Δεδομένης της στρατηγικής σημασίας της Τουρκίας, οι επερχόμενες εκλογές στη χώρα είναι εξαιρετικά σημαντικές και για την ΕΕ και η απάντηση αμφοτέρων στους σεισμούς θα επηρεάσει σημαντικά την έκβασή τους.
Ο θανατηφόρος σεισμός που χτύπησε την Τουρκία συνέβη καθώς η χώρα προετοιμάζεται για εκλογές αυτή την άνοιξη.
Σύμφωνα με το Politico, ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση, η αντιπολίτευση και η διεθνής κοινότητα ανταποκρίνονται στις καταστροφικές συνέπειες του σεισμού πιθανότατα θα επηρεάσει σημαντικά την έκβαση των εκλογών. Αυτό εγείρει το ερώτημα πώς η Ευρώπη θα πρέπει να διαχειριστεί τις σχέσεις με την Άγκυρα τους δύσκολους μήνες που έρχονται και να προετοιμαστεί για την προσέγγισή της στη συνέχεια.
Δεδομένης της στρατηγικής σημασίας της Τουρκίας, που ενισχύθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία, το αποτέλεσμα αυτών των εκλογών είναι εξαιρετικά σημαντικό. Αφενός, γιατί συμπίπτει με την 100ή επέτειο της δημοκρατίας, αφετέρου γιατί πρόκειται για μια εκλογική διαδικασία που ο Ερντογάν, ο οποίος βρίσκεται στην εξουσία δύο δεκαετίες, είναι αποφασισμένος να κερδίσει -και ο συμβολισμός είναι τεράστιος. Ωστόσο, ο σεισμός περιπλέκει ακόμη περισσότερο την εικόνα.
Πόσο πιθανό είναι να αλλάξουν οι σχέσεις στην Ανατολική Μεσόγειο μετά τον σεισμό στην Τουρκία;
Μια φυσική καταστροφή θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως τέτοια, αλλά η Τουρκία βρίσκεται σε μια άκρως σεισμική περιοχή και οι γεωλόγοι είχαν προειδοποιήσει για τους κινδύνους ενός νέου μεγάλου σεισμού εδώ και πολύ καιρό.
Μετά τον τελευταίο καταστροφικό σεισμό στη χώρα το 1999, ήταν σαφές ότι η Τουρκία είχε τεράστια ανάγκη από μια σημαντική αλλαγή στους οικοδομικούς κανόνες και τα πρότυπά τους. Όμως, χρειάστηκε να φτάσει το 2018 για να ψηφιστεί ο σχετικός νόμος και ένα ερώτημα που αναπόφευκτα θα τεθεί, όταν ο πόνος καταλαγιάσει, είναι πόσα από τα περίπου 6.000 κτίρια που καταστράφηκαν και από τις χιλιάδες ζωές που χάθηκαν θα μπορούσαν να είχαν σωθεί, αν οι Αρχές είχαν αντιμετωπίσει το ζήτημα ως υψηλότερη πολιτική προτεραιότητα;
Εξίσου σημαντικό είναι το πώς ο σεισμός θα επηρεάσει τις διεθνείς σχέσεις. Βλέπουμε τώρα μια έκρηξη διεθνούς αλληλεγγύης, μεταξύ άλλων από χώρες που έχουν περίπλοκες, αν όχι συγκρουσιακές σχέσεις με την Τουρκία.
Η Ελλάδα και η Κύπρος είναι κρίσιμες από αυτή την άποψη, καθώς το 1999 οι «δίδυμοι σεισμοί» σε Ελλάδα και Τουρκία είχαν πυροδοτήσει μια ιστορική συμφιλίωση μεταξύ των δύο χωρών, ανοίγοντας το δρόμο για την πολλά υποσχόμενη τότε φάση της ειρηνευτικής διαδικασίας στην Κύπρο, που κορυφώθηκε με το σχέδιο Ανάν το 2004.
