Στα καταστροφικά λάθη της ηγεσίας της Γερμανίας και την επιμονή της να συναλλάσσεται με τον Βλαντίμιρ Πούτιν μέχρι την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, παρά την εισβολή στη Γεωργία, την κατάληψη της Κριμαίας και τις δολοφονίες αντιφρονούντων, αναφέρεται το Politico, κάνοντας λόγο για αφέλεια που δεν άφησε κανένα κόμμα ανέγγιχτο στο Βερολίνο.
Σε ένα άρθρο-καταπέλτη, με τίτλο «Οι χρήσιμοι ηλίθιοι του Πούτιν», το Politico σημειώνει ότι επί 16 ολόκληρα χρόνια η Γερμανία έκανε τραγικά λάθη στους χειρισμούς της με τη Ρωσία, επιτρέποντας στον Πούτιν να προχωρά ανενόχλητος στην υλοποίηση των σχεδίων του, μέχρι πρόσφατα, που άλλαξε γραμμή στον απόηχο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, βάζοντας στον πάγο τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2, συμμετέχοντας στις δυτικές κυρώσεις και ανακοινώνοντας ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα-μαμούθ. Μια αλλαγή γραμμής που δεν είχαν πετύχει τόσα χρόνια οι πιέσεις των ΗΠΑ και άλλων συμμάχων προς το Βερολίνο.
Η πολιτική αφέλεια της Άνγκελα Μέρκελ
Με την επιμονή της Γερμανίας να επιδίδεται σε μια διπλωματία της οικονομίας με τη Ρωσία του Πούτιν, η Άνγκελα Μέρκελ «κέρδισε μια θέση στο πάνθεον της πολιτικής αφέλειας δίπλα στον Νέβιλ Τσάμπερλεν» (τον Βρετανό πρωθυπουργό [1937-1940] που ακολούθησε τη γνωστή πολιτική κατευνασμού έναντι των ναζί του Χίτλερ μέχρι τις παραμονές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου), σημειώνει το άρθρο.
Αργά, αλλά σταθερά, η γερμανική πολιτική ηγεσία κατανόησε ότι η αντίστοιχη πολιτική της Μέρκελ έναντι της Ρωσίας -που είχε ως αποκορύφωμα την έγκριση της κατασκευής του Nord Stream 2 έναν χρόνο μετά την προσάρτηση της Κριμαίας- όχι μόνον άνοιξε την πόρτα στον Πούτιν να συνεχίσει τα σχέδιά του, αλλά στην πράξη τον ενθάρρυνε να το κάνει.
Η νοσταλγία της Ostpolitik
Δεν ήταν, όμως, μόνον η «σιδηρά» καγκελάριος, αλλά μια ολόκληρη γενιά Γερμανών πολιτικών απ’ όλο το φάσμα, που, τυφλωμένοι από τη νοσταλγία των πολιτικών της Ostpolitik και της Αλλαγής μέσω του Εμπορίου, του Βίλι Μπραντ, διέπραξαν αυτά τα λάθη.
Γι’ αυτό και η αλλαγή της γερμανικής πολιτικής είναι τόσο δύσκολη, επειδή, όπως αναφέρει το άρθρο, «δεν υπάρχει στη γερμανική πολιτική σκηνή μια προσωπικότητα σαν τον Τσόρτσιλ, που να προειδοποιούσε επί χρόνια για τους κινδύνους της εμπιστοσύνης προς τον Πούτιν. Κι αν η Μέρκελ -που κρατούσε επί 16 χρόνια στα χέρια της τα ηνία της κυβέρνησης- φέρει το μεγαλύτερο μερίδιο της ευθύνης για την πτώση στην παγίδα του Ρώσου ηγέτη, η αλήθεια είναι ότι είναι ένοχη ολόκληρη η πολιτική τάξη της χώρας».
Ευθύνη, σημειώνει, φέρει και ο διάδοχος της Μέρκελ στην καγκελαρία, Όλαφ Σολτς, το κόμμα του οποίου ήταν αναφανδόν υπέρ του Nord Stream 2 και ενστερνιζόταν την άποψη ενός ατέρμονου διαλόγου ως βέλτιστου τρόπου αντιμετώπισης του Πούτιν. Ένας εκ των αρχιτεκτόνων αυτής της τακτικής ήταν ο Γενς Πλέτνερ, νυν σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του Σολτς και επί σειρά ετών ανώτερο διπλωματικό στέλεχος στο γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών και προσωπάρχης του πρώην ΥΠΕ και νυν προέδρου της χώρας, Φρανκ Βάλτερ Στάινμαγερ.
Ο Πλέτνερ συμβούλευε μέχρι την τελευταία στιγμή τον Σολτς -ακόμη και την ώρα που συγκεντρώνονταν δεκάδες χιλιάδες Ρώσοι στρατιώτες στα σύνορα με την Ουκρανία- να επιμείνει στο πρότζεκτ του Nord Stream 2, ενώ το πρώην αφεντικό του, ο Στάινμαγερ, επέμενε -κι αυτός μέχρι την τελευταία στιγμή- στη λογική να χρησιμοποιήσει η Γερμανία την ενέργεια για να οικοδομήσει γέφυρες με τη Ρωσία.
Οι ευθύνες Φιλελεύθερων και Πρασίνων
Αν και δεν φέρουν το ίδιο μερίδιο ευθύνης με το CDU/CSU και το SPD, οι ελάσσονες εταίροι του κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία δεν είναι αμέτοχοι.
