Καθώς οι μυστικές -και οι όχι και τόσο μυστικές- ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Μόσχας και Κιέβου προχωρούν εν μέσω σφοδρών συγκρούσεων, η «ουδετερότητα» της Ουκρανίας έχει επανεμφανιστεί ως η βασική προϋπόθεση του Βλαντίμιρ Πούτιν για τον τερματισμό του πολέμου που ξεκίνησε.
O γεννημένος στη Μόσχα, μετανάστης στις ΗΠΑ από το 1978 και καθηγητής Αμερικανορωσικών σχέσεων, στο American Enterprise Institute (AEI), Leon Aron, αναλύει στο αμερικανικό σάιτ The Atlantic τους κινδύνους που ενέχει μια «ουδετεροποίηση» της Ουκρανίας.
«Η υποτιθέμενη έλλειψη ουδετερότητας από τους Ουκρανούς -δηλαδή, η αποκήρυξη των φιλορώσων ηγετών και η στροφή τους προς τη Δύση- ήταν η δικαιολογία του Ρώσου προέδρου για εισβολή. Επειδή ο πρόεδρος της Ουκρανίας Volodymyr Zelensky έχει συμφωνήσει υπό όρους στο αίτημα του Κρεμλίνου, τη φινλανδοποίηση της Ουκρανίας, σύντομα θα τεθεί ξανά ως πιθανή λύση, μια λύση που η Δύση θα μπορούσε να δεχθεί ως ικανοποιητική στην τρέχουσα κρίση και ως επαρκή λόγο για να αρθούν τελικά οι κυρώσεις εις βάρος της Ρωσίας», γράφει στο άρθρο του.
Φινλανδία-ΕΣΣΔ, Ουκρανία-Ρωσία: Δύο πολύ διαφορετικοί γείτονες
Όμως η άρση των κυρώσεων υπό αυτές τις συνθήκες θα ήταν ένα σοβαρό λάθος. Σε αντίθεση με τους κανόνες που έθεσε η Σοβιετική Ένωση για τη Φινλανδία κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι όροι του Πούτιν για τον τερματισμό των εχθροπραξιών δεν θα τελειώσουν με την ουδετερότητα της Ουκρανίας, αναφέρει ο Leon Aron, και συνεχίζει:
«Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Μόσχα επέτρεψε στη Φινλανδία να διατηρήσει τη δυτικού τύπου δημοκρατία και την οικονομία της ελεύθερης αγοράς, με αντάλλαγμα μια σιωπηρή αλλά απαράβατη δέσμευση να μην ενταχθεί στο ΝΑΤΟ ή στα δυτικά οικονομικά και πολιτικά σώματα. Δεν είναι τυχαίο πως η Φινλανδία μπήκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση μόνο μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης.
»Όμως, οι σχέσεις μεταξύ της Φινλανδίας και της Σοβιετικής Ένωσης κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου διέφεραν πάρα πολύ σε σχέση με αυτές της Ουκρανίας και της Ρωσίας τού Πούτιν σήμερα. Η Ουκρανία είναι αμέτρητα πιο σημαντική για τη Ρωσία από ό,τι ήταν η Φινλανδία για τη Σοβιετική Ένωση. Η Ουκρανία έχει θεμελιώδη σημασία τόσο για την εθνική ταυτότητα της Ρωσίας όσο και για τις πολιτικές επιταγές της επιβίωσης του καθεστώτος Πούτιν. Το Ελσίνκι δεν είναι το Κίεβο, το οποίο ο Πούτιν έχει εξυμνήσει ως τη γενέτειρα του ρωσικού χριστιανισμού και τη μητέρα των ρωσικών πόλεων».
Μία οικονομικά ζωντανή, δημοκρατική Ουκρανία αποτελεί ζωτική απειλή για την αυταρχική κυβέρνηση Πούτιν
«Οι Ουκρανοί είναι ο ''ίδιος λαός'' με τους Ρώσους», σύμφωνα με τον Πούτιν. Τους ενώνουν, δήλωσε σε ένα μακροσκελές δοκίμιο που δημοσιεύθηκε το περασμένο καλοκαίρι, η ίδια γλώσσα και οι οικονομικοί δεσμοί και, το πιο σημαντικό, η Ορθόδοξη πίστη. Η Σοβιετική Ένωση δεν έβλεπε τους Φινλανδούς γείτονές της με τον ίδιο τρόπο.
