Έναν χρόνο μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν αρχίσει να αμφισβητούν τον αντίκτυπο των δυτικών κυρώσεων κατά της Μόσχας.
Οι πιο παθιασμένοι υποστηρικτές της Ουκρανίας θέλουν η Δύση να ανανεώσει τις κυρώσεις προς τη Μόσχα με σκληρότερα μέτρα.
«Το έλλειμμα του ρωσικού προϋπολογισμού αυξάνεται, τα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο μειώνονται στο μισό, τα εξαρτήματα είναι δύσκολο να βρεθούν, τα ρωσικά μπέργκερ είναι απαίσια», δήλωσε στο Politico ο υπουργός Εξωτερικών της Λιθουανίας Gabrielius Landsbergis.
Για άλλους, ο στόχος δεν έχει επιτευχθεί. «Για να δηλώσω το προφανές, ο στόχος των κυρώσεων είναι να τερματιστεί ο πόλεμος» δήλωσε ο Μάικλ Μακ Φολ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ που μελετά τις κυρώσεις. «Ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει. Αυτό σημαίνει ότι οι κυρώσεις δεν έχουν επιτύχει τον στόχο που θέσαμε», σημείωσε.
Στόχος των κυρώσεων στη Ρωσία δεν ήταν ποτέ ο τερματισμός του πολέμου
Οι περισσότεροι διπλωμάτες και αξιωματούχοι της ΕΕ που εμπλέκονται στην ευρωπαϊκή πολιτική κυρώσεων τόνισαν ότι, ρεαλιστικά, ο στόχος δεν ήταν ποτέ να αναγκαστεί η Ρωσία να αποσύρει τα στρατεύματά της. Αντίθετα, ο στόχος ήταν να αποδυναμωθεί η πολεμική μηχανή του Κρεμλίνου, λόγω της έλλειψης χρηματοδότησης που χρειάζεται ο Πούτιν.
Ωστόσο, παρά τις πρώτες προβλέψεις, η ρωσική οικονομία δεν έχει καταρρεύσει ως αποτέλεσμα του παγώματος των εμπορικών συναλλαγών με τη Δύση. Οι έγκαιρες παρεμβάσεις της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας, τα έσοδα από τις υπόλοιπες εξαγωγές ενέργειας και η στροφή προς νέες αγορές έχουν καλύψει το πλήγμα.
Έναν χρόνο μετά τον πόλεμο, αυτό εγείρει το ερώτημα: Αξιζε πραγματικά η όλη προσπάθεια και η οικονομική δυσπραγία στην Ευρώπη; Η συζήτηση είναι επίκαιρη, καθώς η ΕΕ εξετάζει τον 10ο γύρο κυρώσεων ενόψει της επετείου της εισβολής της Ρωσίας στις 24 Φεβρουαρίου.
«Συχνά, υπάρχουν πολύ υψηλές προσδοκίες για το τι μπορούν να επιτύχουν οι κυρώσεις βραχυπρόθεσμα και κατά της στρατιωτικής επιθετικότητας. Για όσους περίμεναν ότι οι κυρώσεις θα τερματίσουν τον πόλεμο, αυτό ήταν απλώς μια ευχή» δήλωσε η Maria Shagina, ερευνήτρια στο Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών.
Το πρώτο κύμα κυρώσεων «σόκαρε» την οικονομία της Ρωσίας, αλλά η συνέχεια δεν ήταν εξίσου αποτελεσματική
Το πρώτο κύμα της οικονομικής τιμωρίας κατά της Ρωσίας ήταν άνευ προηγουμένου σε μέγεθος και ταχύτητα. Η ΕΕ ενέκρινε δύο ευρείας εμβέλειας πακέτα κυρώσεων αμέσως μετά την εισβολή στις 24 Φεβρουαρίου. Ένα τρίτο πακέτο ακολούθησε μία εβδομάδα αργότερα και απέκλεισε ορισμένες ρωσικές τράπεζες από το διεθνές σύστημα πληρωμών SWIFT -ένα μέτρο αδιανόητο πριν από τον πόλεμο.
Τους μήνες που ακολούθησαν, το ένα πακέτο κυρώσεων διαδεχόταν γρήγορα το άλλο. Όμως πίσω από τις κλειστές πόρτες τα πράγματα έγιναν γρήγορα περίπλοκα.
