«Στις 9 Δεκεμβρίου του περασμένου έτους ο καιρός στις Βρυξέλλες έγινε παγωμένος» γράφει το Politico σε δημοσίευμα που αποκαλύπτει το περιεχόμενο των ανακρίσεων για το Qatargate.
Οι ύποπτοι, μεταξύ των οποίων και η λαμπερή αντιπρόεδρος του Κοινοβουλίου, γράφει το Politico, Εύα Καϊλή, ανακρίθηκαν υπό κράτηση τις ώρες και τις ημέρες που ακολούθησαν. Αργότερα, σε ορισμένους απαγγέλθηκαν προκαταρκτικές κατηγορίες για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, διαφθορά και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Αστυνομικά έγγραφα, τα οποία είδε το POLITICO, περιλαμβάνουν απομαγνητοφωνημένα κείμενα των αρχικών αστυνομικών ανακρίσεων με τέσσερα από τα άτομα που θεωρούνται ύποπτα ότι βρίσκονται στο επίκεντρο της υπόθεσης, γνωστής ως Qatargate: Πιερ Αντόνιο Παντσέρι, Φραντσέσκο Τζόρτζι, Εύα Καϊλή και Αντρέα Κοτσολίνο.
Καϊλή: Άντεξα και αντέχω για το παιδί μου
Ιδού τι είπαν όταν ρωτήθηκαν για πρώτη φορά σχετικά με τον ρόλο τους στις φερόμενες προσπάθειες ξένων κυβερνήσεων να διαφθείρουν την καρδιά της δημοκρατίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εύα Καϊλή
Στην πρώτη ανάκριση, στις 10 Δεκεμβρίου 2022, η Καϊλή δήλωσε ότι έμεινε άναυδη από τις κατηγορίες. «Είμαι σε ένα σημείο όπου δεν αναγνωρίζω πια κανέναν, ούτε καν τον σύντροφό μου», είπε. Πίστευε ότι ο Τζόρτζι ήταν «ιδεαλιστής, πολύ ευγενικός», προσθέτοντας ότι είχε έλλειψη χρημάτων και ότι πάλευε να συνεισφέρει στα κοινά έξοδα.
Περιέγραψε την ημέρα της σύλληψής τους ως ημέρα απόλυτου πανικού: ο σύντροφός της συνελήφθη και ο πατέρας της επίσης, ενώ μετέφερε μια βαλίτσα γεμάτη μετρητά που του είχε παραδώσει. Η μικρή της κόρη θα μπορούσε να παραδοθεί στις κοινωνικές υπηρεσίες.
Όταν έμαθε ότι ο Τζόρτζι είχε συλληφθεί και το αυτοκίνητό της είχε κατασχεθεί, νόμιζε ότι είχε «πάθει τροχαίο ατύχημα». Στη συνέχεια, εντόπισε ένα άρθρο σε βελγική εφημερίδα με το όνομα του Παντσέρι, μαζί με την αναφορά ενός μεγάλου χρηματικού ποσού, το οποίο της θύμισε ότι ο πρώην ευρωβουλευτής είχε αφήσει μια βαλίτσα και κάποια χρήματα στο σπίτι της.
Είπε ότι φαντάστηκε ότι η προέλευση των χρημάτων μπορεί να μην ήταν «καλή» και ότι ζήτησε από τον πατέρα της να τα πάρει από το διαμέρισμά της μέσα στη βαλίτσα, μαζί με ένα τηλέφωνο και έναν φορητό υπολογιστή που βρήκε στο γραφείο του Τζόρτζι. «Πριν από αυτό, δεν είχα ποτέ αναλογιστεί την προέλευση αυτών των χρημάτων», είπε.
Αρνήθηκε ότι ήταν μέλος οποιουδήποτε δικτύου. Οποιεσδήποτε αποφάσεις της που θα μπορούσαν να είναι ευνοϊκές για το Κατάρ, υποστήριξε, ήταν επίσημες δουλειές εκ μέρους των θεσμικών οργάνων της ΕΕ που επιθυμούσαν να οικοδομήσουν μια σχέση με μια χώρα πλούσια σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Σε δεύτερη ανάκριση η αστυνομία επικεντρώθηκε στις τσάντες και τα μετρητά.