Το πιο κρίσιμο: μια δημοκρατική, πολιτικά σταθερή, οικονομικά ζωντανή και δυτικοκεντρική Ουκρανία είναι μια υπαρξιακή απειλή για τη στάσιμη στρατιωτικοποιημένη μοναρχία του Πούτιν. «Γιατί», θα άρχιζαν αναπόφευκτα να ρωτούν αργά ή γρήγορα οι Ρώσοι, «είναι τα αδέρφια μας στα νοτιοδυτικά ελεύθερα και πλουσιότερα, ενώ εμάς καθημερινά μας προσβάλλει μια κατασταλτική κυβέρνηση και τα εισοδήματά μας συνεχίζουν να μειώνονται;».
Ο Πούτιν δεν χρειάζεται μια «ουδέτερη» Ουκρανία. Χρειάζεται μια αποτυχημένη Ουκρανία. Η επιθυμία του να δημιουργήσει μία τέτοια -και όχι για να αποκρούσει μια μυθική απειλή του ΝΑΤΟ- είναι το κεντρικό ζήτημα αυτής της εισβολής.
Η Δύση θέλει την ειρήνη - ο Πούτιν χρειάζεται τη νίκη
«Πέρα από μια υπόσχεση ότι η Ουκρανία δεν θα συμμαχήσει στρατιωτικά με τη Δύση, η Ρωσία θα απαιτήσει την αποστρατικοποίηση του γείτονά της, δηλαδή τον αφοπλισμό, ο οποίος θα αφήσει την Ουκρανία με ένοπλες δυνάμεις χωρίς σύγχρονα όπλα. Ο Πούτιν θα απαιτήσει επίσης την αναγνώριση της Κριμαίας ως τμήματος της Ρωσίας και του Ντόνετσκ και του Λουχάνσκ ως ''ανεξάρτητων'' κρατών -στην πραγματικότητα, ρωσικά προτεκτοράτα εντός της Ουκρανίας.
»Μέχρι στιγμής, ο Ζελένσκι έχει αντισταθεί σε αυτές τις επιθέσεις ενάντια στην αυτοδιάθεση της χώρας του, προτείνοντας μια 15ετή περίοδο διαπραγματεύσεων για την Κριμαία και επιμένοντας στη συζήτηση για το καθεστώς του Ντόνετσκ και του Λουχάνσκ απευθείας με τον Πούτιν.
»Όμως, πόσο καιρό μπορεί να επιμείνει ο Ουκρανός πρόεδρος, καθώς οι Ρώσοι εισβολείς συνεχίζουν να σκοτώνουν Ουκρανούς αμάχους και να καταστρέφουν πόλεις της χώρας του; Και πόσο καιρό προτού η Δύση αρχίσει να σπρώχνει τον Ουκρανό πρόεδρο, ήπια ή με άλλον τρόπο, προς μια διευθέτηση;
»Πάνω από όλα, η δημοκρατική Δύση θέλει την ειρήνη, ενώ ο Πούτιν χρειάζεται τη νίκη. Γνωρίζει καλά αυτή τη θεμελιώδη απόσταση μεταξύ των στόχων της Μόσχας και εκείνων των δυτικών υποστηρικτών της Ουκρανίας. Αυτό είναι το τεράστιο πλεονέκτημά του. Ξέρει ότι ο χρόνος είναι με το μέρος του».
Μονομερής ειρήνη
«Επιπλέον, όπως έκανε στις διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία Μινσκ ΙΙ, που επιβλήθηκαν στην Ουκρανία αφού ο ρωσικός στρατός και οι σύμμαχοί του στο Ντονμπάς νίκησαν τις ουκρανικές δυνάμεις το 2015, η Μόσχα θα επιμείνει ώστε η Ουκρανία να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις ειρηνευτικές συμφωνίες προτού η Ρωσία εφαρμόσει το μέρος της διαπραγμάτευσης.