Φυσικά, είναι απίθανο να δούμε μια άμεση αλλαγή σελίδας στην Ανατολική Μεσόγειο ή μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Τουρκίας. Ωστόσο, ο σεισμός και οι επερχόμενες εκλογές εγείρουν το ερώτημα πώς θα πρέπει να αντιδράσουν τώρα η Ευρώπη και η Δύση εν γένει -και, όπως συμβαίνει πάντα με την Τουρκία, θα απαιτηθεί μια λεπτή διαδικασία εξισορρόπησης.
Η έκβαση των εκλογών στην Τουρκία θα καθορίσει την προσέγγιση της ΕΕ
Από τη μία πλευρά, θα πρέπει να υπάρξει πλήρης και άνευ όρων υποστήριξη στην Τουρκία και τη Συρία μετά τον σεισμό -η πολιτική και η γεωπολιτική πρέπει να παραμεριστούν.
Ταυτόχρονα, καθώς το πολιτικό πεδίο ανταγωνισμού της χώρας γίνεται ολοένα και πιο άνισο, με τις δημοκρατικές αρχές και το κράτος δικαίου να παραβιάζονται, οι Ευρωπαίοι ηγέτες και τα θεσμικά όργανα πρέπει να μιλήσουν ανοιχτά. Βάσει αυτού, όχι μόνον είναι πρακτικά μηδενική η επιρροή τους πριν από τις εκλογές, αλλά κινδυνεύουν να τους γυρίσει μπούμερανγκ αν επικρίνουν την Τουρκία, με την ευρωπαϊκή κριτική να χρησιμοποιείται για να υποδαυλίσει την εθνικιστική θέρμη.
Μετά τις εκλογές, ωστόσο, η ιστορία θα είναι τελείως διαφορετική, ειδικά αν επικρατήσει η αντιπολίτευση -πιθανότατα στις βουλευτικές εκλογές, οι οποίες είναι πολύ πιο αβέβαιες από την προεδρική κούρσα.
Εάν συνέβαινε αυτό, η ΕΕ θα πρέπει να είναι έτοιμη να επανεμπλακεί αμέσως, ξεσκονίζοντας ιδέες που έχουν συζητηθεί επανειλημμένα, αλλά δεν εφαρμόστηκαν ποτέ, λόγω του επιδεινούμενου πολιτικού κλίματος μεταξύ των πλευρών.
Τέτοια θέματα είναι ο εκσυγχρονισμός της τελωνειακής ένωσης, η απελευθέρωση του καθεστώτος βίζας, η ενεργειακή μετάβαση, η μετανάστευση και η συνεργασία στην εξωτερική πολιτική.
Για να γίνει κάτι τέτοιο, ωστόσο, θα ήταν απαραίτητο να υπάρχει η πεποίθηση σε όλες τις πρωτεύουσες της ηπείρου ότι εάν ερχόταν αυτή η αλλαγή, η Ευρώπη θα έσπευδε να την αγκαλιάσει. Ακόμη και σε αυτό το ρόδινο σενάριο, όμως, η Τουρκία θα παραμείνει στρατηγική πρόκληση.
Ενώ η νίκη της αντιπολίτευσης θα σταματούσε και θα ανέστρεφε τη δημοκρατική παρακμή της Τουρκίας, δεν είναι απαραίτητο ότι θα άλλαζε ριζικά την εξωτερική της πολιτική έναντι της Συρίας, της Ανατολικής Μεσογείου, της Ρωσίας ή της Κίνας. Ωστόσο, η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας θα γίνει λιγότερο εξατομικευμένη και πιο θεσμική, καθιστώντας την πιο προβλέψιμη και επιδεκτική αλλαγής.
Αλλά για να συμβεί αυτό, η ΕΕ θα πρέπει να κάνει ένα άλμα πίστης και να γυρίσει σελίδα στην προσέγγισή της απέναντι στην Τουρκία.