Το κοινοβούλιο της Ουγγαρίας ενέκρινε με συντριπτική πλειοψηφία την τροποποίηση του Συντάγματος που στοχεύει τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας και τα χρηματοδοτούμενα από το εξωτερικό «δίκτυα άσκησης πίεσης».
Οι αλλαγές πέρασαν εύκολα από το κοινοβούλιο καθώς το κυβερνών κόμμα Fidesz διαθέτει πλειοψηφία δύο τρίτων, αλλά και επειδή στηρίχθηκαν στις ψήφους των ακροδεξιών βουλευτών. Δίνουν έμφαση στην προστασία της σωματικής και ηθικής προστασίας των παιδιών. Η τροποποίηση πέρασε με 140 ψήφους υπέρ και 21 κατά.
Πλέον, εγγράφεται στο Σύνταγμα ότι η Ουγγαρία αναγνωρίζει μόνο δύο φύλα, το αρσενικό και το θηλυκό, όπως επιτάσσει η χριστιανική-συντηρητική πολιτική ατζέντα του πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν.
Ενισχύεται ο νόμος της απαγόρευσης του Pride
Η τροποποίηση ενισχύει τον νόμο που εγκρίθηκε στις 18 Μαρτίου και με τον οποίο απαγορεύεται η ετήσια «Πορεία Υπερηφάνειας» της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ+. Το κόμμα Fidesz λέει ότι η εκδήλωση αυτή μπορεί να θεωρηθεί επιβλαβής για τα παιδιά και η προστασία τους υπερισχύει του δικαιώματος του συναθροίζεσθαι.
Εξάλλου, στο εξής η κυβέρνηση θα μπορεί να αναστέλει την ουγγρική υπηκοότητα σε άτομα που κατέχουν και «άλλο διαβατήριο» εφόσον κρίνεται ότι απειλούν την ασφάλεια της χώρας και εμπλέκονται στις εσωτερικές υποθέσεις «υπό την κάλυψη μη κυβερνητικών οργανώσεων και μέσων ενημέρωσης που αυτοαποκαλούνται ανεξάρτητα». Εξαιρούνται μόνο όσοι είναι υπήκοοι χωρών της ΕΕ και μερικών ακόμη ευρωπαϊκών χωρών. Όσοι στερηθούν την υπηκοότητα μπορεί επίσης να απελαθούν από την Ουγγαρία.
Στην περίπτωση αυτή ενδέχεται να εμπίπτει ο δισεκατομμυριούχος φιλάνθρωπος Τζορτζ Σόρος, 94 ετών σήμερα, που έχει γεννηθεί στην Ουγγαρία αλλά έχει πάρει και την αμερικανική υπηκοότητα.
Με το βλέμμα στις εκλογές του 2026 ο Όρμπαν
Ο εθνικιστής πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν, που βρίσκεται στην εξουσία από το 2010, ενόψει ων εκλογών του 2026 έχει να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες στην οικονομία και ένα νέο κόμμα της αντιπολίτευσης που αποτελεί την ισχυρότερη πρόκληση για την εξουσία του.
Οι συνταγματικές τροποποιήσεις αποτελούν μέρος της πολιτικής εκστρατείας του Όρμπαν για να ενισχύσει τη βασική του εκλογική βάση και να προσελκύσει επίσης ψήφους από την ακροδεξιά, δήλωσαν ορισμένοι αναλυτές.