Ορισμένες χώρες της ΕΕ άρχισαν να αντιστέκονται σε βήματα που θα έπλητταν υπερβολικά τις δικές τους οικονομίες.
Το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο -οι ζωτικές πηγές εσόδων από τις εξαγωγές της Ρωσίας- παρέμειναν αρχικά ανέγγιχτα, προς απογοήτευση της Πολωνίας και των χωρών της Βαλτικής, των πιο ένθερμων υποστηρικτών της Ουκρανίας στην ΕΕ.
Λιγότερο από έναν μήνα μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι Ευρωπαίοι διπλωμάτες μιλούσαν ήδη για «κούραση από τις κυρώσεις». Όταν οι Βρυξέλλες προσπάθησαν να επιβάλουν κυρώσεις για το ρωσικό αργό πετρέλαιο, οδηγήθηκαν σε έναν επίπονο αγώνα διαρκείας ενός μήνα για να συμμετάσχουν όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Τελικά, ο Ούγγρος Βίκτορ Όρμπαν υπέγραψε το σχέδιο -αλλά μόνον αφού είχε λάβει μια σημαντική εξαίρεση.
Όλα αυτά χρησίμευσαν για να αμβλύνουν το πλήγμα στην οικονομία της Ρωσίας. Οι κυρώσεις στα ορυκτά καύσιμα ήρθαν επίσης με μεγάλη χρονική απόσταση, δίνοντας στη Ρωσία χρόνο να προσαρμοστεί και να εκτρέψει τις εξαγωγές της σε άλλα μέρη του κόσμου.
Η οικονομία της Ρωσίας επιδεικνύει ιδιαίτερη ανθεκτικότητα
Ο δισταγμός της Ευρώπης να εναντιωθεί ολοκληρωτικά στη Ρωσία είναι μόνο μια εξήγηση γιατί, έναν χρόνο μετά, η συνολική επίδραση στη ρωσική οικονομία είναι διαφορετική.
Ενώ η ρωσική οικονομία συρρικνώθηκε πέρυσι έως και 4,5% σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα -ή μόλις 2,2%, σύμφωνα με την εκτίμηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου-, οι προβλέψεις δείχνουν ότι η ζημιά θα είναι λιγότερο σοβαρή φέτος. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, η ρωσική οικονομία θα μπορούσε να αναπτυχθεί ακόμη και κατά 0,3%.
«Έφυγε ένας τεράστιος αριθμός επιχειρήσεων, οι εισαγωγές έχουν καταρρεύσει. Αλλά το ΑΕΠ δεν είναι στο μείον 15%, όπως ήλπιζαν ορισμένοι στην αρχή» είπε η Μαρία Δεμερτζή, της δεξαμενής σκέψης Bruegel.
Οι ρωσικές εξαγωγές δεν εξανεμίστηκαν, καθώς οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην ενέργεια. Παρόλο που η ΕΕ μείωσε σταθερά τις αγορές ενέργειας από τη Μόσχα, οι αυξανόμενες τιμές σήμαιναν ότι οι ταμειακές ροές προς τη Ρωσία παρέμειναν υψηλές.
«Η ΕΕ δεν σταμάτησε να αγοράζει ρωσική ενέργεια. Γιατί μας εκπλήσσει ότι η ρωσική οικονομία δεν έχει καταρρεύσει; Ήταν μια επιλογή που έκανε η ΕΕ, η οποία οδήγησε στη διατήρηση της ρωσικής οικονομίας», είπε η κυρία Δεμερτζή.
Ένας άλλος στόχος της πολιτικής κυρώσεων της ΕΕ ήταν να χτυπήσει τη ρωσική ελίτ. Εάν οι Ρώσοι ολιγάρχες δεν μπορούσαν πλέον να αγοράσουν ακριβές ιταλικές δερμάτινες βαλίτσες ή γαλλικά κρασιά θα μπορούσαν να στραφούν εναντίον του Πούτιν, ήλπιζαν ορισμένοι υποστηρικτές της Ουκρανίας. Η ΕΕ έχει επιβάλει μέχρι στιγμής κυρώσεις σε 1.386 άτομα, γεγονός που μεταφράζεται σε περιορισμό της ικανότητάς τους να ταξιδεύουν και να έχουν πρόσβαση στα χρήματά τους.