H εκλογή προ ημερών του μαύρου Βον Γκέθινγκ ως πρώτου πρωθυπουργού της Ουαλίας σηματοδοτεί ένα ορόσημο, καθώς για πρώτη φορά στην ιστορία της Βρετανίας, κανένα έθνος του Ηνωμένου Βασιλείου δεν κυβερνάται πλέον από λευκό προτεστάντη Βρετανό, όπως γινόταν μέχρι τώρα.
Είναι μια εντυπωσιακή στιγμή σε μια χώρα που εξακολουθεί να παλεύει με τον ρατσισμό και την κληρονομιά της αυτοκρατορίας. Ο πρωθυπουργός Ρίσι Σίνικ είναι ινδικής καταγωγής και ο πρώτος Ινδουιστής ηγέτης της Βρετανίας, ο πρωθυπουργός της Σκωτίας είναι ο πακιστανικής καταγωγής μουσουλμάνος Χάμζα Γιούσαφ, πρωθυπουργός στη Βόρεια Ιρλανδία είναι η καθολική Μισέλ Ο’ Νιλ και τώρα πρωθυπουργός της Ουαλίας (First Minister) ο μαύρος Βον Γκέθινγκ.
Ο Γκέθινγκ, γιος Ουαλού πατέρα και μητέρας από τη Ζάμπια, είπε ότι η εκλογή του το Σάββατο ως πρώτου μαύρου ηγέτη του κυβερνώντος Εργατικού Κόμματος της Ουαλίας σηματοδότησε μια στιγμή κατά την οποία «γυρίζουμε σελίδα στο βιβλίο της ιστορίας του έθνους μας, μιας ιστορίας που γράφουμε μαζί».
Πολυσυλλεκτική η ηγεσία του Ηνωμένου Βασιλείου
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πολιτική σκηνή στη Βρετανία έχει αλλάξει και μάλιστα ραγδαία. Πριν από το 2002, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν είχε ποτέ υπουργό που δεν ήταν λευκός. Ο Ρίσι Σούνακ αρέσκεται να επισημαίνει ότι το υπουργικό συμβούλιο του είναι ένα από τα πιο πολυσυλλεκτικά στη βρετανική ιστορία καθώς περιλαμβάνει τον υπουργό Εσωτερικών Τζέιμς Κλέβερλι και την υπουργό Εμπορίου Κέμι Μπέιντενοχ, οι οποίοι είναι αμφότεροι μαύροι, και την υπουργό Ενέργειας Κλερ Κουτίνιο, της οποίας οι γονείς μετανάστευσαν στη Βρετανία από την Ινδία.
Ο Σουνάκ είπε στο περσινό συνέδριο του Συντηρητικού Κόμματος ότι είναι «περήφανος που είναι ο πρώτος Βρετανός Ασιάτης πρωθυπουργός», αλλά «ακόμα πιο περήφανος που αυτό δεν είναι κάτι που προξενεί εντύπωση».
Η πολυσυλλεκτικότητα της βρετανικής κυβέρνησης αντανακλά τις μακροχρόνιες προσπάθειες του δεξιού κόμματος να αποτινάξει την «χλωμή, αρσενική και μπαγιάτικη» εικόνα του και να ενθαρρύνει τους μαύρους να βάλουν υποψηφιότητα για βουλευτές. Ο Σάντερ Κατγουάλα, επικεφαλής της δεξαμενής σκέψης για την ισότητα, «British Future», έγραψε στον Guardian ότι «η εθνοτική ποικιλομορφία στην ηγεσία έχει γίνει η “νέα κανονικότητα”.
Ωστόσο επικριτές λένε ότι η ενίσχυση της πολυσυλλεκτικότητας στα ανώτατα αξιώματα δεν συνοδεύτηκε από κυβερνητικές πολιτικές για τη μείωση των ευρύτερων κοινωνικών ανισοτήτων. Μερικοί κατηγορούν επίσης την κυβέρνηση του Σούνακ ότι σκόπιμα εργαλειοποιεί τη φυλετική προέλευση στη διάρκεια μιας εκλογικής χρονιάς, κατά την οποία οι Συντηρητικοί υστερούν πολύ πίσω από τους Εργατικούς στις δημοσκοπήσεις. Κι επικαλούνται πολιτικούς όπως η πρώην υπουργός Εσωτερικών Σουέλα Μπρέιβερμαν, η οποία ισχυρίζεται ότι η πολυπολιτισμικότητα έχει αποτύχει και ότι η Βρετανία αντιμετωπίζει μια «εισβολή» αιτούντων άσυλο.
