημείωσε ότι το νομοσχέδιο αποτελεί «ένα ακόμη βήμα για τον περιορισμό των ελεύθερων και ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης» στη Ρωσία, αφού μπορεί να επηρεάσει δημοσιογράφους και μπλόγκερ, όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ. Ο Αρλέμ Ντεζίρ, ο επικεφαλής του τμήματος ελευθεροτυπίας του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), έχει ζητήσει από τους Ρώσους βουλευτές να μην προχωρήσουν στην υπερψήφιση του νόμου. «Μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις σε δημοσιογράφους, μπλόγκερ, εμπειρογνώμονες ή άλλα πρόσωπα που δημοσιεύουν πληροφορίες, ιδίως στο διαδίκτυο», προειδοποίησε.
Ο νόμος του 2012 υποχρέωνε τους «ξένους πράκτορες» να υποβάλουν τακτικά αναφορές για τη χρηματοδότησή τους, τους στόχους, τις δαπάνες τους και να αποκαλύπτουν ποιοι είναι οι διευθυντές τους. Τον Οκτώβριο, μια οργάνωση κατά της διαφθοράς που έχει ιδρύσει ο αντιπολιτευόμενος πολιτικός Αλεξέι Ναβάλνι χαρακτηρίσει «ξένος πράκτορας» από το υπουργείο Δικαιοσύνης επειδή έλαβε χρηματοδότηση από το εξωτερικό.