Οι Πορτογάλοι καλούνται σήμερα να προσέλθουν στις κάλπες για να ψηφίσουν στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές.
Οι εκλογές αυτές, δεν διαφαίνεται να βγάλουν ξεκάθαρο νικητή και εν μέσω ενός κλίματος αυξημένης αβεβαιότητας από μια δυνητικά χαμηλή συμμετοχή εν μέσω ρεκόρ μολύνσεων της Covid-19 που βιώνει η χώρα.
Η κυβέρνηση επέτρεψε σε όσους έχουν μολυνθεί από κορωνοϊό να βγουν από την καραντίνα και να ψηφίσουν αυτοπροσώπως, συνιστώντας να το πράξουν την τελευταία ώρα πριν κλείσουν τα εκλογικά τμήματα στις 19:00 το απόγευμα (21:00 ώρα Ελλάδας) και υποσχόμενη «απόλυτη ασφάλεια» κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας.
Πάνω από το ένα δέκατο των 10 εκατομμυρίων κατοίκων της χώρας εκτιμάται ότι βρίσκονται σε καραντίνα λόγω της Covid-19. Όπως σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ο αριθμός των λοιμώξεων έχει εκτοξευθεί, σε ένα κύμα της πανδημίας που τροφοδοτείται από την παραλλαγή Όμικρον, αν και ο εκτεταμένος εμβολιασμός του πληθυσμού έχει διατηρήσει τους αριθμούς θανάτων και νοσηλειών σε χαμηλότερα επίπεδα από ό,τι στα προηγούμενα κύματα.
Η εκλογική μάχη αναμένεται στήθος με στήθος και με όρους κοινοβουλευτικών εδρών, καθώς κάθε ένα από τα δύο κόμματα μπορεί να διεκδικήσει την εκλογική νίκη, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις.
Επί μακρόν φαβορί στις εκλογές, οι Σοσιαλιστές του απερχόμενου πρωθυπουργού Αντόνιο Κόστα απέχουν βραχεία κεφαλή του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της αντιπολίτευσης σύμφωνα με δύο δημοσκοπήσεις που δημοσιεύτηκαν την Παρασκευή.
Σύμφωνα με την δημοσκόπηση στο εβδομαδιαίο Expresso, το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS), που βρίσκεται στην εξουσία από το 2015, εξασφαλίζει το 35% της πρόθεσης ψήφου, έναντι του 33% για το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (PSD) του πρώην δημάρχου του Πόρτο Ρουί Ρίο. Σύμφωνα με την δημοσκόπηση της εφημερίδας Publico, το PS μπορεί να εξασφαλίσει ποσοστό 36%, έναντι 33% του PSD. Στο μέτρο που η διαφορά παραμένει εντός των ορίων του στατιστικού λάθους, οι δύο εφημερίδες περιγράφουν την κατάσταση ως «τεχνική ισοπαλία».
Η χαμηλή συμμετοχή ενδέχεται να καταστήσει τις προβλέψεις αναξιόπιστες, λένε οι αναλυτές.
Οι πρόωρες εκλογές, που προκηρύχθηκαν τον Νοέμβριο αφού η Βουλή καταψήφισε το νομοσχέδιο για τον προϋπολογισμό της μειοψηφικής σοσιαλιστικής κυβέρνησης, είναι πιθανόν να παρατείνει και να εμβαθύνει την πολιτική αστάθεια και να δημιουργήσει μια βραχύβια κυβέρνηση, εκτός αν ένα από τα κύρια κόμματα καταφέρει να συνάψει μια βιώσιμη κυβερνητική συμμαχία, έργο που φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο.
Η αστάθεια μπορεί να περιπλέξει την πρόσβαση της Πορτογαλίας στο Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ για την ανάκαμψη της πανδημίας, ύψους 16,6 δισεκατομμυρίων ευρώ για την χώρα, και την επιτυχή χρήση των κεφαλαίων σε έργα που στοχεύουν στην τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης στη φτωχότερη χώρα της δυτικής Ευρώπης.
«Ελπίζω να αποκτήσουμε μια σταθερή κυβέρνηση, όχι άλλη αβεβαιότητα», είπε ο Πάουλο Πίντο, ένας 43χρονος μηχανικός αυτοκινήτων στη Λισαβόνα. «Εύχομαι να πάνε πολλοί άνθρωποι να ψηφίσουν, να κάνουν τη φωνής τους να ακουστεί, παρά την Covid».
Η εργαζόμενη σε φαρμακείο Σοφία Μαντούα, 27 ετών, είπε ότι νιώθει αρκετά ασφαλής καθώς ετοιμάζεται να ψηφίσει χρησιμοποιώντας το δικό της στυλό, απολυμαντικό και μια μάσκα προσώπου υψηλότερης ποιότητας από την κοινή χειρουργική.
«Στην καθημερινότητά μας καταλήγουμε ούτως ή άλλως να διασταυρωνόμαστε με μολυσμένους ανθρώπους, επομένως ο κίνδυνος υφίσταταται ήδη. Δεν αισθάνομαι ότι πρόκειται να διακινδυνεύσω περισσότερο» ψηφίζοντας, είπε.
Πίσω από τα δύο κόμματα που έχουν κυβερνήσει την Πορτογαλία από την έλευση της δημοκρατίας το 1974, οι δημοσκοπήσεις εμφανίζουν τέσσερα κόμματα με 5% έως 6% της πρόθεσης ψήφου.
Στην άκρα δεξιά και την δεξιά, οι ριζοσπάστες λαϊκιστές της Chega και οι φιλελεύθεροι αναμένεται να καταγράψουν ισχυρή άνοδο μετά την είσοδό τους στο Κοινοβούλιο το 2019 με έναν και μοναδικό βουλευτή.
Από την πλευρά της ριζοσπαστικής αριστεράς, οι κάποτε σύμμαχοι του Σοσιαλιστικού Κόμματος -το Μπλοκ της Αριστεράς και ο συνασπισμός Κομμουνιστών-Πράσινων - κινδυνεύουν να τιμωρηθούν για την απόρριψη του προϋπολογισμού για το 2022, που προκάλεσε και την προκήρυξη των πρόωρων εκλογών.
Ο Αντόνιο Κόστα ανέλαβε την εξουσία το 2015 χάρη στην κοινοβουλευτική υποστήριξη των κομμάτων αυτών της αριστεράς, αλλά δεν ανανέωσε τις συμφωνίες αυτές μετά τις εκλογές του 2019, τις οποίες κέρδισε με 36,3% των ψήφων, απέχοντας ωστόσο κατά 8 έδρες από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.