Ομάδες καταναλωτών σε Καναδά, σκανδιναβικές χώρες και Γαλλία οργανώνονται απέναντι στους δασμούς που επιβάλλει ο Ντόναλντ Τραμπ αλλά και τους χειρισμούς του σε σχέση με την Ουκρανία.
Σε αρκετές χώρες της Βόρειας Αμερικής και της Ευρώπης, πολίτες, επιχειρήσεις και αιρετοί προτείνουν την κατανάλωση τοπικών προϊόντων ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τον εμπορικό πόλεμο του Αμερικανού προέδρου ή την πολιτική του έναντι της Ουκρανίας, γράφει σε σχετικό θέμα η γαλλική Le Figaro.
Το καλύτερο όπλο των πολιτών, το πορτοφόλι τους
«Ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος απειλεί αντιπάλους και εταίρους του με τελωνειακούς δασμούς, και αναγκάζει τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι να αποδεχθεί κατάπαυση του πυρός με τη Ρωσία, ορισμένοι καταναλωτές ζητούν δράση, χρησιμοποιώντας το καλύτερο όπλο τους: το πορτοφόλι τους», γράφει η γαλλική εφημερίδα.
Στον Καναδά, στη Δανία, ακόμη και στη Γαλλία, οι πολίτες κινητοποιούνται και ζητούν μποϊκοτάζ αμερικανικών προϊόντων και εταιρειών, όπως των McDonald's, Airbnb, Tesla, Ford ακόμη και κατά της Google.
Καναδάς: Στο «κίνημα» του μποϊκοτάζ και ο Τριντό
Αναμφίβολα, οι Καναδοί γείτονες του Ντόναλντ Τραμπ είναι οι πρώτοι που έχουν δυσαρεστηθεί από τους δασμούς που τέθηκαν σε ισχύ την Τρίτη 4 Μαρτίου. Άλλωστε, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει δηλώσει την πρόθεσή του να προσαρτήσει τον Καναδά, ως την 51η πολιτεία των ΗΠΑ. Λίστες με καναδικές εναλλακτικές λύσεις αντί των αμερικανικών προϊόντων γίνονται share μαζικά στα κοινωνικά δίκτυα. Ακόμη και τα μέσα ενημέρωσης δίνουν τις συμβουλές τους να μποϊκοτάρουν τα προϊόντα «made in USA».
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Τζάστιν Τριντό, κάλεσε τους συμπατριώτες του, με ανάρτησή του στο X του Έλον Μασκ -τι ειρωνεία- να επιλέξουν «προϊόντα που κατασκευάζονται εδώ, στον Καναδά».
«Διαβάστε τις ετικέτες. Βάζουμε το λιθαράκι μας. Όσο είναι δυνατό, επιλέγουμε τον Καναδά», έγραψε ο Καναδός πρωθυπουργός που βρίσκεται σε κόντρα με τον Ντόναλντ Τραμπ.
Στο πεδίο της κατανάλωσης, τα παραδείγματα είναι σαρωτικά. Εστιατόρια έχουν αφαιρέσει από τη λίστα τους κρασιά από την Καλιφόρνια. Η αλυσίδα σούπερ μάρκετ Loblaw προτείνει εναλλακτικά προϊόντα τοπικής παραγωγής στην εφαρμογή της. Οι Καναδοί ακυρώνουν μαζικά τα ταξιδιωτικά τους σχέδια προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, σε βαθμό που η Ταξιδιωτική Ένωση των ΗΠΑ προβλέπει απώλειες 2,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων (2 δισ. ευρώ), όπως αναφέρει το περιοδικό Forbes.
Στην Ευρώπη η Δανία πρωτοπορεί στο μποϊκοτάζ
Το κίνημα του μποϊκοτάζ σε αμερικανικά προϊόντα έχει περάσει και από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ιδιαίτερα στη βόρεια Ευρώπη. Στη Δανία, που εκτός όλων των άλλων έχει θέμα τριβής με τον Τραμπ και την επιθυμία του να προσαρτήσει τη Γροιλανδία, δημιουργήθηκε στο Facebook μια ειδική ομάδα με την ονομασία «Boykot varer fra USA» (μποϊκοτάζ προϊόντων από τις Ηνωμένες Πολιτείες) και συγκέντρωσε περισσότερους από 54.000 χρήστες σε διάστημα ενός μήνα.
Πέρα από το μποϊκοτάζ των καταναλωτών, η μεγαλύτερη εταιρεία στη διανομή τροφίμων στη Δανία, η Salling, αποφάσισε να προωθήσει ευρωπαϊκά προϊόντα στα ράφια της, τοποθετώντας ένα μικρό μαύρο αστέρι δίπλα στην ετικέτα τιμής εάν ο κατασκευαστής είναι Ευρωπαίος, αρνούμενη ωστόσο ότι η κίνηση αυτή συνιστά προτροπή για μποϊκοτάζ σε αμερικανικά προϊόντα.