Οι μεν Πράσινοι αντιτάχθηκαν στο Nord Stream 2 -πρωτίστως όμως για οικολογικούς λόγους-, αλλά και στην αποστολή γερμανικής κατασκευής όπλων στην Ουκρανία, στάση που άλλαξαν αφού ξεκίνησε η ρωσική εισβολή.
Οι δε Φιλελεύθεροι ήταν διχασμένοι αναφορικά με τον αγωγό φυσικού αερίου και πολλοί -ανάμεσά τους και ο υπαρχηγός του FDP, Βόλφγκανγκ Κούμπικι- τάσσονταν υπέρ των συναλλαγών με τη Ρωσία, ενώ ο επικεφαλής του κόμματος και «τσάρος» της γερμανικής οικονομίας, Κρίστιαν Λίντνερ -ακόμη και την ημέρα που ξεκίνησε ο πόλεμος-, ήταν αντίθετος με την αποστολή γερμανικών όπλων στην Ουκρανία ή τον αποκλεισμό ρωσικών τραπεζών από το SWIFT, καθώς θεωρούσε ότι η νίκη των Ρώσων θα ήταν άμεση.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο νυν ηγέτης των Χριστιανοδημοκρατών, Φρίντριχ Μερτς, λίγες εβδομάδες πριν αρχίσει η ρωσική εισβολή, προειδοποιούσε ότι αποκλεισμός της Ρωσίας από το SWIFT θα ήταν σαν «ατομική βόμβα στις αγορές κεφαλαίου».
Το mea culpa του Σόιμπλε
«Έκανα λάθος, όλοι κάναμε λάθος», παραδέχθηκε στην κυριακάτικη έκδοση της συντηρητικής εφημερίδας «Die Welt» ο επί σειράν ετών υπουργός Οικονομικών και πρόεδρος της γερμανικής Βουλής, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Εκείνο που δεν είπε, ωστόσο, είναι ότι σύμμαχοι προειδοποιούσαν εδώ και χρόνια τη γερμανική ηγεσία για τη στάση της έναντι του Πούτιν και τώρα, που ήλθε αντιμέτωπη με τα νέα δεδομένα, αγνοεί πώς να αντιδράσει.
Μετά το «δριμύ κατηγορώ» του Βολοντίμιρ Ζελένσκι στην πρόσφατη ομιλία του στην Μπούντεσταγκ, όπου κατακεραύνωσε τη Γερμανία επειδή με τις μπίζνες της με τη Ρωσία βοήθησε να χρηματοδοτήσει ο Πούτιν τον πόλεμό του, οι Γερμανοί βουλευτές τον καταχειροκρότησαν μεν όρθιοι, αλλά λίγο μετά -σαν να μην είχε μεσολαβήσει τίποτε- επέστρεψαν στην καθημερινότητά τους και τις κοινωνικές τους υποχρεώσεις και ευχήθηκαν μάλιστα «χρόνια πολλά» σε δύο συναδέλφους τους που γιόρταζαν τα γενέθλιά τους.
Οι «χρήσιμοι ηλίθιοι»
Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, «χρήσιμοι ηλίθιοι» αποκαλούνταν οι αφελείς μετριοπαθείς στη Δύση που έδιναν βάση στα επιχειρήματα των ιδεολογικών αντιπάλων πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Και τώρα, λέει το Politico, ο όρος αυτός ταιριάζει γάντι στους Γερμανούς πολιτικούς, που λειτούργησαν ως «χρήσιμοι ηλίθιοι» του Πούτιν, με το βέτο που έβαλε το Βερολίνο στην ένταξη της Ουκρανίας και της Γερμανίας στο ΝΑΤΟ πριν από 14 χρόνια, τις μπίζνες με τη Ρωσία για το φυσικό αέριο και την άρνηση αποστολής όπλων στην Ουκρανία.
Όλο αυτό το διάστημα, οι λεγόμενοι Russlandversteher [αυτοί που γνωρίζουν τη ρωσική πολιτική], οι αυτάρεσκοι συμπαθούντες τη Ρωσία στο πολιτικό κατεστημένο της Γερμανίας, απέρριπταν την κριτική για την πορεία τους, επιμένοντας ότι ήξεραν καλύτερα, ενώ (κυριολεκτικά) χλεύαζαν κατάμουτρα την Ουάσιγκτον. Ουδείς γελά πλέον», σχολιάζει το άρθρο. Και καταλήγει:
«Μολονότι οι σύμμαχοι καλωσορίζουν την αλλαγή πορείας του Βερολίνου, δεν ξεγελιούνται. Η Ουκρανία, η οποία λεηλατήθηκε από τη Γερμανία κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, στο τέλος του οποίου είχε χάσει περισσότερο από το 15% του πληθυσμού της, σίγουρα δεν θα συγχωρήσει και δεν θα ξεχάσει.
»Η Γερμανία δεν θα έχει πραγματική αξιοπιστία ούτε εντός της διατλαντικής συμμαχίας (ανεξάρτητα από το πόσα δισεκατομμύρια δεσμεύεται να δαπανήσει για την άμυνα) μέχρι να κάνει έναν ειλικρινή απολογισμό της ιστορίας των χρόνων Μέρκελ-Πούτιν. Όπως γνωρίζει πολύ καλά η Γερμανία, ακόμα κι αν είναι δυνατόν να κρυφτείς από την Ιστορία για λίγο, δεν υπάρχει οριστική διαφυγή»…