Η Καϊλή ισχυρίστηκε ότι έβαλε στη βαλίτσα του Παντσέρι χρήματα από το χρηματοκιβώτιο του Τζόρτζι και πως ήξερε ποια χρήματα ήταν του Παντσέρι επειδή τα είχε σε δεσμίδες.
Μίλησε για μια άλλη τσάντα στο χρηματοκιβώτιο, δική της, η οποία περιείχε 30.000-40.000 ευρώ και την κρατούσε για προληπτικούς λόγους, όπως είπε, «σε περίπτωση πυρηνικής επίθεσης».
Φραντσέσκο Τζόρτζι
Ο Τζόρτζι συνελήφθη 40 λεπτά μετά τον Παντσέρι το πρωί της 9ης Δεκεμβρίου. Τις ώρες που ακολούθησαν ήταν πρόθυμος να μιλήσει για το ταξίδι που τον έφερε εκεί. Ήρθε στις Βρυξέλλες, όπως είπε, ως φοιτητής του Erasmus το 2009 και βρήκε μια θέση ως ασκούμενος στο Κοινοβούλιο. Από εκεί, πήγε να εργαστεί ως βοηθός του Παντσέρι, ο οποίος ήταν τότε ευρωβουλευτής.
«Για μένα, ο Παντσέρι είναι μέντορας», δήλωσε σε συνομιλία του με την αστυνομία στις 9 Δεκεμβρίου 2022. «Χάρη σε αυτόν γνώρισα τη σύζυγό μου» πρόσθεσε, αναφερόμενος στην Εύα Καϊλή, την πρώην αντιπρόεδρο του Κοινοβουλίου που συνελήφθη την ίδια ημέρα και με την οποία έχει μια μικρή κόρη.
Αν και εργαζόταν ως βοηθός ενός άλλου ευρωβουλευτή -του Κοτσολίνο, επίσης υπόπτου για την υπόθεση- όταν συνελήφθη, ο Τζόρτζι εξακολουθούσε να εργάζεται για τον Παντσέρι, βοηθώντας τον στη δουλειά του με το Κατάρ, επειδή ένιωθε «υπόχρεος σε αυτόν». Αρνήθηκε οποιαδήποτε γνώση ή ανάμειξη σε παράνομες δραστηριότητες. «Πάντα πληρώναμε τους φόρους μας», είπε για τον εαυτό του και την Καϊλή.
Η αστυνομία ενημέρωσε τον Τζόρτζι σε μια συνομιλία την επόμενη ημέρα ότι είχε συλλάβει τον πατέρα της Καϊλή, βρίσκοντας στην κατοχή του μια βαλίτσα γεμάτη μετρητά, και ότι περισσότερα χρήματα είχαν βρεθεί στο διαμέρισμα που ο Τζόρτζι μοιραζόταν με την Καϊλή.
Η αντίδρασή του ήταν να τα αποκαλύψει όλα, σύμφωνα με το Politico. Η Καϊλή, είπε, γνώριζε για την προέλευση των μετρητών, αλλά δεν ήταν «μέρος του δικτύου» επιρροής που είχε δημιουργήσει ο ίδιος και ο Παντσέρι για λογαριασμό του Κατάρ.
Σε μεταγενέστερες δηλώσεις, ο Τζόρτζι θα ανακαλέσει την πρώιμη δήλωσή του ότι η Καϊλή γνώριζε την προέλευση των μετρητών. «Θα κάνω ό,τι είναι απαραίτητο για να μπορέσει η κόρη μου να μείνει με τη μητέρα της», είπε.
Ο Παντσέρι, είπε, είχε συνάψει συμφωνία με το Κατάρ για τη δημιουργία μιας επιχείρησης άσκησης πίεσης εντός του Κοινοβουλίου. Ο Τζόρτζι βοήθησε στη δημιουργία του εγχειρήματος και μάζευε σακούλες με χρήματα από τους απεσταλμένους του Κατάρ σε χώρους στάθμευσης στις Βρυξέλλες. Επίσης, ανέφερε ότι ο Παντσέρι εργάστηκε επίσης για το Μαρόκο και τη Μαυριτανία.
Εξέφρασε τη λύπη του για την εμπλοκή του στο σχέδιο του Παντσέρι. «Με άγχωνε», είπε. «Καταλαβαίνω ότι πρόκειται για ένα άρρωστο σύστημα».