»Αλλά με τη Μόσχα να έχει μέχρι στιγμής απορρίψει οποιαδήποτε διεθνή μεσολάβηση, ποιος θα πιστοποιήσει, για παράδειγμα, την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από την Ουκρανία;
»Εάν η προηγούμενη συμπεριφορά της Μόσχας αποτελεί ένδειξη, ο Πούτιν είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα επιμείνει να διατηρήσει έναν απροσδιόριστο αριθμό στρατευμάτων ως ''ειρηνευτές'' και ''υπερασπιστές'' των θυλάκων της στο Ντόνετσκ και στο Λουχάνσκ, όπως τα ''ειρηνευτικά'' σώματά του συνεχίζουν να φρουρούν τα de facto προτεκτοράτα που η Ρωσία έχει εγκαταστήσει σε άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες: την Υπερδνειστερία, στη Μολδαβία και τη Νότια Οσετία και Αμπχαζία, στη Γεωργία».
Ποιος θα τολμήσει να μπει εγγυητής;
«Το κομβικό ερώτημα που εγείρεται εδώ είναι: ποιος θα εγγυηθεί τη συμμόρφωση της Ρωσίας, ή θα την υποχρεώσει, εάν χρειαστεί; Η λίστα του Ζελένσκι με τους πιθανούς εγγυητές περιλαμβάνει με διάφορους τρόπους τη Μεγάλη Βρετανία, τον Καναδά, τη Γαλλία, τη Γερμανία, το Ισραήλ, την Πολωνία και την Τουρκία.
»Ωστόσο, δεδομένης της αγριότητας και της έλλειψης μέτρου που έχει επιδείξει η Ρωσία, μαζί με την απειλή του Πούτιν να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε επέμβαση με μια αντίδραση που ''όμοιά της δεν έχετε δει ποτέ στην Ιστορία'' -μια προφανή υπόνοια για χρήση πυρηνικών όπλων-, οι χώρες αυτές απάντησαν στην καλύτερη περίπτωση χλιαρά στην πρόσκληση του Ζελένσκι να οδηγηθούν σε πόλεμο με τη Ρωσία, εάν παραβιάσει την ειρηνευτική συμφωνία με την Ουκρανία».
Σκοπός του Πούτιν μία εξαρτημένη Ουκρανία
«Χωρίς διεθνή εγγύηση ασφάλειας για την Ουκρανία, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Ρωσία θα ερμηνεύσει την ειρηνευτική συμφωνία ως δικαίωμά της να αναμειχθεί επιθετικά στην πολιτική της Ουκρανίας και να επιδιώξει να αναπροσανατολίσει την ουκρανική οικονομία προς τη Ρωσία.
Η εισβολή, με την απρόβλεπτη επίθεση στις πόλεις και τη βιομηχανική βάση της Ουκρανίας και τη σφαγή Ουκρανών, είναι πιθανότατα το πρώτο βήμα στη μακροπρόθεσμη συστηματική αποθάρρυνση και λεηλασία του γείτονα του Πούτιν.
Ο απώτερος στόχος είναι να υποβληθεί η χώρα στον ρωσικό έλεγχο. Φυσικά, μια εκεχειρία που θα σταματήσει τη βάρβαρη επίθεση της Ρωσίας μπορεί να φαίνεται ότι αξίζει σχεδόν κάθε παραχώρηση που επιβάλλει στο Κίεβο η Μόσχα. Αλλά η Δύση θα πρέπει να σταματήσει να επιδέχεται την ψεύτικη ελπίδα της φινλανδοποίησης και να δει την πιθανή ανακωχή ως αυτό που είναι: όχι, δηλαδή, ως μια διαρκή ειρήνη, που θα διασφαλίσει μεγάλο μέρος της ανεξαρτησίας της Ουκρανίας, αλλά μάλλον ως μια προσωρινή κατάπαυση του πυρός στον μακρύ πόλεμο του Πούτιν για την κατάργηση της ανεξάρτητης Ουκρανίας. Η αναγνώριση αυτής της πραγματικότητας είναι το απαραίτητο πρώτο βήμα προκειμένου να ανατραπεί αυτό το σχέδιο».