«Τα καταστήματά μας θα συνεχίσουν να προσφέρουν μάρκες από όλο τον κόσμο και οι πελάτες θα είναι πάντα ελεύθεροι να επιλέξουν», δήλωσε ο CEO Άντερς Ηαγκ στο LinkedIn.
Οι βόρειοι γείτονες των Δανών, οι Σουηδοί, έχουν φτιάξει τη δική τους ομάδα στο Facebook, που λέγεται «Bojkotta varor från USA» και έχει ήδη περισσότερα από 38.000 μέλη. Αυτό «γεννήθηκε από την απογοήτευση που νιώθουμε, όπως πολλοί άλλοι, γιατί από τις 20 Ιανουαρίου 2025 ο κόσμος έχει γίνει πολύ πιο αβέβαιος και απρόβλεπτος», διευκρινίζεται στην περιγραφή του, με αναφορά στην ημερομηνία της ορκωμοσίας του Ντόναλντ Τραμπ.
Νορβηγία: Εταιρεία καυσίμων σταμάτησε να προμηθεύει αμερικανικά πλοία, αλλά το... μάζεψε
Στη Νορβηγία, η εταιρεία πετρελαίου και ναυτιλίας Haltbakk Bunkers, νούμερο ένα προμηθευτής καυσίμων στα λιμάνια της Νορβηγίας, ανακοίνωσε το περασμένο Σάββατο ότι σταματά «αμέσως» να προμηθεύει αμερικανικά ναυτικά πλοία, ως απάντηση στην ταπείνωση που υπέστη ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι στο Λευκό Οίκο.
«Ο Ουκρανός πρόεδρος είχε την αξία να συγκρατηθεί και να παραμείνει ψύχραιμος, παρόλο που οι Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν ένα τηλεοπτικό θέαμα με πισώπλατα μαχαιρώματα. Μας έκανε να αρρωστήσουμε… Χωρίς καύσιμο για τους Αμερικανούς», έγραψε η εταιρεία σε μια ανάρτηση που πλέον έχει διαγραφεί από το Facebook.
Λίγο αργότερα, ο Νορβηγός υπουργός Άμυνας, Τόρε Σάντβικ, δήλωσε την Κυριακή ότι η χώρα θα συνεχίσει να προμηθεύει καύσιμα σε αμερικανικά πλοία. Η απόφαση του Haltbakk Bunkers «δεν είναι συνεπής με την πολιτική της νορβηγικής κυβέρνησης» και «οι αμερικανικές δυνάμεις θα συνεχίσουν να λαμβάνουν τις προμήθειες και την υποστήριξη που χρειάζονται από τη Νορβηγία», είπε.
Γαλλία: «Μποϊκοτάζ στις ΗΠΑ. Αγοράστε made in France»
Το κίνημα του μποϊκοτάζ έχει περάσει και στη Γαλλία, με το γκρουπ στο Facebook «Μποϊκοτάζ στις ΗΠΑ. Αγοράστε Γαλλικά» να έχει συγκεντρώσει περισσότερους από 3.500 χρήστες.
«Βαρεθήκατε να χρηματοδοτείτε τις αμερικανικές ιμπεριαλιστικές υπερβολές; Αναλάβετε δράση. Εδώ, οργανωνόμαστε για να στηρίξουμε τη γαλλική και την ευρωπαϊκή οικονομία, μποϊκοτάροντας τα αμερικανικά προϊόντα. Προτεραιότητα στα τοπικά, στα ''made in France'' και την οικονομική μας κυριαρχία», σημειώνεται στην περιγραφή του γκρουπ.
Η ομάδα δημιουργήθηκε από έναν 33χρονο παραγωγό λυκίσκου από τον βορρά, ιδιαίτερα εξοργισμένο από τη στάση του Ντόναλντ Τραμπ απέναντι στον Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Μεταξύ των εταιρειών που θα μποϊκοτάρουν, ο Εντουάρ Ρουσέ απαντά στο Radio France, «Tesla, Airbnb».
Ωστόσο, η μετάβαση από τα λόγια στην πράξη παραμένει δύσκολη.
«Από τα αναψυκτικά της Coca-Cola μέχρι τα iPhone της Apple, από τη μηχανή αναζήτησης Google μέχρι το food των McDonald's, από τις πάνες Pampers μέχρι την πλατφόρμα streaming του Netflix, από το κέτσαπ Heinz μέχρι τους καφέδες Starbucks… Τα αμερικανικά προϊόντα είναι όντως πανταχού παρόντα στην καθημερινότητά μας. Ένα μποϊκοτάζ θα μπορούσε, όμως, να αποδειχθεί αντιπαραγωγικό για τη γαλλική οικονομία, επειδή ορισμένες μεγάλες αμερικανικές μάρκες κατασκευάζουν τα προϊόντα τους που πωλούνται στη Γαλλία σε γαλλικά εργοστάσια», γράφει η Le Figaro.