Η Μπρέιβερμαν, οι Ινδοί γονείς της οποίας μετακόμισαν στη Βρετανία από την Κένυα και τον Μαυρίκιο, αποπέμφθηκε τον περασμένο Νοέμβριο από τον Σούνακ, αλλά εξακολουθεί να ασκεί επιρροή στις τάξεις των Τόρηδων και δεν κρύβει τις φιλοδοξίες της.
«Μερικοί από τους πιο διχαστικούς πολιτικούς μας είναι άνθρωποι όπως η Σουέλα Μπράβερμαν», δήλωσε στο BBC ο πρώην κυβερνητικός σύμβουλος, Σάμιουελ Κασούμου. «Δεν είναι το χρώμα του δέρματος που έχει σημασία αναφορικά με την αντιμετώπιση του ρατσισμού, των διακρίσεων και της δημιουργίας κοινοτήτων. Πρέπει να είναι η ποιότητα του χαρακτήρα των πολιτικών και η προθυμία τους να ηγηθούν. Και αυτό δεν συμβαίνει τώρα», πρόσθεσε.
Το αποικιακό παρελθόν της Βρετανίας
Η ποικιλομορφία της Βρετανίας και οι φυλετικές διαιρέσεις της έχουν τις ρίζες τους στο ιμπεριαλιστικό παρελθόν της χώρας. Περίπου το 18% του πληθυσμού είναι μη λευκοί και πολλοί άνθρωποι έχουν ρίζες σε χώρες που κάποτε κυβερνούσε η Βρετανική Αυτοκρατορία, συμπεριλαμβανομένης της Ινδίας, του Πακιστάν και εθνών της Καραϊβικής όπως η Τζαμάικα.
Κι είναι ένα θέμα που εξακολουθεί να διχάζει έντονα τη βρετανική κοινωνία το πώς να θυμάται και να συμφιλιωθεί με αυτήν την κληρονομιά. Το 2020 έκανε το γύρο του κόσμου η είδηση ότι διαδηλωτές της οργάνωσης Black Lives Matter γκρέμισαν στο Μπρίστολ ένα άγαλμα του δουλέμπορου Έντουαρντ Κόλστον του 17ου αι.
Έκτοτε αρκετοί μεγάλοι θεσμοί στη Βρετανία έχουν αρχίσει να αντιμετωπίζουν τους δεσμούς τους με τη δουλεία. Η Εκκλησία της Αγγλίας στοχεύει να συγκεντρώσει 1 δισεκατομμύριο λίρες για να αντιμετωπίσει την ιστορική συνενοχή της στο διατλαντικό δουλεμπόριο, επενδύοντας σε μειονεκτούσες κοινότητες μαύρων.
Αλλά δεν πιστεύουν όλοι ότι αυτή είναι η σωστή προσέγγιση. Ο Ρίσι Σούνακ αντιτίθεται στην απομάκρυνση αμφιλεγόμενων αγαλμάτων και έχει πει ότι «η προσπάθεια να ξεδιαλύνουμε την ιστορία μας δεν είναι ο σωστός δρόμος προς τα εμπρός».
Ο μαύρος ακαδημαϊκός Τόνι Σιούελ, ο οποίος συνέταξε μια αμφιλεγόμενη έκθεση του 2021 για τον ρατσισμό στη Βρετανία, είπε ότι η ηγεσία της Εκκλησίας «χρησιμοποιούσε το φυλετικό στοιχείο ως μηχανισμό για να λύσει τη δική της αβεβαιότητα στον κόσμο». Ο Σιούελ ηγήθηκε της Επιτροπής για τις Φυλετικές και Εθνοτικές Ανισότητες, που συστάθηκε από τον τότε πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον μετά τις διαδηλώσεις του 2020. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπάρχει μεν ρατσισμός στη Βρετανία, αλλά η χώρα δεν είναι συστηματικά ρατσιστική που «σκόπιμα στρέφεται» εναντίον των μη λευκών.
Επικριτές είπαν ότι η έκθεση υποβάθμισε τον ρατσισμό, σημειώνοντας ότι οι μαύροι και άλλες εθνοτικές μειονότητες Βρετανών εξακολουθούν να μαστίζονται από περισσότερη φτώχεια και να έχουν χειρότερη υγεία σε σύγκριση με τους λευκούς συμπατριώτες τους, ένα χάσμα που αντανακλάται και στα υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας στη διάρκεια της πανδημίας της Covid-19. Ο Σιούελ, ωστόσο, είπε στους Τάιμς του Λονδίνου ότι η φυλή δεν είναι πλέον ο καθοριστικός παράγοντας για την επιτυχία ή την αποτυχία των ανθρώπων, αλλά «η κοινωνική τάξη, η γεωγραφία, η δομή της οικογένειας και ο τρόπος που μιλάει κανείς».