«Είναι πραγματική ανακούφιση που μπορώ να μιλήσω γι' αυτό» είπε, καθώς ολοκληρώθηκε η ανάκριση. «Ποτέ δεν αγάπησα την πολυτέλεια. Δεν ξέρω γιατί έχασα τον δρόμο μου».
Αντόνιο Παντσέρι
Η αστυνομία συνέλαβε τον Παντσέρι στο σπίτι του στις 10:02 π.μ. στις 9 Δεκεμβρίου. Αργότερα θα ομολογούσε τη συμμετοχή του στο σκάνδαλο, αλλά τις δύο ημέρες που ακολούθησαν τη σύλληψή του επέμεινε σε μια απλή στρατηγική: άρνηση, άρνηση, άρνηση, γράφει το ρεπορτάζ του Politico.
«Αυτό που πήρα [...], ήταν η πληρωμή μου ως αντάλλαγμα για συμβουλευτική και όχι με στόχο τη διαφθορά», είπε στην αστυνομία, σύμφωνα με απομαγνητοφώνηση των καταθέσεών του στις 9 Δεκεμβρίου 2022.
Ο Παντσέρι είναι πρώην ευρωβουλευτής που αποχώρησε από το Κοινοβούλιο το 2019 και ίδρυσε μια ΜΚΟ. Στην ανάκρισή του, παραδέχθηκε ότι πήρε χρήματα από το Κατάρ, αλλά αρνήθηκε κατηγορηματικά την εγκληματικότητα, πλαισιώνοντας το έργο του ως «κλασικό lobbying». Είπε ότι έπαιρνε 17.000 ευρώ σε μετρητά ανά μήνα από το κράτος του Κόλπου επί σειρά ετών, συγκεντρώνοντας περισσότερα από 600.000 ευρώ, αλλά ότι η εργασία του για το Κατάρ δεν αποκαλύφθηκε επειδή το κράτος του Κόλπου ήθελε να κρατήσει τα πράγματα μυστικά.
Είπε επίσης στην αστυνομία ότι παρείχε μόνο πληροφορίες και δεν έκανε «κανένα βήμα» υπέρ του Κατάρ, ενώ δήλωσε ότι εργάστηκε υπό τον όρο ότι η χώρα θα βελτιώσει την εργατική της νομοθεσία ενόψει του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου που σχεδίαζε να φιλοξενήσει στα τέλη του 2022.
Αντρέα Κοτσολίνο
Η συνομιλία του Κοτσολίνο με τη βελγική αστυνομία πραγματοποιήθηκε πολύ αργότερα από τις άλλες, στις 21 Ιουνίου του τρέχοντος έτους, μετά την επιστροφή του στις Βρυξέλλες μετά από μήνες κατ' οίκον περιορισμού στη Νάπολη.
«Η ζωή μου έχει καταστραφεί, η εικόνα μου έχει καταστραφεί», είπε ο Ιταλός ευρωβουλευτής στην αστυνομία. «Δεν έχω καμία επιθυμία να επιστρέψω στο Κοινοβούλιο. Η πολιτική μου ζωή καταστράφηκε, καταστράφηκε, δεν είχα ποτέ πριν προβλήματα με το δικαστικό σύστημα, ήμουν πολύ σεβαστός στην Ιταλία, αλλά ο κόσμος μου κατέρρευσε».
Ο Κοτσολίνο αρνήθηκε τα πάντα.
«Έχω την εντύπωση ότι με ξεγέλασαν» δήλωσε, καθώς μίλησε για το τίμημα που είχε επιφέρει στην υγεία του η εμπλοκή του στο σκάνδαλο.
Απομάκρυνε τον υπαινιγμό ότι χρησιμοποίησε κωδικοποιημένη γλώσσα όταν μιλούσε με τον Μαροκινό πρεσβευτή στην Πολωνία, τον οποίο η αστυνομία υποπτεύεται ότι ηγείται των προσπαθειών του Ραμπάτ να διαφθείρει το Κοινοβούλιο.
Οι λέξεις «κοστούμια και γραβάτες» δεν αναφέρονταν σε χρήματα, δήλωσε ο ευρωβουλευτής. Αλλά έδωσε στον πρέσβη τέσσερις γραβάτες Marinella. «Του αρέσουν οι γραβάτες», δήλωσε.